Στις αρχές του 1824 ο Μαυροκορδάτος αποφάσισε να οργανώσει εκστρατεία στις ορεινές επαρχίες της Άρτας που ήταν «προσκυνημένες» από το 1822. Στα σχέδια της εκστρατείας δεν περιλαμβανόταν οι δυσαρεστημένοι με τον Μαυροκορδάτο οπλαρχηγοί και συμπαθούντες τους προσκυνημένους αρματολούς Μπακόλα, Κουτελιδαίους κτλ. όπως ο Γ. Καραϊσκάκης. Βρισκόμαστε πλέον στο τρίτο έτος της επανάστασης και οι Έλληνες έχουν πληροφορίες ότι τα τουρκικά στρατεύματα θα κινηθούν κατά των χωριών του Βάλτου εκεί που συναντώνται τέσσερις Νομοί, της Ευρυτανίας, της Καρδίτσας, της Άρτας και της Αιτωλοακαρνανίας. Οι Έλληνες με αρχηγούς τούς Δημήτριο Μακρή, Γεώργιο Τσόγκα και Αλέξιο Βλαχόπουλο έπιασαν τη θέση Λιγοβίτσι (Φυτείες) και οχύρωσαν τη μονή τής περιοχής, όπου τους συνάντησε λίγο αργότερα και ο Μαυροκορδάτος, ενώ οι Ράγκος, Στουρνάρης και Λιακατάς παρακολουθούσαν από κοντά τις κινήσεις τού εχθρού. Στις 3 Ιουνίου 1824 οι Τσόγκας και Ράγκος επιτέθηκαν στη Σκουληκαριά καί ανάγκασαν τούς Τούρκους στρατιώτες να υποχωρήσουν μαζί με τον Δημήτρη Μπακόλα πού πολεμούσε στο πλευρό τους. Οι Έλληνες τους καταδίωξαν και τούς ανάγκασαν να τρέξουν να οχυρωθούν μέσα στην Άρτα.
Ο Ράγκος (1790-1870), αρματολός και γιος αρματολού, ήταν από τους εξέχοντες οπλαρχηγούς της Ρούμελης. Επειδή διεκδικούσε από τον Καραϊσκάκη το αρματολίκι των Αγράφων, προσχώρησε στον κύκλο του Μαυροκορδάτου και μάλιστα συμμετείχε στην καταδίωξη του Καραϊσκάκη τον καιρό που ο τελευταίος είχε πέσει σε δυσμένεια και εθεωρείτο «τουρκολάτρης». Φρούραρχος της Άρτας τότε ήταν ο Νούρκας Σέρβανης ή Σέρβανης (Nurca Sevrani), πρώην ντερβέναγας και μουτασελίμης Καρλελίου στο Βραχώρι, το 1821.
Το γράμμα που αναφέρουμε στη συνέχεια, είναι απάντηση σε προηγούμενο γράμμα του Νούρκα Σέρβανη, με το οποίο πιθανόν να ζητούσε από τον Ράγκο να προσκυνήσει. Ο Ράγκος απαντά με ένα απειλητικό-υβριστικό γράμμα προς τον στρατιωτικό διοικητή της Άρτας ενώ έχει ήδη ξεκινήσει η εκστρατεία κατά της Άρτας, η τελικά αποτυχημένη προσπάθεια που ήταν έμπνευση του Μαυροκορδάτου, και που πολλοί μελετητές τη θεωρούν προσχηματική ενέργεια που απέβλεπε στην πραγματικότητα στο να χτυπηθεί ο Καραϊσκάκης. Σε κάθε περίπτωση οι ελληνικές δυνάμεις κυρίως λεηλατούσαν ελληνικά χωριά στα προσκυνημένα αρματολίκια, Ο Ράγκος, που είχε πυκνή αλληλογραφία με τον Μαυροκορδάτο, σε επιστολή του σταλμένη την ίδια μέρα τον ενημερώνει για την επιστολή του Σέβρανη: «Λάβε και το γράμμα του Κερατονούρκα, οπού μου έστειλε, θεώρησε και την κόπιαν του γράμματος οπού του αποκρίθηκα».
Γράφει λοιπόν ο Ράγκος τα εξής:
«Προς τον αδικητήν Νούρκα Σέβρανην οπού κατατυραννεί εις Άρταν.
Από τον γενναιότατον και ελεύθερον στρατηγόν Γιαννάκην Ράγκον εις λόγου σου Νούρκα Σέβρανη.
Έλαβα το βρώμιον γράμμα σου και είδα τες ξηρές φαντασίες σου και βρωμερά σου λόγια, όμως εσύ φυσικά μουρδάρης με μουρδαρόπιστη αναθρεμμένος, τέτοια μουρδάρικα λόγια εβγάνεις από το στόμα σου, τα οποία πρέπει να τα ακολουθείς και να τα κρατείς διά λογαριασμόν σου και διά εκείνους οπού σε ακολουθούν, και όχι να τα γράφεις εις το ελεύθερον μέρος και εις εκείνους οπού δεν έχεις χάζι.
Εμένα η Υπερτάτη Διοίκησις και ο υψηλότατος κύριος Μαυροκορδάτος με έχουν διορισμένον αρχηγόν εις ετούτην την εκστρατείαν με τους εδώ ευρισκομένους στρατηγούς, υποστρατηγούς, χιλιάρχους και αρχηγούς των αρμάτων, και πολεμώ με τον σουλτάνον τον βασιλέα σας και όχι με εσένα, οπού σε έχομεν μαθημένον να σε εξαγοράζομεν ωσάν το γαϊδούρι, καθώς πρόπερσι και ινσιαλάχ σε ολίγας ημέρας θα μεταπιασθείς ζωντανός ωσάν γαϊδούρι, όμως οι Έλληνες τώρα αν μετά σε βάλουν στο χέρι γρόσια δεν θέλουν, παρά θα σε γδάρουν με το στορνάρι, διότι γρόσια έχει η Υπερτάτη Διοίκησις διά τους Έλληνας, και παίρνουν και δεν έχουν χρείαν από τα βρωμόγροσα και εδικές σας καλπουζανιές.
Δεν στοχάζεσαι χαντακωμένε πού είναι κλεισμένος ο αφέντης σου από τους ανδρείους Έλληνας;
Δεν έμαθες τον Ρούμελη τι χαλασμόν έπαθε και τι καταδρομές από τους ήρωας στρατηγούς της Ανατολικής Ελλάδος και από τους ανδρείους Έλληνας;
Δεν έμαθες τον Καπετάν πασιά, οπού τον εφωτόκαυσαν οι ήρωες Σπετζιώτες και Υδριώτες προχθές εις την Σάμον;
Δεν ήκουσες τον χαλασμόν του Ισμαήλ πασιά Πλιάσα και του Μπανούση χωριανού σου, οπού άφησαν τα βρωμερά των κόκαλα επάνω εις εκείνο το άγιον νησί εις τά Ψαρά ;
Δεν ήκουσες τον παντελή αφανισμόν του Μέτου Μουσταφά, οπού έπαθε προχθές εις το Μαυρίλου;
Ω κακορίζικε και κακομοιριασμένε, δεν φοβείται η ηρωική ψυχή των Ελλήνων από τα γράμματά σας, ούτε από τα ασιατικά κινήματά σας. Ημείς σας εκαύσαμεν όλα τα χωριά σας, τόσον εις τα ψηλώματα, όσον και εις τον κάμπον και εις τα πέριξ της Άρτας καθώς το είδες, οπού ο καπνός σού έβγαλε τα μάτια· μάλιστα εις αυτό το τενταρούκι είμεθα τώρα να έλθωμεν να σε κατακαύσωμεν αυτού μέσα οπού είσαι κλεισμένος, ωσάν το γουρούνι εις το κομάσι. Ο αληθής θεός των Ελλήνων αποφάσισε να εξαλείψει από το πρόσωπον της γης εσάς την βρωμεράν γενεάν και εκείνους οπού σας ακολουθούν από τα τυραννικά και βάρβαρα και βρώμια φερσίματά σας. Όχι άλλο.
Τη 21 Αυγούστου 1824»
(Πηγή :Ιστορικόν αρχείον Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, Τχ.4: Έγγραφα του 1824, Αθήνα, 1971 )
Ξυλογραφία που απεικονίζει τον Γιαννάκη Ράγκο (Πηγή : http://www.eie.gr/)
Και λίγα λόγια για τον Νούρκα Σέρβανη…..”Ο Νούρκας Σερβάνης ήταν τουρκαλβανός και στρατιωτικής διοικητής των Οθωμανών του Βραχωρίου. Ως πρόσωπο συνδέθηκε με την πρώτη απελευθ έρωση της πόλης το 1821 από τους ντόπιους οπλαρχηγούς.Ο Νούρκας Σερβάνης ύστερα από διαπραγματεύσεις κατάφερε να διαφύγει από το πολιορκημένο Βραχώρι στις 11 Ιουνίου 1821. Όμως την ίδια κιόλας μέρα μετά από πορεία 15 ωρών φτάνοντας στην περιοχή “Σκάλα” στο χωριό Τσικλίστα ( Σκοπιά) Ευρυτανίας πέφτει σε ενέδρα των ανδρών του οπλαρχηγού Γιολδάση. Εκεί σκοτώνονται πολλοί άνδρες του που μέχρι πρότινος ήταν η στρατιωτική παρουσία των Οθωμανών στο Βραχώρι και ο ίδιος αιχμαλωτίζεται. Αργότερα ανταλλάχθηκε με τον γιο του, ο οποίος είχε αιχμαλωτιστεί από τους επαναστάστες στην Πρέβεζα. Το σημείο όπου έγινε η μάχη έμεινε γνωστό ως “Νούρκα Σκάλα”.
Λέγεται ότι πήγε με το μέρος του Αλή Πασά, ο οποίος αντιμάχονταν τις Οθωμανικές Δυνάμεις στην Ήπειρο και τοποθετήθηκε φρούραρχος της Άρτας. Ο ίδιος σκοτώθηκε 6 χρόνια αργότερα στο Τρικέρι Μαγνησίας στις 15 Νοεμβρίου 1827. Εκεί 2500 Έλληνες εξόντωσαν το σώμα των 1200 Τουρκαλβανών υπό την ηγεσία του ιδίου. Λέγεται ότι το σώμα αυτό εστάλη από τον Ομέρ Βρυώνη χωρίς όμως κανέναν Τούρκο, διότι έτσι ίσως ήθελαν να εκδικηθούν τον Νούρκα Σερβάνη αφήνοντας τον ακάλυπτο την κρίσιμη στιγμή και με λιγότερες δυνάμεις έναντι των Ελλήνων. Ίσως με το “άδειασμα” αυτό από πλευράς τουρκικής στρατιωτικής διοίκησης πλήρωσε το γεγονός ότι άφησε το Βραχώρι το 1821 και αμέσως μετά πήγε με τον Αλή Πασά, κάτι που οι Τούρκοι δεν το ξέχασαν…Λάφυρα των Ελλήνων πέρα των άλλων ήταν 4 μπαϊράκια και το σπαθί του Νούρκα που προσφέρθηκε σε τοπικό μοναστήρι…..(Πηγή : Η απελευθέρωση του Αγρινίου και η περιπέτεια του Νούρκα Σερβάνη στη Σκάλα Τσικλείστας, Κ. Χειμάρρα, Ιστορικά της Ρούμελης, 1991.