Η ΕΠΙΔΗΜΙΑ ΠΑΝΩΛΗΣ ΣΤΗΝ ΑΡΤΑ ΤΟΝ 19ο ΑΙΩΝΑ (συνέχεια….)

————————-
Όπως προαναφέρθηκε, η επιδημία παρουσιάστηκε στην Άρτα στις 2 Μαΐου του 1816. Ο Ιταλός γιατρός που εξέτασε τα πτώματα των δύο πρώτων θυμάτων αποφάνθηκε ότι επρόκειτο για πανώλη, πράγμα που ανάγκασε τις Αρχές να λάβουν κι άλλα μέτρα. Ο Μητροπολίτης, μετά από υπόδειξη του Η. Pouqueville, απαγόρευσε τον τελευταίο ασπασμό, το χειροφίλημα του νεκρού, τις επικήδειες προσευχές που οι ιερείς έψαλαν δίπλα στο νεκρό και την ψηλάφηση του Τίμιου Ξύλου. Επίσης, ο Η. Pouqueville εμπόδισε την αναχώρηση των φοβισμένων αρχόντων που θα είχε συνέπεια να βρεθούν οι οικογένειες των κατώτερων τάξεων στη διάθεση των Αλβανών, που ήταν στρατοπεδευμένοι έξω από την πόλη, ενώ, για να τονίσει αυτή του την απόφαση, έμεινε και ο ίδιος στην Άρτα. Μέχρι τα μέσα του Μαΐου τα κρούσματα πολλαπλασιάστηκαν, οι εκκλησίες, τα καταστήματα, τα καφενεία και τα λουτρά έκλεισαν και η αντιπαράθεση μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών οξύνθηκε ακόμη περισσότερο. Ο Μητροπολίτης διέταξε τριήμερη γενική νηστεία και την έκθεση των ιερών λειψάνων. Τα μεσάνυχτα της 16ης Μαΐου όλοι οι ιερείς συγκεντρώθηκαν στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας για να ψάλλουν κεκλεισμένων των θυρών παρακλητικές προσευχές για τη σωτηρία της πόλης. Τη λειτουργία ακολούθησε λιτανεία που έγινε σε μία σχεδόν έρημη πόλη, αφού ένα μπουγιουρντί του Αλή που είχε φθάσει την προηγούμενη μέρα, επέτρεπε, σε όσους ήθελαν να φύγουν και να εγκατασταθούν στο βουνό της Κάτω Παναγίας. Ως το πρωί η πόλη είχε εκκενωθεί τελείως. Στις 17 Ιουνίου 1816 προσβλήθηκαν τα χωριά της Άρτας Μαράτι, Γλυκόριζο, Λιμήνι, Λιότοπος και Βλαχέραινα, ενώ από τις 16 Αυγούστου και για σχεδόν δύο μήνες δεν παρουσιάστηκε νέο κρούσμα στην Άρτα. Το γεγονός αυτό εξαπάτησε τους κατοίκους της που ζήτησαν από τον Αλή πασά να τους επιτρέψει να επιστρέψουν στην πόλη. Ο Αλής έκανε δεκτό το αίτημά τους. Μόλις όμως επέστρεψαν, στις αρχές του Οκτωβρίου, η επιδημία αναζωπυρώθηκε κι εκείνοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους για δεύτερη φορά. Αυτή τη φορά, όμως, η επιδημία τους ακολούθησε και στα μέρη όπου κατέφυγαν με αποτέλεσμα να πεθάνουν πάρα πολλοί.
Τη διετία 1815-1817 η Άρτα και οι γύρω της περιοχές γνώρισαν σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή. Για το ποσοστό θνησιμότητας στην πόλη οι πηγές δίνουν αντιφατικές πληροφορίες. Από τους επτά χιλιάδες κατοίκους της ο Σεραφείμ ο Βυζάντιος αναφέρει ότι η πανώλη “…ωδήγησεν εις τον Άδην περίπου των τριών χιλιάδων κατοίκων εκ των τριών γενεών της πόλεως”. Ο Η. Pouqueville ανεβάζει τον αριθμό των νεκρών στους τρεις χιλιάδες οκτακόσιους ενώ ο αδελφός του, Francois, στους τέσσερις χιλιάδες..
Η φρίκη που σκόρπισε η ασθένεια άργησε πολύ να ξεχαστεί. Οι Αρτινοί μάλιστα στιχούργησαν για την περίπτωση: ……….την Άρτα την εχάλασεν η έρημη πανούκλα κι οι Αρτινοί δεν άφησαν τα παλαιά κονσούλτα… (Πηγή : 1) Παπαγεωργίου Γ., Η επιδημία πανώλης στη Θεσσαλία, Ήπειρο και Αλβανία (1812-1823), Ηπειρωτικά Χρονικά, Ιωάννινα 1986, 2) Τσούτσινος I. Η μάχη της Άρτας, σύντομη. αναδρομή στο Δεσποτάτο και την Τουρκοκρατία, (1971), Αφιέρωμα (1821-1971)

Συσκευή πανώλης από λοιμοκαθαρτήριο στη Βενετία, που την χρησιμοποιούσαν για την απολύμανση ρούχων.(Πηγή : Wellcome Collection) 

Δημοσιεύθηκε στην Η Άρτα στην Τουρκοκρατία. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *