Η ιστορία του Κώστα Μπάρτζα από το Γοργόμυλο (α’ μέρος)

“Γεννήθηκε το 1886 στο Γοργόμυλο. Σε ηλικία 12 χρόνων στρατολογήθηκε από τους Τούρκους σαν Γενίτσαρος στο Βαθύ Γοργομήλου και στάλθηκε για εκπαίδευση στη σχολή χωροφυλακής στην Κωσταντινούπολη. Το 1908 γύρισε στα Γιάννενα σαν χωροφύλακας. Το 1910 προβιβάστηκε σε υπενωμοτάρχη (αμπάς) και μετατέθηκε στο Κάστρο Βιλαέτ της περιοχής Μοναστηρίου, όπου και ανέλαβε τα καθήκοντα του αποσπασματάρχη. Στις αρχές του 1911 πήρε κι ένα βαθμό ακόμα, του επωνοματάρχη (τσαούς), μετά την επιτυχία εξόντωσης ενός ληστή, του περιβόητου Τσέκα. Από τις 18 Σεπτεμβρίου 1912, βρέθηκε αδειούχος στο Γοργόμυλο. Στις 6 Οκτωβρίου του  1912 η Ελλάδα και μαζί μ’ αυτή όλα τα χριστιανικά κράτη της Βαλκανικής κήρυξαν τον απελευθερωτικό αγώνα ενάντια στην Τουρκία που μας πάταγε στο λαιμό 482 χρόνια.

Από την αρχή των επιχειρήσεων, η οροσειρά του Ξεροβουνίου που ήταν και ο πρώτος στρατηγικός στόχος της Στρατιάς Ηπείρου, αναστατώθηκε από τις ομοβροντίες των κανονιών και τις γρήγορες και ανάκατες μετακινήσεις των Τουρκικών στρατευμάτων. Χαρά και φόβος μαζί κατέλαβε τον άμαχο πληθυσμό του Γοργόμυλου και των γύρω χωριών που ανηφόριζαν στις δυτικές πλαγιές και χαράδρες του Ξεροβουνίου για να σωθούν από τη σφαγή, πολλοί από τους οποίους έφτασαν στη Ροδαυγή και τα Πιστιανά, ενώ το μεγαλύτερο μέρος σε γυναικόπαιδα, ανήμπορο , αναποφάσιστο κι αλαφιασμένο παλινδρομούσε από τους Αγ. Αποστόλους μέχρι τον Αι – Δημήτρη.

Όταν ο στρατός μας κατέλαβε το Γρίμποβο και στις 9 Οκτωβρίου στη στενωπό του Αμμότοπου, τμήμα Ευζώνων ανέβηκε στο Γκογκόμυλο, υψόμ. 1.474 μ. από τις ανατολικές πλαγιές του Ξεροβουνίου, όπου και συνάντησαν μικρές τουρκικές αντιστάσεις τις οποίες και ξεκαθάρισαν……………….

Στις 12 Οκτωβρίου ο στρατός μπήκε νικηφόρος στη Φιλιππιάδα και οι Τούρκοι άρχισαν να υποχωρούν ακολουθώντας τους δρόμους Φιλιππιάδα – Κλεισούρα και Αμμότοπο – Πέντε Πηγάδια, ενώ άλλοι άρχισαν να ροβολάν τον κατήφορο στις δυτικές πλαγιές του Ξεροβουνίου και άλλοι, ανεβαίνοντας από το Καστρί παρέσυραν και πίεσαν τους άμοιρους Γοργομυλιώτες και περιχωρίτες από τον Αι -Γιώργη μέχρι τον Αι – Δημήτρη. Η δοκιμασία αυτή κορυφώθηκε όταν οι Τούρκοι  που έφτασαν στον Αι – Γιώργη κατηφορίζοντας από τον Γκογκόμυλο  νικημένοι και οργισμένοι κινήθηκαν απειλητικά και με εγκληματικές διαθέσεις κατά των άοπλων και αδύναμων χωρικών.

Μια γυναίκα που ήταν τότε 11 χρόνων θυμάται καλά όλη αυτή την τραγική σκηνή κι ακόμα της έμειναν σαν βαθιά μαύρη ανάμνηση τα παρακάτω:

Ένας τούρκος λόγχισε στο λαιμό το Γιώργο Βάσιο με αποτέλεσμα το αίμα του να πηδήσει ψηλά και τρικλίζοντας να πέσει στο χώμα ζητώντας βοήθεια. Την ίδια στιγμή έφτασε κυνηγημένος ο Γιαννάκης Παπατσίμπας στο σπίτι του Βασίλη Παπατσίμπα, όπου τον έκρυψαν μέσα σε μια κασέλα και πάνω σ’ αυτή έβαλαν άλλα δυο παιδάκια για να καλύψουν έτσι τον τρομοκρατημένο και από τους λίγους εναπομείναντες άντρες δεκάχρονο Γιαννάκη….Θυμάται ακόμα που ο Τούρκος λόγχισε ελαφρά στην κοιλιά την έγκυο γυναίκα του Βασίλη Παπατσίμπα, Βασιλική ενώ δίπλα της στέκονταν η  γυναίκα του Μάρκου Παπατσίμπα (μάνα της) και η γυναίκα του Λάμπρη Παπατσίμπα που ήταν κι αυτές έγκυοι. Τα παραπάνω κυοφορούμενα τότε παιδιά  που σώθηκαν γιατί η τουρκική λόγχη δεν τα ξεγέννησε πρόωρα και πεθαμένα είναι οι σημερινοί Κώστας Βασίλης, Γιάννης Μάρκος και Μήτρο Λάμπρης και οι τρεις το γένος Παπατσίμπα.

Ο Κώστας Μπάρτζος, που πριν πέντε μέρες μαζί με τον αδερφό του Δημήτρη και άλλους Γοργομυλιώτες απελευθέρωσαν τον παγιδευμένο λόγω σύγχυσης, ουλαμό του Ανθ/γου Καραϊσκάκη στο Χάβο, αποφασισμένος να σώσει το χωριό πάση θυσία, στήθηκε ολόρθος πάνω στο Μπαρτζέικο μαντρότοιχο, φορώντας τη στολή του Τσαούς και με αυταπάρνηση λογομάχησε έντονα στην τούρκικη γλώσσα με τον τούρκο Διοικητή που ήταν έτοιμος να δώσει τη διαταγή της σφαγής. Η λογομαχία με ζωηρές χειρονομίες και από τις δύο πλευρές κράτησε τόσο που έφτανε να λυγίσει ο τούρκος Διοικητής και να μουδιάσουν τα πόδια των χωρικών ενώ παρέκει οι Τούρκοι στρατιώτες και οι Αλβανοί αντάρτες λαφυραγωγούσαν τα φτωχά σπιτάκια κι έβαζαν φωτιά  στις καλύβες και στο υπόγειο του τσέλιγκα Γιώργου Παπατσίμπα, που ήταν γεμάτο μανούρια καλοκαιρινά, ενώ παρακάτω μέσα στον περίβολο του Αι- Δημήτρη έσφαξαν όλα τα ζωντανάπου βρήκαν για να ξεδιψάσουν από αίμα και να παίξουν με τα γκεμισοκούδουνα.

Ο διάλογος συνεχίστηκε κι ο Κώστας Μπάρτζας ανορθώνοντας  το κορμί του κατόρθωσε να πείσει τον τούρκο Διοικητή να τραβηχτεί μακριά από ένα τέτοια έγκλημα , σαν αυτό που μόλις προ τριημέρου έκανε στον Αμμότοπο (εννοεί τη σφαγή των 29 παλληκαριών στη θέση Βελανιδιά στις 10 Οκτωβρίου 1912)….Τέτοια ήταν οι χαρά των Παπατσιμπαίων που έταξαν για δώρο ένα αρνί στον Κ. Μπάρτζα και την άλλη μέρα όλοι μαζί έκαναν τον κατήφορο για τον κάμπο εγκαταλείποντας τα πάντα. Στο πέρασμά τους από τη Βελανιδιά αντάμωσαν τσολιάδες που τους έδωσαν κουράγιο ενώ προχωρούσαν για το Χάνι του Παλιοκαρβασαρά……..” (Πηγή : Άρθρο του Ανδρέα Καρζή με τίτλο ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΑΡΤΖΑΣ – ΟΠΛΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ Β. ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ, στο περιοδικό Ηπειρωτική Εταιρεία, τχ. 247, 1997)

Στη φωτογραφία “Ανίχνευσις” από περιοδικό της εποχής…..

Δημοσιεύθηκε στην Η Άρτα στους Βαλκανικούς Πολέμους. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *