——————–
Στα χρόνια του Σουλεϊμάν Α’, ιδρύθηκαν στην Ελλάδα μια σειρά από αρματολίκια. Στην επαρχία της Άρτας δυο ήταν τα αρματολίκια που αναγνώρισε η τουρκική εξουσία: του Ραδοβυζίου και των Τσουμέρκων. Έδρα των τελευταίων ήταν η Χώσεψη και το Βουργαρέλι. Αρματολός των Τσουμέρκων κατά το 1750 καταγράφεται ο Δημήτριος Κουτελίδας ή Χωσεψίτης. Την ίδια εποχή αρματολός των Αγράφων ήταν ο Γερο Γιάννης Μπουκουβάλας, ο οποίος βοήθησε το ληστή Γιώργο Καλαντζή να εκδιώξει το Δημήτριο Κουτελίδα, να καταλάβει τα Τσουμέρκα και να αναγνωριστεί από τους Τούρκους αυτός ως αρματολός τους.
Η οικογένεια των Κουτελιδαίων αφού εκδιώχθηκε από το λήσταρχο Καλαντζή, παρέμεινε για πολλά χρόνια στη Σκουληκαριά και το Βάλτο. Όταν ο Καλαντζής ισχυροποιήθηκε, προχώρησε και κατέλαβε την περιφέρεια Ραδοβυζίου και απομάκρυνε από εκεί τους διάφορους οπλαρχηγούς του. Τις δυο αυτές περιφέρειες (Τσουμέρκων και Ραδοβυζίου) διατήρησε ο Καλαντζής μέχρι το 1770 όταν επιστρέφοντας από μια εκστρατεία για να διώξει τους Τούρκους από την Ακαρνανία όπου είχαν πάει για λεηλασίες, σκοτώθηκε στο χωριό Βελετζικό, από ένα Τούρκο που του είχε στήσει ενέδρα.
Τον Καλαντζή διαδέχτηκε στα δυο αρματολίκια ο Γερο- Καστανάς και μετά το θάνατό του, σε σύντομο χρονικό διάστημα, τον διαδέχτηκε στο αρματολίκι Τσουμέρκων ο γιος του Γεώργιος και στο αρματολίκι Ραδοβυζίου ο άλλος γιος του Αθανάσιος. Κατά το 1796 ο Γεώργιος Καστανάς αρρωσταίνει από οξύτατη ποδαλγία και φεύγει για την Πρέβεζα, αφού παραχωρήσει την οπλαρχηγία των Τσουμέρκων στο γαμπρό του, από αδελφή, Ασπροποταμίτη Κωνσταντίνο Πουλή, ταυτόχρονα δε ο αδελφός του Αθανάσιος παραχώρησε το αρματολίκι του Ραδοβυζίου στον ανηψιό του από άλλη αδελφή, Μανώλη.
Όταν κατά το 1804, ο Κων/νος Πουλής διευκόλυνε την ομάδα του Κίτσου Μπότσαρη να διαφύγει, μετά το χαλασμό της Μονής του Σέλτσου, ο Αλή Πασάς τον καθαιρεί από αρματολό και τότε το μεγαλύτερο τμήμα του Ραδοβυζίου παραχωρήθηκε στο Γώγο Μπακόλα. Την ίδια εποχή το αρματολίκι των Τσουμέρκων παραχωρήθηκε στο Νικόλαο Κουτελίδα, γιο του Δημητρίου Κουτελίδα.
Γνωστά παιδιά του Νικολάου Κουτελίδα ήταν οι δυο οπλαρχηγοί της Επανάστασης, Μήτρος και Γιαννάκης και οι δυο κόρες εκ των οποίων η μία παντρεύτηκε τον Γιακουβάκη Στουρνάρη, ξάδελφο του αρματολού του Ασπροποτάμου Νικολάου Στουρνάρη και η άλλη τον Δημήτριο Κυρτσιά, κατόπιν ιερέα από το Θεοδώριανα.
Σύμφωνα με τον Νικόλαο Τόσκα («Χώσεψη, συμβολή εις την λαογραφίαν μας, Αθήναι 1864») τα παιδιά του Νικολάου Κουτελίδα γεννήθηκαν στη Σκουληκαριά κατά την περίοδο της εξορίας της οικογένειάς τους εκεί. Το 1812 πεθαίνει ο Νικόλαος Κουτελίδας και το αρματολίκι των Τσουμέρκων περνάει στα χέρια του πρωτότοκου γιου του Μήτρου, ο οποίος στο μεταξύ είχε παντρευτεί την αδελφή του Γώγου Μπακόλα απ’ την Σκουληκαριά. Ο Γιαννάκης παντρεύτηκε την Κωνσταντινιά Οικονόμου της οικογένειας Αναγνώστη Οικονόμου από την Σκουληκαριά επίσης. Άλλη αδελφή του Γώγου Μπακόλα ήταν παντρεμένη με τον Στέργιο Νικ. Στουρνάρη. Με το κύκλωμα αυτό των γάμων, η οικογένεια Κουτελίδα από την Χώσεψη απέκτησε ισχυρούς συγγενείς-συμμάχους τόσο στο Ραδοβύζι όσο και στον Ασπροπόταμο που ήταν το αρματολίκι των Στουρναραίων κι έτσι, την περίοδο της Επανάστασης γίνεται ισχυρός παράγοντας του αγώνα.
Το 1818, ο επικεφαλής της οικογένειας των Κουτελιδαίων Μήτρος, γενναίος και θερμός πατριώτης, έχοντας στο πλευρό του τον νεώτερο αδελφό του Γιαννάκη, γενναίο και σκληρό πολεμιστή, είναι από τους πρώτους στην περιοχή που μυήθηκαν στο μυστικό της Φιλικής Εταιρείας, μαζί με τον Μακρυγιάννη, Γώγο Μπακόλα, Γεώργιο Τσαρακλή (αρματολό Νέων και Παλεών Πιστιανών και Μπρένιστας) και αργότερα και άλλους. Κατά την περίοδο αυτή, όλοι οι προαναφερθέντες, μαζί και άλλοι, φρόντιζαν να αγοράζουν όπλα και πολεμοφόδια, κυρίως από την Άρτα, και να τα κρύβουν. Γράφει ο Μακρυγιάννης στα απομνημονεύματά του:
«τα κρύβαμε εκεί οπούχαμε το μπαρούτι και εις τα ταβάνια των σπιτιών μας και αρματώναμε τους Επτανησιώτες και άλλους και τους δίναμε και πολεμοφόδια και τους καπεταναίους όθεν έκανε χρείαν δίναμε και των ιδίων καπεταναίων».
Όπως λέει η παράδοση, οι καπεταναίοι των Τζουμέρκων και Ραδοβυζίων Γώγος Μπακόλας, Κουτελιδαίοι, Μάρκος Μπότσαρης, Γεώργιος Καραϊσκάκης, Ιωάννης Ράγκος, Κουτσονίκας και Ίσκος συγκεντρώθηκαν τον Ιούλη του 1821 στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Βουργαρελίου και κήρυξαν την Επανάσταση στα Τζουμέρκα και Ραδοβύζια, “υψώσαντες τη σημαία υπό τας ευλογίας του ηγουμένου της Μονής”.
(Πηγές :
1.ΜΗΤΡΟΣ ΚΑΙ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΚΟΥΤΕΛΙΔΑΣ, ΦΗΜΙΣΜΕΝΟΙ ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΙ ΤΩΝ ΤΖΟΥΜΕΡΚΩΝ Δ. Καρατζένης, Αθηνα, 1985
2. ΑΠΑΝΤΑ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ . Παρουσίαση-σχόλια Δημήτρη Φωτιάδη. Εισαγωγή-επιμέλεια Έλλης Αλεξίου. Πρόλογος Γιάννη Βλαχογιάννη. «Ιστορικές Εκδόσεις 1821)
Στη φωτογραφία το μπουγιουρντί του Μεχμέτ Ρεσίντ, που διορίζει τον Μήτρο Κουτελίδα Αρματολό των Τσουμέρκων στις 23 Δεκεμβρίου 1821. (Πηγή : e-oikodomos.blogspot).