ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΜΠΥΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟ,* ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ ΣΤΗΝ ΑΡΤΑ ΤΟ 1897

———————–

Πολλοί ήταν οι νεαροί λόγιοι που συμμετείχαν με πάθος στον πόλεμο του 1897. Ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος πολέμησε ως έφεδρος αξιωματικός στην Άρτα, ο Λορέντζος Μαβίλης και ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης οργάνωσαν αντάρτικα σώματα, ενώ ο Ανδρέας Καρκαβίτσας κατέβηκε με τον ελληνικό στρατό στην Κρήτη. Εξίσου θερμά είχαν συμμετάσχει και στην προετοιμασία του άτυχου πολέμου, μέσω της «Εθνικής Εταιρείας», ο Παλαμάς, ο Ξενόπουλος και ο Καρκαβίτσας. Ο Κώστας Χατζόπουλος επιστρατεύτηκε ως έφεδρος αξιωματικός του στρατού στον πόλεμο του 1897 και υπηρέτησε στην Άρτα, απ’ όπου αλληλογραφούσε με τον φίλο του λογοτέχνη Γιάννη Καμπύση.

“’Επιστολή 3η
‘Οδός Οικονόμου 15 ’Αθήνα
4 τοΰ Μάρτη 1897
Κώστα μου,
Χτες τό απόγιομα μόλις έλαβα τό γράμα σου. Πώς διάβασα τής ’Άρτας τή ζωή. Πλάθω τόσα μέσα στό μυαλό μου άπό τήν ιστορία σου καί τήν ιστορία τού Στέφανου (Ξενόπουλου) καί τού Μίμη, πού, ό Θεός νά μέ φυλάει άν σού λέω ψέματα, θά πεθυμούσα νά βρίσκουμουν κι’ εγώ έφτού σαπάνου, νάλλαζα γιά λίγο τήν κατάσταση καί τή ζωή πού μέ δένουν αυτές τίς μέρες. Πίστεψέ με, Κώστα μου, τόν ύπνο εκείνο, πού έκαμες άπάνου στό τραπέζι τόν αιστάνθηκα κι’ εγώ πόσο γλυκός ειταν… (…) Χτές τό βράδυ έφυγε τό 7 σύνταγμα τό πεζικό μέ τό 2 τάγμα τό έβζωνικό (…) ό ενθουσιασμός τών στρατιωτών καί τών πολιτών πού τούς ξέβγαναν είταν ό μεγαλείτερος ώς τόρα. (…) Δέφτερα οί περισσότεροι είταν άντυτοι ή μισοντυμένοι καί δέν περπατούσαν, ξέρεις· μόνε έτρεχαν τροχάδην (…) φώναζαν, γελούσαν, τραγουδούσαν, ζητωκράβγαζαν κι’ ή σκόνη γιόμιζε τόν κόσμο (…) θαρρούσες νά ξέβγαιναν άπό τά έγκατα τής γης όλοι εκείνοι, ή, καθώς έλεγεν ό Κωστής (Παλαμάς) σού θύμιζαν τούς άνθρώπους, πού ξεπετούσαν άπό τίς πέτρες πού πετούσε πίσω του ό Δευκαλίωνας. Κι’ εκεί βλέπω μέσα σέ μιά διμοιρία έβζωνική έναν έφεδρο άνθυπολοχαγό, πού τή’ διοικούσε. Τόν είξερα, μά φανταζόμουνα πώς είταν στήν Έβρώπη. Τόν 8βρη, φίλε μου, στεφανώθηκε μέ μιάν (όμορφη κόρη πού αγαπούσε κι ώς προχτές ταξίδεψε τό ταξίδι de noce νά πώ, κ ι’ ήρθε τόρα νά πάει έφεδρος καί νάρθει έφτού, μακρυά άπό τήν άγαπημένη του τήν άχόρταγη… Τί εντύπωση μούκανε, δέν ξέρεις. Μού γιομίζουν δάκρυα τά μάτια κάτι τέτοια!… “Ως τόσο τό Στέφανο γιά του (…) πές του τούς εγκάρδιους χαιρετισμούς μου. …Καί στό Κομπότη τόρα! Κουράγιο, μωρέ Κώστα… Οί σημερινές δοκιμασίες ίσως μάς ωφελήσουν καί στήν Τέχνη μας… ώ! Τέχνη, άξέχαστη έρωμένη, βασίλισσά μου!…
Σέ φιλώ, ό Γιάννης Καμπύσης”
(Πηγή :Περιοδικό ΣΚΟΥΦΑΣ, τχ. 82-83,1993

Στη φωτογραφία «Ο Κώστας Χατζόπουλος μαθητής». Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα για τον λογοτέχνη στο λινκ http://www.peri-grafis.net/ergo.php?id=378

Δημοσιεύθηκε στην Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *