Την φωτογραφία την έχουμε αναρτήσει και παλαιότερα, αξίζει όμως να αναφέρουμε και την ιστορία κάποιων ατόμων που εικονίζονται εδώ. Το αγοράκι που κάθεται στο έδαφος, στην πρώτη σειρά, (δεύτερο από αριστερά) είναι ο Μιχαήλ Μάτσας. Οι γονείς του, Λέων και Εσθήρ Μάτσας, κάθονται πίσω του, τρίτοι και τέταρτοι από αριστερά. Η ημερομηνία είναι το 1935.
Ο Μιχαήλ Μάτσας ήταν γιος του Λέοντος (γ.1902) Μάτσα και της Εσθήρ νέε Κοέν (γεν. 1907). Γεννήθηκε το 1930 στα Ιωάννινα, όπου η οικογένειά του ζούσε για περισσότερα από 300 χρόνια, παρασκευάζοντας τυροκομικά και κρασιά. Ο Λεόν όμως έγινε υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Η μητέρα του γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αλβανία. Το 1935 η τράπεζα μετέφερε τον Λεόν στην γειτονική πόλη Άρτα, όπου ο Μιχαήλ φοίτησε σε εβραϊκό δημοτικό σχολείο. Η μικρότερη αδερφή του Νινέττα (τώρα Φέλντμαν) γεννήθηκε το 1938. Τον επόμενο χρόνο η οικογένεια μετακόμισε στην Πρέβεζα και ένα χρόνο αργότερα στο Αγρίνιο. Εκεί, καθώς ο Μιχαήλ ήταν μόνο ένας από τους δύο Εβραίους μαθητές στο νέο του σχολείο, εντάχθηκε στη Φασιστική Εθνική Οργάνωση Νεολαίας (ΕΟΝ) όπως όλοι οι συμμαθητές του παρά το γεγονός ότι ήταν Εβραίος. Στις 28 Οκτωβρίου 1940 ο Μιχαήλ έφτασε στο σχολείο για να ακούσει τον διευθυντή να ανακοινώνει ότι η Ιταλία είχε εισβάλει στην Ελλάδα. Ο πατέρας του Μιχαήλ επιστρατεύτηκε στον ελληνικό στρατό λίγους μήνες αργότερα και η οικογένεια επέστρεψε στα Ιωάννινα για να μείνει με την αδελφή της Εσθήρ και τον σύζυγό της, Ευτυχία και Νισίμ Σαμουήλ. Μετά από μια επιτυχημένη ελληνική αντεπίθεση, η Γερμανία εισέβαλε στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1941. Ο Λέων επέστρεψε στο σπίτι λίγες μέρες αργότερα και η οικογένεια πήγε πίσω στο Αγρίνιο. Παρά τις μεταβαλλόμενες πολιτικές συνθήκες, ο χειμώνας του 1941 πέρασε πολύ ειρηνικά.
Την επόμενη χρονιά, η μητέρα του Μιχαήλ πήγε να κάνει μια πολυήμερη επίσκεψη στα αδέρφια της στα Ιωάννινα και στους γονείς της στην Αλβανία. Πήρε τη Νινέτα αλλά άφησε τον Μιχαήλ στο σπίτι. Ο Μιχαήλ δεν είδε ποτέ ξανά αυτούς τους συγγενείς. Το 1942 οι αρχηγοί εβραϊκών οικογενειών έπρεπε να εγγραφούν στην ιταλική αστυνομία. Τον Απρίλιο του 1943 η οικογένεια Μάτσα έμαθε για τον εκτοπισμό των Εβραίων από τη Θεσσαλονίκη. Μισό χρόνο αργότερα, η Ιταλία παραδόθηκε και τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στο Αγρίνιο τον Σεπτέμβριο του 1943. Δεδομένου ότι ο πατέρας του Μιχαήλ υποψιαζόταν ότι οι συνθήκες θα χειροτέρευαν, ζήτησε άδεια απουσίας από την τράπεζα εάν αυτό καταστεί απαραίτητο. Ο Λεόν έκρυψε επίσης τα θρησκευτικά αντικείμενα και τα βιβλία της οικογένειας στα αρχεία της τράπεζας. (Η οικογένεια τα ανέκτησε με επιτυχία μετά τον πόλεμο).
Στη συνέχεια, αφού έμαθε ότι πολλοί Εβραίοι στην Αθήνα κρύβονταν, ο Λεόν αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμά τους. Η οικογένεια Μάτσα αποφάσισε να καταφύγει σε εδάφη που ελέγχει η παρτιζάνικη ομάδα, ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός Απελαθερωτικός Στράτος). Τους βοήθησε ο Χρήστος Μπόκορος που ήταν και φίλος και αντιστασιακός. Η οικογένεια έφυγε από το Αγρίνιο στις 3 Οκτωβρίου και μόνο δύο μέρες αργότερα δύο Γερμανοί πήγαν στην τράπεζα αναζητώντας τον Λεόν. Η οικογένεια Μάτσα κατέφυγε στο απομακρυσμένο χωριό Ψηλόβραχος σε μια περιοχή που ελέγχονταν από αντάρτες και νοίκιασε ένα μέρος για να μείνει. Ο δήμαρχος του χωριού έλαβε γερμανικά δελτία ταυτότητας για όλους τους κατοίκους του χωριού συμπεριλαμβανομένης της οικογένειας Μάτσα. Ο Λέων μετέτρεψε το όνομά του σε Λεωνίδας και η Εσθήρ σε Ευτυχία. Ο Λέων διατήρησε επαφή με τον τραπεζικό συνάδελφό του Δημήτριο Πιπιρίγγο, ο οποίος τους έστειλε επιπλέον είδη σπιτιού. Επικοινώνησαν και με συγγενείς τους στα Ιωάννινα προτρέποντάς τους να κρυφτούν. Δυστυχώς, η οικογένειά τους, νιώθοντας ένα ψεύτικο αίσθημα ασφάλειας, αποφάσισε να μείνει στα σπίτια τους. Στις 6 Νοεμβρίου η οικογένεια Μάτσα άκουσε ότι μια γερμανική ομάδα προχωρούσε προς το χωριό τους. Κατέφυγαν σε υψηλότερο, πιο απομακρυσμένο έδαφος μαζί με άλλους τρεις Εβραίους μέχρι να περάσει ο κίνδυνος. Όταν επέστρεψαν στο χωριό, ανακάλυψαν ότι πολλά από τα υπάρχοντά τους είχαν λεηλατηθεί. Ξαφνικά έγιναν η πιο φτωχή οικογένεια του χωριού. Χωρίς αρκετές προμήθειες για να αντέξουν τον χειμώνα, υπέφεραν από την πείνα.
Τον Μάρτιο του 1944 η μητέρα του Μιχαήλ πήγε κοντά στο Αγρίνιο για να πάρει φαγητό και επέστρεψε με νέα ότι οι Εβραίοι είχαν συλληφθεί στα Ιωάννινα. Στη συνέχεια, αυτή και ο Μάικλ ταξίδεψαν στη βρετανική αποστολή για να ζητήσουν υποστήριξη για την απελευθέρωση των συγγενών τους, χωρίς να γνωρίζουν ότι ήταν ήδη νεκροί. Οι Βρετανοί δεν έκαναν καμία ενέργεια. Η πείνα τους υποχώρησε με τον καλοκαιρινό τρύγο αλλά υπέφεραν από ελονοσία. Μέχρι που το καλοκαίρι του 1944, οι Σύμμαχοι προέλασαν στα Βαλκάνια. Αφού οι Γερμανοί εγκατέλειψαν την Ελλάδα, η οικογένεια Μάτσα επέστρεψε στην πατρίδα της τον Οκτώβριο του 1944 και ο Λέων επέστρεψε στη θέση του στην τράπεζα. Επέζησε και η οικογένεια της Εσθήρ στην Αλβανία. Οι γονείς της Joseph και Gracia παρέμειναν στο σπίτι τους στο Δέλβινο της Αλβανίας καθ’ όλη τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Ωστόσο, επειδή η Αλβανία τέθηκε αμέσως υπό τον κομμουνιστικό έλεγχο, ο Μιχαήλ δεν μπόρεσε ποτέ να ξαναδεί τους παππούδες του. Το 1956 ο Mιχαήλ ήρθε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να συνεχίσει τις οδοντιατρικές του σπουδές και παρέμεινε στην Αμερική. Ακολούθησε η αδερφή του το 1959 και οι γονείς του μετανάστευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες λίγα χρόνια αργότερα. Περίπου 126 στενοί συγγενείς της οικογένειας Μάτσα έχασαν τη ζωή τους στο Ολοκαύτωμα, συμπεριλαμβανομένων των δύο αδελφών της Εσθήρ και των οικογενειών τους. [Source: Micahel Matsas: The Illusion of Safety: The Story of the Greek Jews During the Second World War; New York: Pella Publishing Co., 1997].
Το κείμενο και η φωτογραφία είναι από το United States Holocaust Memorial Museum, courtesy of Michael Matsas – https://collections.ushmm.org/