Τα γαλλικά καράβια, που αρμένιζαν στον Αμβρακικό τον 18ο αιώνα, σπάνια γνώριζαν τη μοίρα του ναυαγίου. Οι ακτές του Γαλλικού προξενείου της Άρτας , από τη Ναύπακτο ως τους Αγίους Σαράντα, ήταν σπαρμένες με λιμάνια —άλλα μεγάλα, άλλα μικρά— που προσέφεραν στους Γάλλους έμπορους ασφαλή καταφύγια όταν οι καιροί αγρίευαν. Οι περισσότεροι καπετάνιοι, άλλωστε, γνώριζαν καλά το τοπίο· είχαν μάθει τα νερά, τις στροφές των ακτών, τις ιδιοτροπίες των ανέμων.
Όμως, ακόμη κι εκεί που η πείρα συναντά την προνοητικότητα, η θάλασσα μπορεί να δείξει τα δόντια της. Ήταν η νύχτα της 8ης προς 9η Μαρτίου του 1706 όταν ξέσπασε ξαφνικά σφοδρή θαλασσοταραχή, σαρωτική και αλύπητη. Ένας πρωτοφανής βορειοανατολικός άνεμος έπεσε πάνω στο λιμάνι της Κόπραινας, αναστατώνοντας όσα πλεούμενα βρίσκονταν εκεί. Ανάμεσά τους, το γαλλικό μπάρκο του καπετάνιου Pierre Escot, που είχε αποπλεύσει από τη Μασσαλία, και έξι μικρά κεφαλλονίτικα καράβια.
Η καταιγίδα δεν τους χαρίστηκε. Πέντε από τα κεφαλλονίτικα πλοία καταποντίστηκαν· το έκτο, μαζί με το γαλλικό, σώθηκαν προσωρινά, καθώς παρασύρθηκαν και προσάραξαν. Μα δεν είχε περάσει πολλή ώρα, κι εμφανίστηκαν οι Τούρκοι της περιοχής, «….που πάντα καραδοκούσαν για ένα τέτοιο ανέλπιστο κέρδος». Κατάσχεσαν και τα δύο πλοία, ισχυριζόμενοι πως τους ανήκαν δικαιωματικά, αφού τα είχαν βρει σε “δικά τους” νερά.
Ευτυχώς, ο Γάλλος πρόξενος, G. Dubroca, ανέλαβε δράση. Με επιμονή και διπλωματία, κατάφερε να πάρει πίσω το γαλλικό μπάρκο, το οποίο δεν είχε υποστεί σοβαρές ζημιές. Το πλοίο επισκευάστηκε γρήγορα και απέπλευσε λίγο αργότερα φορτωμένο καπνό, συνεχίζοντας τον εμπορικό του δρόμο. Το κεφαλλονίτικο, πιο ταλαιπωρημένο ίσως ή λιγότερο προστατευμένο, χρειάστηκε να περιμένει. Κατάφερε να αποπλεύσει τελικά από την Κόπραινα έπειτα από ενάμιση μήνα…. (Επιμέλεια κειμένου : Α. Καρρά – Πηγή : ΤΟ ΓΑΛΛΙΚΟ ΠΡΟΞΕΝΕΙΟ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ, Γ. Σιόροκας, Εκδόσεις ΙΜΙΑΧ, Ιωάννινα, 1981)
Στη φωτογραφία “Engraving of sinking ship in a hurricane – Χαρακτικό με πλοίο που βυθίζεται σε σφοδρή καταιγίδα”.
