Για δεκαετίες ολόκληρες, ειδικά από τον Μεσοπόλεμο μέχρι τα μεταπολεμικά χρόνια, η ελληνική ύπαιθρος είχε τον δικό της άνθρωπο της τάξης: τον αγροφύλακα. Μια φιγούρα λιτή, γνώριμη, που γύριζε στα χωράφια με το ποδήλατο ή με τα πόδια, χαιρετούσε τους ντόπιους με το μικρό τους όνομα και γνώριζε την περιοχή καλύτερα κι από τους ίδιους τους κατοίκους της. Ήξερε ποιο δέντρο ανήκει σε ποιον, ποια ζώα ξέφυγαν, ποιο αυλάκι άνοιξε από μόνο του και ποιο… από ανθρώπινο χέρι.
Η Αγροφυλακή υπήρξε για δεκαετίες ένας θεσμός σχεδόν οικογενειακός για τα χωριά. Σε μια εποχή όπου η γη ήταν το παν – περιουσία, τροφή, αξιοπρέπεια – ο αγροφύλακας ήταν ο άνθρωπος που φρόντιζε να μην αδικηθεί κανείς. Δεν ήταν απλός αστυνόμος∙ πολλές φορές ήταν διαμεσολαβητής, σύμβουλος, μάρτυρας, ακόμη και ειρηνοποιός. Πήγαινε στις μικρές καθημερινές διαμάχες πριν καν φτάσουν στα χείλη, πριν δηλαδή γίνουν «μεγάλα ζητήματα».
Στα χρόνια μετά τον πόλεμο, όταν η χώρα ακόμη γιάτρευε τα τραύματά της και η ζωή των χωριών γύριζε γύρω από τις καλλιέργειες, τα ποτίσματα και τα ζώα, η παρουσία του αγροφύλακα ήταν καθησυχαστική. Ένας άνθρωπος που περνούσε συχνά από τα ίδια μονοπάτια, που γνώριζε τις οικογένειες, τις ανάγκες και τις αδυναμίες τους, που μπορούσε να ξεχωρίσει αν μια ζημιά έγινε από λάθος, από απροσεξία ή από πρόθεση. Η παρουσία του λειτουργούσε αποτρεπτικά και καθημερινά, όχι θεαματικά αλλά αποτελεσματικά.
Με την πάροδο των δεκαετιών όμως, ο κόσμος της υπαίθρου άρχισε να αλλάζει. Η μετανάστευση, η αστικοποίηση, η εγκατάλειψη πολλών καλλιεργειών και η νέα μορφή του ελληνικού κράτους μετά τη Μεταπολίτευση σήμαιναν ότι η Αγροφυλακή έχανε σταδιακά το έδαφος που τη γέννησε. Οι αρμοδιότητές της μεταφέρθηκαν σε άλλες υπηρεσίες, και ο θεσμός που κάποτε αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του χωριού άρχισε να σβήνει. Μέχρι που, σε κάποια στιγμή, ο αγροφύλακας έπαψε να είναι πραγματικότητα και έμεινε κυρίως ανάμνηση.
Γι’ αυτό και πολλοί από εμάς δεν έχουμε συναντήσει ποτέ έναν «σύγχρονο» αγροφύλακα. Η προσπάθεια επανίδρυσης του θεσμού στα μέσα της δεκαετίας του 2000 ήταν περισσότερο στα χαρτιά παρά στη ζωή της υπαίθρου, και σύντομα εγκαταλείφθηκε. Ό,τι απέμεινε είναι κυρίως όσα θυμούνται οι παλαιότεροι: ο άνθρωπος που περνούσε ανάμεσα στα χωράφια νωρίς το πρωί, που σημείωνε προσεκτικά κάθε ζημιά ή παράπονο, που έτρεχε σε μια φωτιά, που γνώριζε τις πατημασιές των ζώων και τις παλιές διαδρομές της κοινότητας.
Σήμερα η Αγροφυλακή δεν υπάρχει πια ως θεσμός, αλλά επιβιώνει ως κομμάτι της συλλογικής μας μνήμης∙ ως μια φιγούρα που συμβόλιζε την προστασία ενός τρόπου ζωής που άλλαξε ανεπιστρεπτί. Και ίσως γι’ αυτό η λέξη «αγροφύλακας» εξακολουθεί να ξυπνά κάτι οικείο: εικόνες μιας υπαίθρου πιο αργής, πιο ανθρώπινης, πιο δεμένης με τη γη και τους ανθρώπους της…… (Κείμενο Α. Καρρά)
Στη φωτογραφία “Μάθημα για αποφυγή κλοπής φρούρων από τον αγροφύλακα Δημήτρη Παπαβασιλείου (καθιστός πίσω), στο Δημοτικό Σχολείο Λάψαινας Ροδαυγής “. (Πηγή : ΡΟΔΑΥΓΗ, ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΧΤΕΣ, Χ. Σταύρος, Άρτα, 2020)
