“Ένας απ’ τους μεγαλύτερους ετοιμόλογους Αρτηνούς ήταν ο Τάκης Νάκος. Την ορθή απάντηση την είχε στα χείλη του πριν προλάβει οποιοσδήποτε άλλος να μιλήσει. Με το ατύχημα που είχε χάσει το χέρι του, από ξυλουργός έγινε Μπουφετζής. Τον παλιό χώρο που είχε την κορδέλα και τα λοιπά ξυλουργικά εργαλεία, τον μετέτρεψε σε μια ωραία ταβέρνα την «ΨΑΘΑ», που για δεκαετίες υπήρξε το στέκι πολλών Αρτηνών φίλων με ανεπανάληπτες πλάκες. Είχε αγοράσει ένα παλιό πιάνο για μόστρα και το έβαλε σε ένα υπερυψωμένο ξύλινο πατάρι με τα πλήκτρα προς το χώρο του καταστήματος. Στο σκαμπό μπροστά από το πιάνο κάθονταν ο αείμνηστος Τάκης Κουβαράς και ο Νάκος από μέσα έβαζε δίσκο στο πικ-απ σόλο πιάνο. Ο Κουβαράς έκανε πετυχημένες κινήσεις των δαχτύλων και νόμιζες ότι παίζει αυτός. Μόλις τέλειωνε το κομμάτι, σηκώνονταν ο «πιανίστας» και υποκλίνονταν στους θαμώνες που τον χειροκροτούσαν. Αυτό κράτησε μεγάλο διάστημα και τα παπαγαλάκια της Ψάθας διέδιδαν ότι τον Κουβαρά τον έστελνε μικρό ο πατέρας του στον Αρτηνό μουσικό Παπαιωάννου, ότι δήθεν είχε λάβει μέρος σε συναυλίες και κάτι τέτοια. Κάποιος όμως κατάλαβε την πλάκα και ένα βράδυ που ο Κουβαράς είχε τελειώσει το κομμάτι και υποκλείνονταν στους θαμώνες, έβαλε το δίσκο απ’ την αρχή και το πιάνο έπαιζε χωρίς τον πιανίστα…..” (Πηγή : ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΡΤΑ, Γ.Χαλκιάς, Αθήνα, 2023)
Στη φωτογραφία από το αρχείο του Volker Möller, «Η Οικογένεια του Γεωργίου Νάκου το 1930, πεθερού του Volker Möller, που διακρίνεται στην άκρη αριστερά και ήταν ιδιοκτήτης του πρώτου ηλεκτρικού ξυλουργείου της Αρτας. Δίπλα του η σύζυγός του Φανή, το γένος Ναζοπούλου, δίπλα της η Ρίνγω Ναζοπούλου – Σαπρίκη και πίσω της ο σύζυγός της, Μιχάλης Σαπρίκης, έμπορος.Από τα παιδάκια στην κάτω σειρά, πρώτος από αριστερά ο Πολύδωρος Νάκος και πρώτη δεξιά η Ζαίρα Νάκου.