Παλαιά περγαμηνή διδακτορικού τίτλου του Πανεπιστημίου Αθηνών, που απονεμήθηκε το 1888 στον Χρήστο Δ. Σχορτσανίτη, από την Άρτα, που φοίτησε στην Σχολή Ιατρικής Χειρουργικής και Μαιευτικής. Δεν μπορέσαμε να βρούμε περισσότερα στοιχείο για τον Χρήστο Δ. Σχορτσανίτη που κατόρθωσε και απέκτησε τον τίτλο του διδάκτορα της Ιατρικής μια εποχή που η πανεπιστημιακή εκπαίδευση ήταν μεγάλη πολυτέλεια, ιδιαίτερα για την περιοχή της Άρτας, που μόλις πριν λίγα χρόνια είχε απελευθερωθεί από τον Οθωμανικό ζυγό. Αυτό που μάθαμε ήταν ότι την δεκαετία του ’30(?) υπήρχε οικογένεια Σχορτσανίτη στην Άρτα που κατοικούσε στην οδό Μανέγα, δίπλα στο παλιό Πρωτοδικείο που μάλλον συνδέονταν με τον Χρήστο Δημητρίου Σχορτσανίτη. Η οικογένεια είχε τρία παιδιά, τον Δημήτριο Σχορτσανίτη, γιατρό, τον Κωσταντίνο, κτηματία, και την Βασιλική, σύζυγο αργότερα του δικηγόρου Ιωάννη Δ. Μαστρογιάννη….… (Πηγή : Οίκος Δημοπρασιών)
Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφέρουμε λίγα στοιχεία για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα όπως τα κατέγραψε στην πτυχιακή της εργασία η Μαρία Λαιμοδέτη : «Η προσπάθεια να ιδρυθεί Πανεπιστήμιο κατά την Οθωνική περίοδο ξεκινά το 1836. Τότε εκδίδεται ο νόμος «Περί συστάσεως Πανεπιστημίου». Ο αρχικός οργανισμός του Πανεπιστημίου δεν ίσχυσε με αποτέλεσμα να εκδοθεί νέος: «Περί προσωρινού κανονισμού του εν Αθήναις συστηθησομένου Πανεπιστημίου» (14/26 Απριλίου 1837). Το Πανεπιστήμιο ξεκινά να λειτουργεί με τέσσερις σχολές: Θεολογία, Νομική, Ιατρική, Φιλοσοφική (σε αυτήν την ιεραρχική τάξη).
Το 1843 υπό την αιγίδα του ξεκινά να λειτουργεί το Φαρμακευτικό Σχολείο. Το 1904 η Φιλοσοφική Σχολή χωρίζεται σε δύο επιμέρους τμήματα: το τμήμα Φιλοσοφίας – Φιλολογίας και το Φυσικομαθηματικό. Η φοίτηση στα τμήματα του Πανεπιστημίου διαρκούσε δύο χρόνια για το Φαρμακευτικό Σχολείο, τρία χρόνια για την Φιλοσοφική και τέσσερα χρόνια για τις υπόλοιπες σχολές. Το Πανεπιστήμιο, αν και αρχικά ονομάζεται «Πανεπιστήμιο του Όθωνα», το 1862 μετονομάζεται σε «Εθνικό Πανεπιστήμιο». Δικαίωμα φοίτησης στο Πανεπιστήμιο, σύμφωνα με το διάταγμα είχαν όλοι οι απόφοιτοι Γυμνασίου με επίδειξη του απολυτηρίου τους, ωστόσο η ρύθμιση αυτή δεν ίσχυσε κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του καθώς χορηγούνταν άδεια εγγραφής και χωρίς την λήψη απολυτηρίου. Τέλος, όσοι ολοκλήρωναν τις σπουδές τους στο Πανεπιστήμιο υπάγονται σε δύο κατηγορίες: στους τελειοδίδακτους, οι οποίοι λάμβαναν το πτυχίο τους επιτυγχάνοντας στις απολυτήριες εξετάσεις μετά από τριετή φοίτηση και στους διδάκτορες, οι οποίοι επιτύγχαναν σε πιο αυστηρές απολυτήριες εξετάσεις μετά από τετραετή φοίτηση και ολοκλήρωναν κάποια επιστημονική διατριβή.
Αν βασική επιδίωξη του Όθωνα, όσον αφορά τα εκπαιδευτικά ζητήματα, ήταν η άμεση θεμελίωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η οικονομική κατάσταση της νεοσύστατης χώρας δεν ήταν η ιδανική. Έτσι, η ίδρυση του Πανεπιστημίου ήταν ένα γεγονός που δίχαζε τα ηγετικά στελέχη, με δύο είδη αντιδράσεων να εμφανίζονται: οι υπέρμαχοι, προτάσσοντας ιδεολογικούς ή επιστημονικούς λόγους και υποβαθμίζοντας την οικονομική διάσταση και οι σκεπτικιστές, σκεπτόμενοι πιο ρεαλιστικά υποστήριζαν ότι η ίδρυση και η ορθή λειτουργία του Πανεπιστημίου υπερέβαινε τις δυνατότητες της χώρας (Κυπριανός, 2015: 110). Με αφορμή την οικονομική φάση που διάνυε η Ελλάδα, ένα ζήτημα το οποίο απασχόλησε ήταν η επιβολή διδάκτρων στο Πανεπιστήμιο, αλλά και στις άλλες βαθμίδες της εκπαίδευσης όπως έχει ήδη αναφερθεί. Στο διάταγμα ίδρυσης προβλεπόταν η επιβολή τελών φοίτησης, από τα οποία θα απαλλάσσονταν όσοι φοιτητές μπορούσαν να πιστοποιήσουν την κακή οικονομική τους κατάσταση. Ωστόσο, μετά την λιγοστή προσέλευση φοιτητών, η καταβολή διδάκτρων αναστάλθηκε το 1838. Η απόφαση δεν διαρκεί για πολύ καθώς λίγα χρόνια αργότερα, το 1851, η Σύγκλητος επαναφέρει το άρθρο καταβολής διδάκτρων προκειμένου να καλυφθεί μέρος των εξόδων του Πανεπιστημίου. Το αποκορύφωμα της υποβολής τελών φτάνει το 1892. Τότε, ο Υπουργός Παιδείας Στάης αυξάνει τα δίδακτρα προκειμένου να αποθαρρυνθούν οι φοιτητές που ενδιαφέρονται μόνο για την απόκτηση του πτυχίου (Κυπριανός, 2015: 161). Τα υψηλά τέλη διαρκούν για τα επόμενα τρία χρόνια και μειώνονται το 1895 με απόφαση της κυβέρνησης Δηλιγιάννη.
Στην Πανεπιστημιακή εκπαίδευση δεν συμμετείχαν μόνον όσοι φοιτητές ήταν κάτοχοι απολυτηρίου Γυμνασίου. Στο Πανεπιστήμιο μπορούσαν να φοιτήσουν μαθητές απόφοιτοι σχολείων Γυμνασιακού επιπέδου του εξωτερικού. Στην μεγάλη συμμετοχή φοιτητών από άλλες χώρες συνέβαλλε το γεγονός ότι το Πανεπιστήμιο του Όθωνα ήταν το μοναδικό στην γεωγραφική περιοχή των Βαλκανίων και της Εγγύς Ανατολής (Κυπριανός, 2015: 114).
Ακόμη, μια άλλη κατηγορία φοιτητών ήταν οι ακροατές. Πρόκειται για ανθρώπους που ενδιαφέρονταν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα του Πανεπιστημίου χωρίς να φοιτούν σε αυτό και διακρίνονταν σε τακτικούς και περαστικούς (Αντωνίου, 2018: 467). Όσον αφορά την συμμετοχή γυναικών, αξίζει να αναφερθεί ότι η πρώτη γυναίκα φοίτησε στο Εθνικό Πανεπιστήμιο το 1890 στην Φιλοσοφική σχολή και στάθηκε αφορμή να συμμετέχουν περισσότερες γυναίκες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση….” (Πηγή : Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα 1828 – 1911: οι διαδικασίες ανάπτυξής του, Πτυχιακή Εργασία, Μ. Λαιμοδέτη, Ρόδος, 2017)