Το φθινόπωρο του 1900, ο Ιταλός πολιτικός, κόμης Francesco Guicciardini επέλεξε να κάνει ένα ταξίδι στην Ήπειρο και την Αλβανία, ίσως με σκοπό διερευνητικό για τη μελλοντική δημιουργία μιας μεγάλης Αλβανίας, την οποία η Ιταλία πάντα επιθυμούσε. Στο ταξίδι του αυτό από την Πρέβεζα προς τα Γιάννενα, σταμάτησε και στη Νέα Φιλιππιάδα που εκείνη την εποχή ονομάζονταν «Λούρος».
“……….. Όταν με τη Συνθήκη του Βερολίνου η Άρτα παραχωρήθηκε στην Ελλάδα, οι μουσουλμανικές οικογένειες των παραχωρημένων εδαφών, ακολουθώντας το έθιμο που δεν επιτρέπει στους πιστούς να ζήσουν σε χριστιανικό έδαφος και που αργότερα παρατηρήθηκε στη Βοσνία και στην Κρήτη, ακολούθησαν τα οθωμανικά στρατεύματα και εγκαταστάθηκαν στη Φιλιππιάδα, όπου ο Σουλτάνος τους είχε διαθέσει με μεγάλη έκταση με σκοπό τη δημιουργία μιας νέας πόλης. Η πόλη δημιουργήθηκε με πλατεία, με κανονικές οδούς, πλαισιωμένες από μικρά σπίτια με ωραία όψη, με άνετα εμπορικά καταστήματα στην κύρια οδό, με ένα όμορφο κυβερνητικό κτίριο, ως κατοικία του καϊμακάμη, άλλα δημόσια κτίρια και ένα τζαμί με άσπρο, λεπτό μιναρέ. Αλλά δυστυχώς η ακμή της ήταν μικρής διάρκειας. Όπως η Καμαρίνα, και το τσιφλίκι του Λούρου, έτσι και η καινούργια πόλη έπρεπε να πληρώσει το τίμημά της στη μανία του πρόσφατου πολέμου (του 1897). Τα αλβανικά τάγματα υποχωρώντας προς το οροπέδιο, λεηλάτησαν και έκαψαν τα εμπορικά καταστήματα, έτσι ώστε να μην πέσουν στα χέρια των Ελλήνων. Οι Έλληνες λίγες μέρες μετά λεηλάτησαν και έκαψαν τα σπίτια των Αλβανών. Η οικία του Foad Bey στην είσοδο της πόλης, αποτελεί επώδυνη μαρτυρία του βίαιου χαρακτήρα ενός πολέμου που οφείλονταν σε θρησκευτικό και φυλετικό μίσος.
Η πόλη τώρα ξαναδημιουργείται, έστω και αργά. Έχει πληθυσμό πάνω από 1000 κατοίκους, σχεδόν όλους Μουσουλμάνους. Έχει μια φρουρά πεζικού και αποτελεί έδρα ενός καϊμακάμη. Έχει εμπορική σημασία γιατί είναι περιοχή στάσης για τους οδοιπόρους και τα εμπορεύματα που ταξιδεύουν από τη θάλασσα προς τα Ιωάννινα και γεωπολιτική σημασία γιατί είναι πόλη συνοριακή. Η ύπαιθρος που την περιβάλλει – μια ωραία πεδιάδα, την οποία διασχίζει ο Λούρος, πλουσιότατος σε νερό και μια ροή σχεδόν συνεχή – είναι όλη αρδευόμενη και πρασινισμένη από τις πλούσιες καλλιέργειες καλαμποκιού και καπνού. Αλλά οι χωρικοί είναι φτωχοί και αναγκασμένοι να ζουν στη φτώχεια και τις στερήσεις, όπως αποδεικνύουν και οι φτωχές καλύβες κοντά στην πόλη. Σημειώνοντας την αντίθεση ανάμεσα στον πλούτο της υπαίθρου και στη φτώχεια των εργατών, έκανα την παρατήρηση στον καιμακάμη και αυτός – με μια αναφώνηση που άξιζε μια μακρά εξήγηση – μου είπε : “Αγαπητέ κύριε, εδώ περιβαλλόμαστε όλοι από τσιφλίκια!”……” (Πηγή κειμένου & Φωτογραφίας : Ο ΙΤΑΛΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ FRANCESCO GUICCIARDINI ΣΤΗΝ ΠΡΕΒΕΖΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΓΥΡΩ ΠΕΡΙΟΧΗ, Ν. Καράμπελας, https://www.academia.edu/)