“Aύγουστος 1999. Κυριακή πρωί. Είχα λειτουργηθεί με το φίλο μου Κώστα στον ιερό ναό του Παντοκράτορα και πλέον κατευθυνόμαστε στην οδό Σκουφά. Ζούσαμε ακόμη τον απόηχο της θείας λειτουργίας, ηχούσε στα ώτα μας η καλλίφωνος μελωδία του άρχοντα Πρωτοψάλτη του Ναού Δημητρίου Βίτσιου.
Προτού στρίψουμε δεξιά για τη Σκουφά, ο Κώστας καθώς το συνηθίζει με γύρισε πίσω στα γυμνασιακά μας χρόνια, υπενθυμίζοντας τον ομαδικό εκκλησιασμό με συνοδούς καθηγητές και παρατήρησε ότι τέτοια παρουσία γυμνασιοπαίδων ομαδικά με τους καθηγητές τους έδινε άλλη ομορφιά στο χώρο της εκκλησίας.
Θυμήθηκε λειτουργό ιερέα στον Παντοκράτορα τον Παπα-Κώστα Παπαχρήστο, μονότονο αοιδό και πρωτοψάλτη τον βαρύτονο Κώστα Παππά (Καλαντζή) και επισήμανε ότι ο εκκλησιασμός των ανθρώπων τότε είχε τη γοητεία της πειθαρχίας που εξασφάλιζε τη μυστική επικοινωνία με τις μορφές της εκκλησίας μας.
Άκουσα βέβαια τα λόγια του αποφεύγοντας κάθε σχολιασμό. Έβλεπα ανακαινισμένο το καφενείο Κοντοχρήστου, τώρα φυσικά με άλλη διεύθυνση αλλά διατηρώντας την πατροπαράδοτη μελισσουργιώτικη πελατεία του. Θυμήθηκα τον ΣΙΣΥ απέναντι με τα παγωτά του, μια χαρακτηριστική περίπτωση : τόπος προσκυνήματος των μικρών, κυρίως και άλλων φανατικών του καθιερωμένου παγωτού (χωνάκι).
Βαδίζαμε τον πεζόδρομο της Σκουφά, ενώ ο φίλος μου ανέσυρε στη μνήμη του το καφενείο των Αφών Τόδουλου, ενδιαίτημα των οργανοπαικτών, πολλοί από τους οποίους διέπρεψαν πανελληνίως, όπως π.χ. οι Σουκαίοι. Τον Σταμούλη που διαλαλούσε τα κοκορέτσια του. Το οδοντιατρείο του Τάκη Βαγιά και άλλα παλιά μαγαζιά και σπίτια.
Στου Κακαβά καθίσαμε κάτω από το σκιερό πλάτανο και παραγγείλαμε τους βυζαντινούς καφέδες μας που έφτασαν στο άψε-σβήσε μετά δροσερού ύδατος σε σφραγισμένο πλαστικό μπουκάλι, όχι κάποια κοντινή πηγή ρέουσα αλλά από κάποιο εργοστάσιο εμφιαλώσεως της χώρας μας. Ρουφούσαμε τον καφέ μας και σαν να μας άρεσε παρόλο που γκαρσόνι δεν ήταν ο Αλκιβιάδης (Τσόπελας) με το δίσκο του και τα απαστράπτοντα ποτήρια ούτε παρασκευαστής ο μπάρμπα Νίκος (Τσαντούκλας) που τον έψηνε μέσα στη «χλιά» Χόβολη από χωνεμένα κάρβουνα.
Υπό τις παρούσες συνθήκες το σέρβις ήταν άψογο. Εξάλλου «άλλοι καιροί, άλλα τραγούδια, άλλοι άνθρωποι»! Οπλάτανος μας κράτησε στη σκιά του και μας δρόσισε αρκετά. Εδώ στη θέση του, λένε οι παλιοί, υπήρχε άλλος Πλάτανος. Εμείς εδώ δεν τον θυμηθήκαμε αλλά ούτε κι ο μακαρίτης ο πατέρας μου όπως μου έλεγε. Μπροστά στην είσοδο του καφενείου υπήρχε ένα πηγάδι. Το μεγαλύτερο της Άρτας. Πιο πέρα, εκεί που σήμερα περίπου είναι, βρισκόταν ο ιερός ναός του Αγίου Κωσταντίνου. Επί Τουρκοκρατίας στη θέση αυτή του ναού ήταν ο ναός του Αγίου Ιωάννη, ο οποίος κατεδαφίστηκε περί τα τέλη του 1800 μ.Χ. Στη νεοεγερθείσα εκκλησία του Αγίου Κωσταντίνου, ο Μακρυγιάννης (εκ των πρωτεργατών του ιερού αγώνα του 1821) αφιέρωσε ένα καντήλι, όταν έπιασε τα πρώτα χρήματα κι έφτιαξε τη στολή και την αρματωσιά του. Πιο πέρα, προτού βγούμε στην οδό Βασιλέως Πύρρου υπήρχε μια άλλη εκκλησία, ο Άγιος Ανδρέας, αυτή κατεδαφίστηκε σχετικά πρόσφατα, εν μια νυκτί, ώστε ελάχιστοι αρτηνοί το πήραν είδηση! Τότε, ο Κώστας με ρώτησε αν υπήρχαν παλιότερα άλλα πηγάδια στην πόλη. Και βέβαια υπήρχαν, απάντησα. Αρχές του αιώνα η πόλη μας είχε περίπου εβδομήντα και μερικά απ’ αυτά ήταν δημοτικά. Σου αναφέρω επτά ανάλογα με την τοποθεσία από ένα : στην πλατεία Σκουφά. Στου Μπαικούση προς την οδό Κομμένου. Στον άγιο Νικόλαο. Στη λαϊκή αγορά (Μαρκάτα απέναντι). Στον Άγιο Βασίλειο. Στην Αγία Σοφία. Στο Μονοπ’λιό. Στον Άγιο Κωσταντίνο. Στον Παντοκράτορα (κοντά στο σπίτι του Στρεβίνα). Αυτά διατηρήθηκαν μέχρι το 1927 και μετά κλείστηκαν.
-Και γιατί τα έκλεισαν, με ρώτησε ο Κώστας.
-Τι τα ήθελαν, του απάντησα. Ίσως οι άρχοντες της πόλης μας να φοβόντουσαν μήπως είχαν ατυχήματα από μεθυσμένους ή υποψήφιους αυτόχειρες!……………………
Ο φίλος μου με προέτρεψε να σηκωθούμε να πάμε στην άλλη πλατεία στην κεντρική, του Αγίου Δημητρίου….” (συνεχίζεται) (Πηγή : Άρθρο του Δ. Σύγγελου στην ΑΡΤΗΝΗ ΕΥΘΥΝΗ, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1999)
1960 – Βόλτα στην οδό Σκουφά. Δεξιά ο Ευστράτιος Πατσαλιάς, Νομικός & Ιστορικός, Πρόεδρος του ΣΚΟΥΦΑ και του Ολυμπιακού Άρτης. Στο κέντρο ο Αναστάσιος Θ. Ματσούκας, Φαρμακοποιός, Αντιπρόεδρος του ΣΚΟΥΦΑ (1950-1965) και αριστερά ο Ιωάννης Τσούτσινος, Νομικός, Ιστορικός, Πρόεδρος του ΣΚΟΥΦΑ, του Δικηγορικού Συλλόγου και της Αναγέννησης (1961-63). (Φωτο από αρχείο Ι. Τσούτσινου, Παρουσίαση Κ. Μπανιάς)