Επιστολή του Γεωργίου Καραϊσκάκη (1780-1827) προς τον έμπορο Θεόδωρο Ξένο, 20 Δεκεμβρίου 1825

Δύο άνθρωποι πολύ διαφορετικοί και μια ηρωική πόλη συναντιούνται σε αυτό το γράμμα. Αποστολέας είναι ο οπλαρχηγός Γεώργιος Καραϊσκάκης, παραλήπτης ο έμπορος Θεόδωρος Ξένος και ο τόπος που τους συνδέει το πολιορκημένο Μεσολόγγι. Στις 10 Δεκεμβρίου 1825, όταν γράφεται το γράμμα, γύρω από την πόλη βρίσκεται ήδη εδώ και εννιά μήνες η στρατιά του Κιουταχή. Σε λίγες μόνο μέρες δίπλα στη σκηνή του Οθωμανού πασά θα στήσει τη δική του και ο Αιγύπτιος Ιμπραήμ, ο επικεφαλής του αιγυπτιακού στρατού που έχει τυλίξει στις φλόγες όλη την Πελοπόννησο. Από τη θάλασσα ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος κάνει τον κλοιό ασφυκτικό. Μπροστά στον τεράστιο κίνδυνο η Ελληνική Κυβέρνηση αντιδρά υποτονικά. Έχει παραλύσει σχεδόν από τις εμφύλιες διαμάχες των πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών της. Σύμφωνα με τις διαταγές της ο Καραϊσκάκης μαζί με άλλους οπλαρχηγούς οργάνωσε στρατόπεδο στη γύρω περιοχή. Είναι ανάγκη να προστατεύσει το κέντρο της Επανάστασης στη Δυτική Ρούμελη που κινδυνεύει να σβήσει. Από το καλοκαίρι που έχει αναλάβει δράση, εμποδίζει με τους άντρες του τον ανεφοδιασμό των δυνάμεων του Κιουταχή και ενοχλεί με επιθέσεις τα οθωμανικά στρατεύματα, καταφέρνοντας να τα αποδυναμώσει υλικά και ηθικά. Τον Οκτώβρη, ο Καραϊσκάκης κατάφερε για λίγο να μπει και μέσα στο Μεσολόγγι. Είδε τους προμαχώνες, που γκρεμίζονται από τους κανονιοβολισμούς και ξαναχτίζονται μέσα σε μια νύχτα από τους ακούραστους Μεσολογγίτες. Είδε τα χαρακώματα, τα λαγούμια που σκάβουν για να ανατινάξουν τους πολιορκητικούς μηχανισμούς του εχθρού. Συνειδητοποίησε έκπληκτος τη μικρή απόσταση που χωρίζει τους πολιορκημένους από τους πολιορκητές και ένιωσε τεράστιο σεβασμό και θαυμασμό για τον ηρωισμό της φρουράς της πόλης. Ανυπομονεί τώρα να δοθεί ένα τέλος στο μαρτύριο της πολιορκίας.

Με το γράμμα του απευθύνεται στον Θεόδωρο Ξένο, έναν εύπορο Πάτμιο έμπορο, μορφωμένο και πολυταξιδευμένο, με επιχειρήσεις σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις. Ο Ξένος έχει μεγάλο κύρος και μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1819. Η Κυβέρνηση του έχει αναθέσει το επικίνδυνο αλλά κρίσιμο έργο του ανεφοδιασμού της αποκλεισμένης πόλης. Κι εκείνος μεταφέρει πολεμοφόδια και σιτηρά διασφαλίζοντας όμως έτσι και τα δικά του εμπορικά οφέλη. Ο Καραϊσκάκης αντίθετα προέρχεται από έναν πολύ διαφορετικό κόσμο. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στις ορεινές και δύσβατες επαρχίες όπου συναντιούνται η Ήπειρος, η Θεσσαλία και η Δυτική Ρούμελη. Εκπαιδεύτηκε στα όπλα μέσα σε ομάδες κλεφτών που διεκδικούσαν τα αρματολίκια της περιοχής αλλά και στον στρατό του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Πέρασε πολλές φορές από την παρανομία των κλεφτών στη νομιμότητα των αρματολών, από το ένα στρατόπεδο στο άλλο, επιδιώκοντας να επιβληθεί ως αρματολός στην περιοχή του. Ανέπτυξε φήμη ικανού πολεμιστή. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση πήρε μέρος στις επιχειρήσεις του Αγώνα, ενώ ταυτόχρονα διαπραγματευόταν με τις οθωμανικές αρχές τη θέση του αρματολού των Αγράφων. Η Ελληνική Κυβέρνηση τον καταδίκασε ως προδότη στην ίδια πόλη που τώρα προστατεύει, το Μεσολόγγι. Ο Καραϊσκάκης δεν ταξίδεψε και δεν γνώρισε τις ευρωπαϊκές ιδέες. Δεν φοίτησε σε σχολείο ούτε διάβασε ποτέ κανένα βιβλίο. Δεν άκουσε τη διδασκαλία των Φιλικών. Η γλώσσα του δεν είναι φροντισμένη από δασκάλους. Είναι σκληρή, προκλητική και απαίδευτη. Η υπεράσπιση όμως του Μεσολογγίου και η συμμετοχή του στον Αγώνα δημιουργεί γι’ αυτόν, όπως και για τους άλλους Έλληνες νέες συνθήκες, νέες πραγματικότητες. Στο γράμμα του μέσα από τις φτωχές λέξεις η αλλαγή είναι φανερή. Ο αρματολός των Αγράφων υπογράφει από το ελληνικό στρατόπεδο ως αρχηγός. Υπακούει στις διαταγές της Κυβέρνησης απέναντι στον «κοινό εχθρό». Είναι «πατριώτης και αδελφός» με τον Δωδεκανήσιο έμπορο και τους πολιορκημένους Μεσολογγίτες. Τους συνδέει κοινή πίστη και κοινοί προγονικοί ήρωες. Και ακολουθεί το παράδειγμα του Λεωνίδα που δεν μπορεί να σημαίνει παρά «Ελευθερία ή Θάνατος». Η ελευθερία η δική του ταυτίζεται πια με την κοινή ελευθερία όλων των Ελλήνων. Αυτό που ζητά τώρα, και είναι πρόθυμος να το πληρώσει ο ίδιος με δικά του έξοδα, είναι ένα κιάλι, ένα δυσεύρετο και πολύτιμο εργαλείο από τη Δύση, για να οργανώσει καλύτερα τις επαναστατικές κινήσεις του.(Πηγή : https://21objectsreveal.benaki.org/)

Ευγενέστατε κύριε Θεόδωρε!

Σε ασπάζομαι αδελφικώς.

Ερωτώ δια την ερίτιμον υγείαν σου και εγώ δε υγιαίνω. Προχθές σας έγραψα πρώτο γράμμα και τώρα δεν λείπω πάλιν να σας γράψω δεύτερον. Ήξευρε ότι ελάβομεν διαταγήν την οποία επιθύμησεν η ψυχή μας δια να υπάγομεν να πιάσομεν πανστρατιά ενάντια εις τον κοινόν εχθρόν μας Κιουταχή. Απόφασή μας είναι ή να πάρομεν ή να δώσομεν με τον εχθρόν διότι περισσότερον πλέον δεν υποφέρεται να τον βαστώμεν έξω του Μεσολογγίου. Τώρα έχομεν να μιμηθώμεν τους παλαιούς προγόνους μας ηρώους ωσάν Λεωνίδαν και λοιπούς και να δείξομεν εκείνην την προγονική μας τιμίν και δύναμιν εις τους απίστους και πολεμούντας μας εχθρούς και ο Θεός ο εφορών τα πάντα να μας βοηθήσει. Το κιάλι όπου πρωτύτερα σου γράφω θέλεις το στείλη εις τον σινιόρ Κοσμέτον Ποτεμιάνον […] του Πεταλά και απ’ εκεί το λαμβάνω.

Διορίζοντάς με και το κόστος του κιαλιού εις ποίον να το αποκριθώ τα γρόσια.

Στείλ’ το καλύτερα το κιάλι εις τον κύριον υποφροντιστή Αθανάσιον […] ο οποίος είναι εις Πεταλάν και αυτός.

Σας ασπάζομαι

Ο πατριώτης και αδελφός Καραϊσκάκης

10 Δεκεμβρίου 1825

εκ του εν Ακαρνανία ελληνικού στρατοπέδου

Γλωσσάρι

ερίτιμος: αρχαία ελληνική λέξη, σύνθετη από το επιτατικό πρόθημα ἐρι-+τιμή, ο μεγάλης αξίας, πολύτιμος, άξιος εκτίμησης και σεβασμού

ο εφορών τα πάντα: αυτός που τα επιβλέπει, που τα εποπτεύει όλα, από το αρχαίο ρήμα   ἐφοράω (ἐπί+ὁράω)

Πεταλάς: Ακατοίκητο νησάκι στις δυτικές ακτές της Αιτωλοακαρνανίας που χρησιμοποιήθηκε από τους επαναστάτες ως βάση για τον ανεφοδιασμό του Μεσολογγίου. Εκεί συγκεντρώνονταν και αποθηκεύονταν τα εφόδια που έπειτα μεταφέρονταν σταδιακά με μικρές βάρκες μέσα από τη λιμνοθάλασσα. Στον Πεταλά κατέφευγαν επίσης τα γυναικόπαιδα και οι ασθενείς για να προστατευθούν προσωρινά σε καιρούς πολιορκίας της πόλης ή με στόχο να μεταφερθούν με πλοία στα γειτονικά νησιά, τον Κάλαμο, το Μεγανήσι, τη Λευκάδα, τη Ζάκυνθο.

Στη φωτογραφία το “Τηλεσκόπιο του Γεωργίου Καραϊσκάκη, Ξύλο, ορείχαλκος, κρύσταλλο, 29,5 εκ.”.

Δημοσιεύθηκε στην Γεώργιος Καραϊσκάκης. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *