Η γλυπτική του 19ου αιώνα στο Δημοτικό Κοιμητήριο Άρτης

Η εξέλιξη της κοιμητηριακής γλυπτικής είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία νεκροταφείων έξω από τις πόλεις. Πιο παλιά έθαβαν τους νεκρούς μέσα ή έξω από τους ναούς και ειδικά στον αυλόγυρό τους. Στη Δύση αυτό απαγορεύτηκε το 1804, ενώ στην Ελλάδα το σχετικό διάταγμα δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το 1834. Η αποδέσμευση αυτή άνοιξε νέες δυνατότητες στη γλυπτική. Δημιουργήθηκε μια καινούργια εικονογραφία με χαρακτήρα περισσότερο κοσμικό, ενώ η μορφή και η σύνθεση συχνά κινήθηκαν προς την κατεύθυνση τύπων που που άλλοτε δεν είχαν θέση μέσα στον περιβάλλον του ναού. Το κοιμητήριο έδωσε την ελευθερία τόσο σε αυτούς που παράγγελναν τον τάφο, όσο και στους κατασκευαστές, να ζητήσουν οι πρώτοι και να κάνουν οι δεύτεροι έργα που οι εκκλησιαστικοί αλλά και οι καλλιτεχνικοί κανόνες έσπαζαν, αφού δεν έφτανε κανενός είδους κριτική μέχρι εδώ. Η εκκλησία δεν φάνηκε διατεθειμένη να επέμβει στο σχήμα των τάφων, όπως έκανε με την αρχιτεκτονική και την διακόσμηση των ναών, κι έτσι η μορφή τους έμεινε αποκλειστικά στη δικαιοδοσία των λαικών. Από την άλλη, ούτε η καλλιτεχνική κριτική ενδιαφέρθηκε για τέτοιου είδους έργα.

Από την άποψη αυτή, η γλυπτική των νεκροταφείων είναι η άμεση έκφραση του αστικού αισθητικού ύφους. Προβληματισμοί που αφορούν το υλικό, το θέμα ή την τεχνοτροπία, παραμερίζονται μπροστά στη θέληση και την αισθητική της οικογένειας που πληρώνει. Είναι μια μορφή λαικής τέχνης που εκφράζει την αστική τάξη και ζει ανεξάρτητα από τα αισθητικά κριτήρια της πολιτιστικής ελίτ. Δεν έχει καν την πρόθεση αισθητικού γεγονότος, αλλ’ αντίθετα εξυπηρετεί κάποιο σκοπό, έχει λειτουργικότητα όπως τα περισσότερα αντικείμενα λαικής τέχνης. Το κίνητρο για τη δημιουργία γλυπτικής πάνω στους τάφους δεν είναι μόνο προσωπικό αλλά υπαγορεύεται ως ένα σημείο από συλλογική παρόρμηση.

Είναι χαρακτηριστικό ότι όσο προχωρούν τα χρόνια στον 19ο αιώνα όλο και περισσότερα μνημεία παραγγέλνονται σε εγαστήρια, όπου ανώνυμοι συνήθως τεχνίτες είναι εκείνοι που κάνουν το έργο κι όχι καλλιτέχνες με ιδέες και προσωπική γραφή. Παρόλο που μπροστά σε λίγα μόνο έργα έχει κανείς την αίσθηση ότι ο καλλιτέχνης ξεκίνησε επιδιώκοντας να κάνει έργο τέχνης, συναντάμε εν τούτοις πολλά αξιόλογα δείγματα γλυπτικής.

Ο Ηλίας Μυκονιάτης, Ιστορικός τέχνης στο Α.Π.Θ. διακρίνει τρεις κατηγορίες ταφικών μνημείων : Μνημεία με απεικονίσεις του θανάτου, Μνημεία στην ανθρώπινη επιτυχία και Μνημεία με την εικόνα του νεκρού.

Το κοιμητήριο της πόλης της Άρτης άρχισε να χρησιμοποιείται από το 1894, όταν ετάφησαν οι πρώτοι νεκροί : ο ποιητής Κώστας Κρυστάλλης και ο Γυμνασιάρχης Αναστασιάδης, του οποίου ο τάφος δεν υπάρχει σήμερα γιατί προφανώς δόθηκε για ταφή άλλου νεκρού. Ο τάφος του ποιητή  ήταν ένας απλός τάφος με πέτρες  και μια επιτύμβια στήλη….

Στη φωτογραφία στιγμιότυπο από τον τάφο του Κώστα Κρυστάλλη στις 11 Ιουλίου 1926 στην Άρτα, όταν τον επισκέφτηκαν νέοι της πόλης. Στο πίσω μέρος της φωτογραφίας διαβάζουμε:
“Ανάμνησις φωτογραφίας επί του τάφου του ποιητού μας Κώστα Κρυστάλλη από την διάλεξιν την γενομένην υπέρ της προτομής του. Εν Άρτη τη 11η Ιουλίου 1926, Ειρηνούλα Κ. Παπούλια, μαθήτρια Δ’ Γυμνασίου”. (Η φωτογραφία είναι από το αρχείο της Χρυσηίδας Σούλη, όπως δημοσιεύτηκε πριν απο χρόνια στην εφημερίδα Ηπειρωτικός Αγών). 

Αγάλματα πολλά δεν υπάρχουν στο κοιμητήριο της πόλης και οι λόγοι είναι κυρίως οικονομικοί. Εκείνο που κυρίως αντιπροσωπεύται πιο συχνά είναι προτομές και ανάγλυφα.

Η απαίτηση για ομοιότητα προς το νεκρό έφερνε τους καλλιτέχνες όλο και πιο κοντά σε ρεαλιστικές προσπάθειες. Ο καλλιτέχνης προσπαθούσε μα κάθε τρόπο να αποδώσει τα κύρια χαρακτηριστικά του νεκρού και να παραλειφθούν τα δευτερεύοντα και τυχαία. Έτσι η ανάγλυφη στήλη στον τάφο της Μαρίκας Ε. Χέλμη μας θυμίζει το πρόσωπο της νεκρής που έφυγε από τη ζωή στις 28 Σεπτεμβρίου 1895. Όλα αυτά τα στοιχεία υπάρχουν στη βάση της στήλης όπου εκεί επαινείται το όνομα της νεκρής από έναν άγνωστο καλλιτέχνη.

Το ίδιο συμβάνει με τον καλλιτέχνη στον τάφο της Ελένης Παπαδημητρίου που πέθανε στις 14 Μαίου 1898, που μας είναι παντελώς άγνωστος, κι εδώ επαινείται το γλυπτό της νεκρής αλλά τιμάται απλά με ένα ανάγλυφο κομψοτέχνημα που υπάρχει πάνω στο σταυρό στην άκρη του τάφου……(Συνεχίζεται)

[Πηγές κειμένου : 1. Μυκονιάτης, Η. Η Ελληνική Κοιμητηριακή Γλυπτική Του 19ου Αιώνα Στο Αρχαιολογία, (36), 1990, σ. 42-53, 2. Άρθρο του Γιάννη Έξαρχου με τίτλο Η Γλυπτική του 19ου αιώνα στο Δημοτικό Κοιμητήριο Άρτης, στην εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ, 1995)

Δημοσιεύθηκε στην Οι Εκκλησίες. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *