Ο όρος Αρωμούνος/Αρωμούνοι είναι νεολογισμός. Προήλθε από τον γερμανικό όρο Aromunen που εισήγαγε ο Γκούσταβ Βέϊγκαντ (Gustav Weigang), ένας Γερμανός γλωσσολόγος, στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και καθιερώθηκε στην ελληνική του μορφή από τον Αχιλλέα Λαζάρου. Ο Gustav Weigand με το δίτομο έργο του Die Aromunen : ethnographisch-philologisch-historische Antersuchungen über das Volk der Sogenannten Makedo-Romanen oder Zinzaren, έγραψε ένα από τα σημαντικότερα έργα για τους Βλάχους των Βαλκανίων. Σε μικρό διάστημα μετά τη δημοσίευσή του, το έργο του έγινε κλασικό και αποτελεί μέχρι σήμερα βασική πηγή για τη λαογραφία και την ιστορία των Βλάχων. Στους δύο τόμους μπορεί κάποιος να διαβάσει την περιγραφή των ταξιδιών που έκανε ο Weigand το 1889 και το 1890 για να γνωρίσει τους Βλάχους.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα «Η περιοχή του ποταμού της Άρτας (εκτός από το Νότιο Ζαγόρι) περιλαμβάνει τα παρακάτω βλάχικα χωριά :
Το Μέτσοβο (Mintsu) στο Μετσοβίτικο, 3500 άτομα,
Το Aνήλιο (Kjarä) απέναντι από το προηγούμενο, 400 άτομα,
Το Βοτονόσι (Vutunosi), 2 ώρες νοτιοδυτικά του Μετσόβου σε έναν απότομο λόφο, 150 άτομα,
Το Παλιοχώρι (Paljochori) στη νότια πλαγιά του βουνού Σπανός, 6 ώρες νοτιοανατολικά των Ιωαννίνων, 400 άτομα,
Το Συράκο (Säraku) σε μια πλάγια κοιλάδα της Άρτας με 500 σπίτια και 3000 άτομα,
και τους Καλαρρύτες (Kalarlji) μισή ώρα ώρα πιο μακριά από το Συρράκο, σε ελληνικό έδαφος 1500 άτομα». (Πηγή : Die Aromunen : ethnographisch-philologisch-historische Antersuchungen über das Volk der Sogenannten Makedo-Romanen oder Zinzaren, Volume 1, Leipzig : J.A. Barth, 1894)
Στη φωτογραφία το Συρράκο όπως απαθανατίζεται στον δεύτερο τόμο του έργου του Gustav Weigand.