Ο Σπυρίδων Παγανέλης, αργότερα Νομάρχης Άρτης, ακολούθησε τον ελληνικό στρατό σαν ανταποκριτής για την εφημερίδα “Νεολόγος” και ήταν από τους πρώτους που μπήκαν στην ελεύθερη πλέον πόλη της Άρτας. Οι εμπειρίες του καταγράφηκαν αργότερα σε ένα βιβλίο με τον τίτλο “Η ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΚΑΤΑΛΗΨΙΣ ΑΡΤΗΣ ΚΑΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ”, που κυκλοφόρησε το 1882. Να πως περιγράφει ο Παγανέλης την είσοδο του ελληνικού στρατού στην Άρτα :
“Το Άννινο είναι ο τελευταίος σταθμός του οδοιπορικού μας. Απ’ εκεί μέχρι την Άρτα πρόκειται να βαδίσουμε ευθεία, χωρίς να σταματήσουμε πουθενά καθώς η απόσταση είναι πάνω από τέσσερις ώρες, ο ήλιος στο ζενίθ και ο δρόμος χωρίς καθόλου βλάστηση. Μας είπαν ότι υπάρχει μόνο ένας δρόμος που οδηγεί από το Άννινο στην Άρτα, αυτός που ακολουθούμε. Οι Τούρκοι, φοβούμενοι εισβολή του ελληνικού στρατού απ’ αυτό το μέρος, είχαν οχυρώσει με επιμέλεια όλες τις κορυφές των βουνών που άρχιζαν από τα ανατολικά και βρίσκονταν εκείθεν του Αννίνου, καταλήγοντας κυκλικά προς τη θάλασσα, σχηματίζοντας ένα απέραντο πολυβολείο πάνω από την πεδιάδα που την χώριζε το πρώηνμονοπάτι και σήμερα στρατιωτικός δρόμος, τον οποίο ακολουθούμε.
Θαύμαζα την γεμάτη υπομονή εργασία την οποία έβλεπα, έμαθα δε ότι τα οχυρώματα ήταν πολύ αξιόλογα καθώς η επιλογή των θέσεων όπου είχαν ανεγερθεί δεν ήταν πάντα και η πιο πρόσφορη, το δε πλήθος τω οχυρωμάτων συνεπάγονταν αναγκαία και την κατάτμηση των δυνάμεων του στρατού και επομένως θα μπορούσε να καταστήσει πιο εύκολη την άλωση του στρατοπέδου. Λέγονταν ότι τα οχυρά αυτά ανεγέρθηκαν μετά από προηγούμενες τοπικές μελέτες ενός Ιταλού αξιωματικού. Δεν ξέρω κατά πόσον είναι αληθής η φήμη αυτή, όμως αργότερα έμαθα ότι πράγματι, σε προγενέστερο χρόνο, πέρασε από την Άρτα Ιταλός αξιωματικός του επιτελείου.
Ήδη πλησιάζαμε στην πόλη της Άρτας και βλέπαμε τα πρώτα σπίτια. Μισή ώρα πιο πέρα, κοντά σε ένα πηγάδι που λέγονταν «το πηγάδι του Μπάλοβου», ο κύριος Δημήτριος Ν. Αντωνόπουλος, ο δήμαρχος Άρτης, υποδέχτηκε τον βασιλικό επίτροπο, η πρώτη δε αυτή συνάντηση του Δημάρχου της ελεύθερης πόλης με τον πρώτο έκτακτο απεσταλμένο της Ελληνικής κυβέρνησης είχε κάτι άκρως ποιητικό, αναμεμιγμένο με μεγάλη συγκίνηση.
Όταν φτάσαμε 15 μόλις λεπτά μακριά από την πόλη, μια ίλη ιππικού υποδέχτηκε τον βασιλικό επίτροπο, απονείμαντες τιμές και κατόπιν ακολουθώντας τον ανώτερο επίτροπο «κατά πόδας». Η είσοδος στην πόλη έγινε μετά πομπής. Οι οπλές των αλόγων βροντούσαν πάνω στο λιθόστρωτο οι δε κάτοικοι, ξεπροβάλλοντας από τα παράθυρα μας χαιρετούσαν. Άλλοι, καθισμένοι σταυροπόδι στα εργαστήριά του, σηκώνονταν γρήγορα στο πέρασμά μας, έβγαζαν τις σκούφιες τους και έκαναν βαθιά υπόκλιση. Το γεγονός ότι η ώρα άφιξης του επιτρόπου δεν ήταν καθορισμένη δεν επέτρεψε να συγκεντρωθεί μεγάλο πλήθος κατά τη στιγμή της άφιξής του.
Η συνοδεία έφτασε εν τάξει στο γενικό στρατηγείο όπου ο στρατηγός Σούτσος έδωσε δεξίωση προς τιμήν του κ. Λουριώτη. Λίγο αργότερα έφτασε για επίσκεψη ο αρχιεπίσκοπος Άρτης, διάφοροι προύχοντες και άλλοι αστοί, την δε επομένη ήρθαν ο αρχιραβίνος, πρόκριτοι Οθωμανοί, οι στρατιωτικές αρχές και αρκετό πλήθος ανθρώπων. Η δεξίωση ήταν ειλικρινής και απέριττη. Ο βασιλικός επίτροπος μίλησε στον καθένα κατάλληλα και με ευχαρίστησή μου παρατήρησα αμέσως από την πρώτη στιγμή της αφίξεώς μου, ότι υπήρχε ένα τέλειο πνεύμα αρμονίας, τάξης, υπακοής στους νόμους και αμοιβαίου πόθου για αρμονική συμβίωση ανάμεσα σε όλες τις τάξεις του πληθυσμού της Άρτας και ανάμεσα σε όλες τις φυλές που κατοικούν στην αρχαία Αμπρακία, που εδώκαι μερικές εκατοντάδες χρόνια ονομάστηκε «η Άρτα».”(Πηγή : Η ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΚΑΤΑΛΗΨΙΣ ΑΡΤΗΣ ΚΑΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Σ. Παγανέλη, Εν Αθήναις 1882, σε διασκευή Αναστασίας Γ, Καρρά, που μπορείτε να το διαβάσετε εδώ
ή στο λινκ https://doxesdespotatou.com/i-stratiotiki-katalipsis-artis-aposp/
Στη φωτογραφία ““Με στρατιωτική φιλαρμονική και με διάταξη άψογη των στρατιωτικών τμημάτων,προχωρούσαν προπορευομένου τοτ Στρατηγού Σκαρλάτου Σούτσου, κατά τη μεγάλη στιγμή της απελευθέρωσης της Άρτας από την Τουρκική σκλαβιά.” (Γενική φωτογραφία από εφημερίδα της εποχής, όπως δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Κ. Τσιλιγιάννη «Η απελευθέρωση της Άρτας την 24ην Ιουνίου του 1881, Άρτα, 2002)