———————–
Μια πολύ ενδιαφέρουσα περιγραφή της ζωής των Ελλήνων στην τουρκοκρατούμενη Ήπειρο και την Ελλάδα εν γένει στις αρχές του 19ου αιώνα, διαβάζουμε στο ημερολόγιο του Αμερικανού περιηγητή Theodore Lyman ο οποίος το 1817 επισκέφτηκε για δεύτερη φορά την Ευρώπη και για μακρό χρονικό διάστημα παρέμεινε στην Ιταλία. Εκεί το 1818, συναντήθηκε με τον Edward Everett, Βοστονέζο κι αυτόν, που εκείνο τον καιρό προγραμμάτιζε το ταξίδι του στην Ελλάδα, κι έτσι άδραξε την ευκαιρία να μας επισκεφτεί. Απ’ αυτό το ταξίδι προέκυψε ένα εκτενές άρθρο για την επίσκεψή του στην Ήπειρο και τα Γιάννενα με τίτλο «Visit to Joannina and Ali Pasha». Αργότερα βέβαια τον κέρδισε η πολιτική και στην πορεία του αργότερα εξελέγη δήμαρχος Βοστόνης (1834).
Στο άρθρο του αυτό ο Lyman περιλαμβάνει ένα πολύ ενδιαφέρον κεφάλαιο με τίτλο «Στατιστικά κτλ.» όπου προσπαθεί να κάνει μια στατιστική αποτίμηση της ζωής των Ελλήνων. Γράφει χαρακτηριστικά :
«Για να πάρουμε μια ιδέα από τα έσοδα της εποχής για τους μεροκαματιάρηδες αγρότες. Το ημερομίσθιο ενός χωρικού στη Θεσσαλία ή την Ήπειρο, που εργαζόταν σε ένα μεγάλο τσιφλίκι, ήταν 0,17 σεντς του ισπανικού δολαρίου.» (Γιατί σε ισπανικό δολάριο και όχι σε τουρκικό πιάστρο? Πρόκειται για το ισπανικό τάλιρο ή πιάστρο, αργυρό νόμισμα βάρους 24,416 γραμμαρίων, καλούμενο και δίστηλο ή κολονάτο. Η υποδιαίρεση του σεντς υποδηλώνει την αντιστοιχία του προς το αμερικανικό δολάριο. Είναι γεγονός ότι μετά την ανεξαρτησία τους οι Αμερικανοί δέχτηκαν σαν νομισματική τους μονάδα το ασημένιο ισπανικό δολάριο, αφού δεν κόπηκαν ίδια νομίσματα. Αλλά και μετά την ίδρυση νομισματοκοπείου, το 1792, τα αμερικάνικα δολάρια που κόπηκαν τότε εξακολούθησαν να έχουν την ίδια σχεδόν αξία με τα εν χρήσει ισπανικά……..) Σύμφωνα με τα γραφόμενά λοιπόν του Lyman «……κανένα νόμισμα δεν έχει υποτιμηθεί περισσότερο από το τουρκικό πιάστρο. Κατά το 1763 άξιζε 32 ½ σεντς, και στα 1797, περιέχοντας 17 δράμια από καθαρό ασήμι και 2 ¼ από κράμα μετάλλων, άξιζε ουσιαστικά 29 σεντς. Το 1819 το ισπανικό δολάριο, πωλούμενο στις αγγλικές τράπεζες της Κωσταντινούπολης για 7 τουρκικά πιάστρα, έκανε το πιάστρο να αξίζει περίπου 14 1/3 σεντς. Τον ίδιο καιρό στην Ελλάδα άξιζε μόνο 6 πιάστρα, αποδίδοντας έτσι 18 σεντς το πιάστρο.» Ο Lyman αναφέρεται διεξοδικά στις τιμές αυτές γιατί μπαίνει στη διαδικασία να αξιολογήσει την συνολική πρόσοδο του Αλή Πασά και της οικογενείας του η οποία «σύμφωνα με τον παραπάνω υπολογισμό ανερχόταν σε 21.500.000 πιάστρα προς 18 σεντς, δίνει δηλαδή 3. 870.000 δολάρια, ένα ποσό ανεξάρτητο από το χαράτσι του Σουλτάνου που επιμερίζονταν ετησίως σε 1.200.000 ανθρώπους οι οποίοι κατείχαν περίπου 6.500 τετραγωνικά μίλια γης….». Σύμφωνα με τον συγγραφέα «ο μέσος όρος του ημερομισθίου ενός χωρικού της Ηπείρου και της Θεσσαλίας είναι 17 σεντς την ημέρα. Αυτή η τιμή είναι αρκετά μεγάλη για μια χώρα λιμοκτονούσα και ερημωμένη εξαιτίας κάθε είδους καταπίεσης. Αυτό όμως οφείλεται στη βαριά φορολογία και τις συχνές υπερβολικές αφαιμάξεις στις οποίες υπόκειται ο χωρικός, στην έλλειψη εργατικών χεριών, καθώς ένα μεγάλο τμήμα του λαού κατοικεί πάνω στα βουνά όπου και συντηρούνται με το γάλα λίγων γιδιών και λίγο κριθαρένιο ψωμί, στην αβεβαιότητα της ζωής και της εργασίας, στο μεγάλο αριθμό των ατόμων που είναι αποσπασμένα στους πασάδες κτλ. και άλλων που ζουν στα χαρέμια, που όλοι καταναλώνουν χωρίς να παράγουν και στο πλήθος των θρησκευτικών γιορτών στη διάρκεια των οποίων ο χωρικός δεν μπορεί να εργαστεί. Για τους λόγους λοιπόν αυτούς ο Ηπειρώτης χωρικός βρίσκει δουλειά περίπου 205 ημέρες τον χρόνο, ανεβάζοντας την ετήσια αξία της ζωής του προς 17σεντς την ημέρα σε 34,85 ισπανικά δολάρια. Την ίδια εποχή ο Εγγλέζος χωρικός θα βγάλει 76,20 και ο Γάλλος 26,00.
(Πηγή : VISIT TO JOANNINA AND ALI PASHA, Theodore Lyman (Jr), North American Review, Volume X. New Series, No 2., Boston April 1820)
Στη φωτογραφία «Παλιά τουρκικά νομίσματα»….