“Σχολικό Έτος 1916 – 1917, Ελληνική Σχολή στη Δερπέντσκαγια, πολίχνη στην κοιλάδα Κουμπάν, στο Β. Καύκασο σε ίση περίπου απόσταση από το Κατεριντάρ – σημερινό Κρασνοντάρ – και το λιμάνι Νοβοροσίσκ. Οι ανθοφόροι, με γεωμετρική πειθαρχεία κλάδοι, που πλαισιώνουν την κεντημένη ευαρέσκεια των μαθητών της Ελληνικής Σχολής προς τον ελληνοδιδάσκαλο Ιωάννη Ππαπαδόπουλο, αυτονομούν αισθητικά, την προφορική αναγνώριση……… Το κάδρο με το ανθοφόρο μήνυμα κοσμούσε πάντοτε – και κοσμεί – τον τοίχο του σπιτιού μας, εκπέμποντας διαφορετικά, κατά περίσταση μηνύματα.
Το επόμενο σχολικό έτος 1917 – 1918, δεν ήρθε, ή μάλλον ήρθε, αλλά δεν τέλειωσε ποτέ. Η μητέρα μου, η Κερεκή, πήγε μόνο 40 μέρες σχολείο. Στη Δερπέντσκαγια πρόλαβε και έμαθε τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου. Αργότερα, μετά την εγκατάσταση της προσφυγικής οικογένειας στην Άρτα, έμαθε “από μόνη της” να διαβάζει και να γράφει με φωνητική γραφή. Ήταν τα εφόδια με τα οποία υπερασπίστηκε διά βίου τα “γράμματα που δεν πρόλαβε να μάθει” και τα “κειμήλια του πατέρα της”, όπως έλεγε που ήταν : εκτός από το τιμητικό κάδρο, ο Συνέκδημος του Ορθόδοξου Χριστιανού με αρκετές χειρόγραφες σελίδες από τον αγκιστρωμένο γερά στην χριστιανική ορθοδοξία, παππού μου, κι ένα λεξικό της γαλλικής. Τα άλλα βιβλία , τα έκαψαν για προσάναμμα στην Κατοχή……” (Πηγή : Ν’ ΑΚΟΥΓΑ ΤΗΝ ΛΑΛΙΑΝ ΤΟΥΣ, Ε. Ντάτση, Αθήνα, 2024)