13 Αυγούστου 1942: Εκκαθάριση.
Ήταν εκείνη που πραγματοποιήθηκε στην Κερασώνα, δυτικά του δρόμου μεταξύ Άρτας και Ιωαννίνων· με φορτηγά εγώ, με τον λόχο μου και δύο καραμπινιέρους μέχρι ένα σημείο του δρόμου, και έπειτα με τα πόδια, από ένα μακρύ μονοπάτι για μουλάρια, έως το χωριό, όπου άγνωστοι είχαν σκοτώσει τον δήμαρχο, ο οποίος μας είχε επισημάνει την παρουσία όπλων στο χωριό.
Μπαίνοντας στο δωμάτιο όπου βρισκόταν η σορός, περιτριγυρισμένη από συγγενείς, απέδωσα στρατιωτικό χαιρετισμό στον νεκρό, με τέσσερις στρατιώτες δίπλα μου σε στάση προσοχής, και εξέφρασα τα συλλυπητήριά μου στην οικογένεια, η οποία εκτίμησε τη χειρονομία φιλίας εκ μέρους της ιταλικής Διοίκησης. Αφού ολοκληρώθηκε αυτή η πρώτη υποχρέωση, προχωρήσαμε στην αναζήτηση των όπλων.
Ενημερωμένος ότι δεν τα κρατούσαν στα σπίτια τους αλλά τα είχαν καλά κρυμμένα σε ασφαλή μέρη, κατέφυγα σε ένα τέχνασμα: την απειλή προς τον παπά και τον επικεφαλής του χωριού ότι θα παίρναμε μαζί μας μερικές νεαρές γυναίκες στην Άρτα ως ομήρους, αν μέσα σε λίγες ώρες δεν βρίσκονταν τα όπλα.
Ύστερα από υποσχέσεις, κολακείες και ακόμη και κάποιες απειλές που κάναμε για να τους πείσουμε, οι Έλληνες αποφάσισαν τελικά με το καλό να μας υποδείξουν το μέρος όπου είχαν συγκεντρώσει τα όπλα. Ήταν σε μια μικρή καλύβα, λίγο έξω από το χωριό, σαν να τα είχαμε βρει τυχαία, τόσο εμείς όσο και εκείνοι. Τα βλέμματα των ανδρών ήταν εχθρικά και φοβόμασταν κάποια βίαιη αντίδραση· έθεσα τους στρατιώτες σε επιφυλακή, με σφαίρα στη θαλάμη και χωρίς ασφάλεια, ενώ δύο πολυβόλα ήταν στραμμένα προς το πλήθος.
Ο παπάς, μαζί με μερικούς φίλους του, μας διαβεβαίωσε ότι δεν θα μας συνέβαινε τίποτα, χαρίζοντάς μας μάλιστα κι ένα κατσίκι και άλλα τρόφιμα. Για προφύλαξη, κατεβαίνοντας το μονοπάτι προς το φορτηγό που μας περίμενε στον δρόμο, πήραμε μαζί μας μερικούς ομήρους, τους οποίους απελευθερώσαμε μόλις φτάσαμε στο όχημά μας.
Η εκκαθάριση, επομένως, τελείωσε χωρίς ζημιές, χωρίς πυροβολισμούς και με την κατάσχεση κυνηγετικών και πολεμικών τυφεκίων, ανάμεσα στα οποία και ορισμένα ιταλικά μουσκέτα «91», που είχαν αφαιρεθεί από δικούς μας συμπολεμιστές οι οποίοι είχαν αιχμαλωτιστεί στην αρχή του ιταλοελληνικού πολέμου της Αλβανίας.
16 Αυγούστου: Επιστολή. (…)
Χθες ήταν ο Δεκαπενταύγουστος και τον γιορτάσαμε κι εμείς. Το βράδυ της 14ης φάγαμε το κατσίκι που μου χάρισαν οι Έλληνες κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης. Απόψε θα είμαι αξιωματικός υπηρεσίας. Πρέπει να αρκεστούμε σε λίγο σινεμά και σε μερικούς περιπάτους, χαζεύοντας καμιά όμορφη κοπέλα από απόσταση, και να επιστρέφουμε στο στρατώνα με την ουρά στα σκέλια. Η εκκαθάριση, όσο γίνεται χωρίς επικίνδυνα επεισόδια, είναι μια εμπειρία, σχεδόν μια «διασκέδαση» [πόση ανευθυνότητα ενός εικοσάχρονου!], και έπειτα οι συνάδελφοι με αποκαλούν «ο εκκαθαριστής».
Έχω βρει δεκάδες και δεκάδες τουφέκια και προφορικά θα σου πω πώς το έκανα (…) Έμαθες για το γερό χτύπημα που δέχτηκαν οι κύριοι Άγγλοι στη Μεσόγειο; Ωραίο πλήγμα! Αν συνεχιστεί έτσι, σύντομα θα επιστρέψουμε στο σπίτι [ευσεβής ψευδαίσθηση!]. Να μου γράφεις πάντα νέα από το χωριό.
Σε λίγο θα πάω στον Έλληνα οδοντίατρο για να φροντίσω τον γομφίο. Χθες το βράδυ, μαζί με άλλους αξιωματικούς, πήγα στο κινηματοθέατρο της πόλης για να παρακολουθήσω την παράσταση «Η Αρτινιά» (Τα κορίτσια της Άρτας). Ήταν ένα ωραίο θεατρικό έργο, οργανωμένο από τους ντόπιους φοιτητές, με την παρουσία και των επιφανών της κωμόπολης. Όταν αναλαμβάνουν άνθρωποι μορφωμένοι και ευγενικοί, γίνεται πάντα κάτι καλό και σοβαρό. Πολλά και θερμά φιλιά, Νίνο
[Για την παράσταση η μικρή Αρτινιά, μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα στο λινκ :https://doxesdespotatou.com/i-mikri-artinia/]
22 Αυγούστου: Επιστολή.
(…) Χθες το βράδυ βρεθήκαμε έξω για την ανεύρεση ενός αεροπλάνου που είχε προσγειωθεί κοντά στην έδρα μας. Επρόκειτο για ένα ιταλικό υδροπλάνο, το «CANT Z 500», το οποίο είχε εκτραπεί από τους Άγγλους· γι’ αυτό και διάφορες ομάδες δικών μας στρατιωτών είχαν τεθεί σε συναγερμό για την αναζήτηση του αεροσκάφους, το οποίο δεν έδινε πλέον ραδιοσήματα στη βάση και, κατά συνέπεια, πιστευόταν ότι είχε συντριβεί στα βουνά βορειοανατολικά της Άρτας.
Σε εμένα και σε μια ομάδα στρατιωτών έλαχε να κάνουμε μια μακρά νυχτερινή πορεία, μέσα από απότομα μονοπάτια στο σκοτάδι, ρωτώντας τους κατοίκους των αγροτικών σπιτιών για το ενδεχόμενο πτώσης κάποιου αεροπλάνου, χωρίς όμως κανένα θετικό αποτέλεσμα. Περιμένοντας να ξημερώσει, σταματήσαμε σε μια μικρή καλύβα για να ξεκουραστούμε και, με το πρώτο φως της ημέρας, ξεκινήσαμε ξανά για να επιστρέψουμε στο φυλάκιό μας. Για το αεροπλάνο ούτε ίχνος (…)».
[Μετά τον πόλεμο έμαθα ότι το αεροπλάνο, το οποίο ταξίδευε από την Πρέβεζα προς το Τάραντα, δεν είχε πέσει, αλλά είχε εκτραπεί από τέσσερις Άγγλους αιχμαλώτους που μεταφέρονταν στην Ιταλία. Με δόλο και με τη βία είχαν εξαναγκάσει το ιταλικό πλήρωμα να κατευθυνθεί προς την αγγλική βάση της Μάλτας. Το επεισόδιο αυτό αναφέρθηκε στον Τύπο τη δεκαετία του ’70, ιδιαίτερα από τον δημοσιογράφο Σάντι Κορβάια στο τεύχος αρ. 185 του περιοδικού «Storia illustrata», Απρίλιος 1973, σελ. 20 (Mondadori, Μιλάνο).]
24 Αυγούστου: Επιστολή (μη λογοκριμένη).
(…) Εδώ βρισκόμαστε στην κρίσιμη περίοδο της ελονοσίας· ελπίζουμε να τη βγάλουμε καθαρή με τη βοήθεια του Θεού. Ξαναβρήκα τα γάντια, πραγματικά από καθαρή τύχη (…) Σήμερα σε εσάς αρχίζει το πανηγύρι του Αγίου Αδριανού, έτσι δεν είναι; Δεν φαντάζεσαι τι έλλειψη αγαθών υπάρχει εδώ (…) Για την εγγραφή μου στο Δ΄ έτος του Πανεπιστημίου, από εκεί που βρίσκομαι δεν ξέρω πραγματικά τι πρέπει να κάνω (…)
Να διαβεβαιώσεις τη μαμά ότι για τον χειμώνα είμαι εξοπλισμένος: στη Γένοβα είχα αγοράσει από την Ένωση Στρατιωτικών τρία ζευγάρια μάλλινες κάλτσες, κατάλληλες ακόμη και για τη Ρωσία. Εδώ έχω φανελένια πουκάμισα και τώρα φροντίζω να προμηθευτώ ένα γκριζοπράσινο παλτό και καινούρια παπούτσια».
28 Αυγούστου: Επιστολή.
(…) Μόλις επέστρεψα από ένα υπέροχο μπάνιο στο ποτάμι… και πραγματικά το απόλαυσα· ωραίος ήλιος, δροσερό νερό και πολύ σαπούνι (…) Πριν από δύο ημέρες γιόρτασα κι εγώ τον Άγιο Αδριανό: στο λατινικό τυπικό ήταν ο Άγιος Αλέξανδρος και ήταν η ονομαστική εορτή του συνταγματάρχη Μπρανκάτσο, ο οποίος ήρθε να περάσει τη γιορτή του με το Β΄ Τάγμα του. Ένα πραγματικά λουκούλλειο γεύμα, από τις 12.30 έως τις 16.00!
Να σου απαριθμήσω τα διάφορα εδέσματα: ορεκτικό, ραβιόλια, κατσικίσιο κρέας με πατάτες, ψάρι με ελιές, ζαχαρωμένα φρούτα, σταφύλια, γλυκό, κρασί Κιάντι, λικέρ και καφές. Πώς σου φαίνεται; Απόψε πηγαίνω ξανά στο θέατρο που οργανώνουν οι φοιτητές· είναι μια πραγματικά όμορφη πρωτοβουλία.
Το εισιτήριο μού το χάρισε ο οδοντίατρος (εννοεί τον οδοντίατρο Τάκη Βαφιά), που αύριο θα μου τοποθετήσει άλλη μία στεφάνη στον γομφίο (…) Στις εκκαθαρίσεις έτυχε να πάω δύο φορές, όχι επειδή μιλάω αλβανικά. (Εδώ Αλβανοί δεν υπάρχουν!) (…) [Πηγή : Cronaca della mia vita in Grigioverde, Adriano Mazziotti, – 8 novembre 2018, σε μετάφραση Αναστασίας Καρρά]
Στη φωτογραφία “Άρτα, Ιούνιος 1942 – Με τον Στέλιο Παπαστεργίου” από το ίδιο βιβλίο.
