“Ανάμεσα στα εμπορεύματα που συνδέονται με την Άρτα τον 15ο αιώνα, οι σπόγγοι (λατινικά spongia, ραγουζινό songia) αποτελούν ίσως την πιο απροσδόκητη παρουσία. Η βασική μας πηγή είναι μια συμβολαιογραφική πράξη καταχωρισμένη και σχολιασμένη από τον Bariša Krekić, όπου οι σπόγγοι εμφανίζονται ως κανονικό εμπορικό προϊόν, ζυγισμένο μάλιστα με το «μέτρο Άρτας». Το αυθεντικό χωρίο, όπως δημοσιεύεται στη σελίδα 306, έχει ως εξής:
«De même, les 1.160 livres d’éponge (“songia”) apportées d’Arta ont donné à Raguse 1.052 livres ragusaines.»— B. Krekić, Dubrovnik (Raguse) et le Levant au Moyen Âge, Paris 1961, p. 306.
Σε μετάφραση:
«Ομοίως, οι 1.160 λίβρες σπόγγου (“songia”) που έφεραν από την Άρτα έδωσαν στη Ραγούζα 1.052 ραγουζινές λίβρες.»
Το γεγονός ότι οι σπόγγοι αυτοί καταγράφονται ρητά στο «μέτρο Άρτας» δείχνει πως είχαν ενταχθεί σε ένα τοπικό σύστημα μέτρησης και εμπορίας, όπως τα σιτηρά, το λινάρι ή το κερί. Η χρήση καθορισμένου μέτρου βάρους σημαίνει ότι η αγορά των σπόγγων στην Άρτα ήταν σταθερή και οργανωμένη, και όχι τυχαίο φορτίο που παρεμπιπτόντως έφτασε σε κάποιο λιμάνι του Αμβρακικού.
Στοιχεία για τις αρτινές και ραγουζινές λίβρες
Το έγγραφο παρουσιάζει μια χαρακτηριστική διαφορά ανάμεσα στα δύο συστήματα: 1.160 αρτινές λίβρες → 1.052 ραγουζινές λίβρες
Αυτό σημαίνει ότι η αρτινή λίβρα είναι ελαφρώς μικρότερη από τη ραγουζινή, με αναλογία περίπου:
1 αρτινή λίβρα ≈ 0,907 ραγουζινής λίβρας
ή αντιστρόφως:
1 ραγουζινή λίβρα ≈ 1,10 αρτινές λίβρες
Η διαφορά αυτή είναι απολύτως φυσιολογική για τον ύστερο Μεσαίωνα, όπου κάθε εμπορικό κέντρο χρησιμοποιούσε δικό του σύστημα βαρών. Η Ραγούζα, ως πόλη με ανεπτυγμένες τελωνειακές δομές, ξαναζύγιζε όλα τα εισαγόμενα προϊόντα στο δικό της μέτρο, ώστε να υπολογίζονται σωστά οι δασμοί και τα τέλη. Η διπλή ζύγιση —πρώτα «μέτρο Άρτας», κατόπιν «λίβρα Ραγούζας»— επιβεβαιώνει ότι τα προϊόντα προέρχονταν πράγματι από την τοπική αγορά της Άρτας και όχι από τυχαία φόρτωση σε ενδιάμεσο λιμάνι.
Η διαπίστωση αυτή εγείρει ένα σημαντικό ερώτημα: από πού προέρχονταν οι σπόγγοι που φορτώνονταν στην Άρτα; Οι πηγές δεν κατονομάζουν τις εστίες αλιείας· ωστόσο, είναι μάλλον απίθανο σπόγγοι αλιευμένοι σε ανοικτές ιονικές ακτές —Κέρκυρα, Λευκάδα ή νοτιότερα— να διακινούνταν πρώτα προς το εσωτερικό του Αμβρακικού και από εκεί να επανεξάγονταν. Η φυσική και οικονομική λογική οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι σπόγγοι που καταγράφονται ως «μέτρου Άρτας» προέρχονταν είτε από την ίδια τη θαλάσσια ζώνη του Αμβρακικού, είτε από κοντινά παράλια σημεία του Ιονίου που είχαν τακτική πρόσβαση στην ενδοχώρα της Άρτας.
Αν αυτή η ερμηνεία είναι ορθή, τα ραγουζινά συμβόλαια του 15ου αιώνα ανοίγουν ένα εντελώς νέο και ανεξερεύνητο κεφάλαιο: την πιθανότητα ύπαρξης τοπικής σπογγαλιείας στον Αμβρακικό κόλπο κατά τον ύστερο μεσαίωνα. Μέχρι σήμερα, καμία ειδική ιχθυολογική ή οικονομική μελέτη δεν έχει αναφέρει σπογγαλιευτικά κέντρα στην περιοχή· παρ’ όλα αυτά, η σταθερή εμφάνιση σπόγγων ως εμπορεύματος «Άρτας» και η χρήση συγκεκριμένου βαροσυστήματος δείχνουν ότι η Άρτα λειτουργούσε ως κόμβος συγκέντρωσης και εξαγωγής αυτού του πολύτιμου θαλάσσιου προϊόντος προς τη Ραγούζα και την Αδριατική. Η παρατήρηση αυτή δεν λύνει το ζήτημα – το αναδεικνύει όμως ως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και ανεξερεύνητα πεδία της μεσαιωνικής οικονομικής ιστορίας της Ηπείρου.” (Πηγή : “ΑΡΤΙΝΟΙ ΣΤΗ ΡΑΓΟΥΖΑ – έμποροι, διπλωμάτες & αξιωματούχοι σε μια αδριατική πόλη”, Α. Καρρά, Άρτα, Νοέμβριος 2025)
Στη φωτογραφία : Σπογγαλιεία στη Μεσόγειο. Ξυλογραβούρα του 19ου αιώνα με δύτες και μικρά αλιευτικά σκάφη κατά τη συλλογή θαλάσσιων σπόγγων (“Diving for sponges on the coast of Syria”). Η απεικόνιση είναι ενδεικτική των παραδοσιακών τεχνικών σπογγαλιείας που χαρακτηρίζουν το μεσογειακό εμπόριο σπόγγων, προϊόν που καταγράφεται και στα ραγουζινά μητρώα.
