Η Κυπριακή φοιτητική ομάδα φτάνει στην Άρτα τον Οκτώβριο του 1912

Ο Γιάγκος Τορναρίτης, φοιτητής της Φιλοσοφικής Σχολής (αργότερα νομικός και βυζαντινολόγος) πρωτοστάτησε στην κατάταξη της «κυπριακής φοιτητικής ομάδας» στον ελληνικό στρατό. Ένα εκτενές κείμενο του Τορναρίτη με τίτλο «Πολεμικαί αναμνήσεις από την εκστρατείαν της Ηπείρου», περιγράφει με έντονη λυρική διάθεση τις εμπειρίες και τα συναισθήματα του Κύπριου φιλολόγου από τη συμμετοχή του στις μάχες του 1912 στην περιοχή της Ηπείρου όπου και τραυματίστηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1912. Το απόσπασμα που ακολουθεί αναφέρεται στην άφιξη του φοιτητικού λόχου στην Άρτα τον Οκτώβριο του 1912 :

“…….. Την 24ην Οκτωβρίου τα «υγρά κέλευθα» του Κορινθιακού και του Ιονίου υπεχώρουν εις το πολυτάραχον πάλαιμα των βαποριών, τα οποία μετέφερον τον ιδικόν μας φοιτητικόν λόχον, όπου και η μικρά εκ Κυπρίων ομάς και τον ιερόν Λόχον των Αμερικανών εις την εύανδρον γην της Ηπείρου………..Την πρωίαν της 25ης Οκτωβρίου αντικρύζαμεν από του λιμένος την χθες ακόμη τουρκοκρατουμένην Πρέβεζαν με τον πρασινίζοντα ελαιώνα, τα χαλασμένα φρούρια και τα ερειπωμένα τείχη…………Καθ’ όλην την ημέραν και την νύκτα της 25ης Οκτωβρίου κατόπιν αρνήσεως του φρουράρχου Πρεβέζης, όπως επιτρέψη απόβασιν, εμέναμεν εις τον λιμένα, οπότε ο αρχηγός του εν Ηπείρω στρατού διεβίβασε διαταγήν να φθάσωμεν διά Κοπραίνης εις Άρταν. Περί τα εξημερώματα της 26ης εισηρχόμεθα εις τον ωραίον κόλπον του Αμβρακικού……Κατόπιν τεσσάρων και πλέον ωρών πλου εφθάσαμεν εις την Κόπραιναν, το επίνειον της Άρτας, εκεί όπου ο Άραχθος χύνει τα θολωμένα πλέον νερά του. Την απόβασίν μας επηκολούθησε ραγδαιοτάτη βροχή, εν τω μέσω της οποίας μετά κάποιαν ανάπαυλαν εξεκινήσαμεν διά την Άρταν. Ήτο η τρίτη μεταμεσημβρινή.

Ο γυλιός με τα διάφορα αυτού εξαρτήματα – κουβέρτα, αντίσκηνον, μανδύας, καραβάνα και τα εσώρουχα ως το εσωτερικόν του γυλιού παραγέμισμα – η σιτιοδόχη με την κουραμάναν και οτιδήποτε άλλο τρόφιμον, το παγούρι με το νερό, οι παλάσκες με τα φυσίγγια, το μάνλιχερ τέλος, είναι φορτίον  όχι ολιγώτερον των 25 περίπου οκάδων. Μετά δίωρον περίπου πορείαν ευρέθημεν προ αδιεξόδου. Ο Άραχθος πλημμυρήσας εθαλάσσωσε τα γύρω και επεξέτεινεν την κοίτην και επί του μικρού δρομίσκου ο οποίος άγει από Κοπραίνης εις Άρταν…. Βυθισμένοι μέχρι των μέσων των μηρών εσχίζαμεν τα πλημμυρισμένα νερά του ποταμού, διότι θα ήτο αστείον, εάν εσταματούσαμεν προ κωλύματος τόσον ….ρευστού και ευκινήτου…..Τέσσερις περίπου ώρες εξηκολούθησεν η πεζοπορική μας ποταμοπλοία. Την δεκάτην νυκτερινήν εισηρχόμεθα μετά επτάωρον περίπου  πορείαν εις την Άρταν, όπου ευρίσκετο το αρχηγείον της ηπειρωτικής στρατιάς, εις την πόλιν, η οποία σώζει το σημαντικώτερον εν Ελλάδι αρχιτεκτονικόν έργον του Μεσαίωνος και του ελληνικού Δεσποτάτου της Ηπείρου, τον περίφημον ναόν της Παρηγορητίσσης, παίζοντες παρά τας όχθας του Αράχθου, τα σύνορα του οποίου διετάχθημεν να μεταφέρωμεν δυτικώτερον και βορειότερον……(Πηγή ; ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, Π. Πολύβιος, Ηπειρωτική Εταιρεία, τχ.305, 2007)

“Σταθμός της Τουρκικής Χωροφυλακής στον Αμβρακικό κόλπο”. (Photograph by Aldo Molinari, from L’Illustrazione Italiana, Year XXXIX, No 21, May 26, 1912, Getty images)

Δημοσιεύθηκε στην Η Άρτα στους Βαλκανικούς Πολέμους. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *