Παιδικό ένδυμα θεωρείται αυτό που φέρουν τα παιδιά από τη στιγμή που αρχίζουν να περπατούν και αποχωρίζονται τις «φασκιές» τους. Αξιοπρόσεκτο στο παιδικό ένδυμα είναι ότι είναι το ίδιο για τα αγόρια και τα κορίτσια μέχρι την ηλικία των πέντε περίπου ετών.
Η παιδική ενδυμασία αποτελείται από μια μάλλινη φανέλα, ένα μακρυμάνικο φουστάνι από ύφασμα ή πλεχτό και χρωματιστά τσουρέπια ή σοσόνια. Πάνω από το φουστάνι τις μέρες που η θερμοκρασία είναι χαμηλή φέρουν μια πλεχτή ζακέτα ή άλλη λύση είναι μια πλεχτή μπλούζα ή καζάκα κάτω ή πάνω από το φουστάνι. Όλα τα παιδικά ενδύματα κατασκευάζονται από τη μητέρα κάθε παιδιού.
Αυτός ο τρόπος ένδυσης των παιδιών παρουσιάζεται σε όλη τη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Τη δεκαετία του ’50, μέχρι και το 1960, με εξαίρεση τα παιδιά τα οποία ασχολούνται με την κτηνοτροφία ακολουθώντας τους γονείς τους, τα υπόλοιπα ενδύονται με έτοιμα ενδύματα τα οποία προμηθεύονται από τα καταστήματα της πόλης.
«Ναι φουστανάκια. Μέχρι τι ηλικία ούτι κι ιγώ δεν ξέρου. Φόραγαν μέχρι πέντι ητών. Μη υφάσματα. Ριτσίνα, το ‘ληγαν. Του αγόραζαν ιδώ απού του εμπόριο» (Μαρτυρία Δ. Μασαλάς))
«Το αγόρι φορούσε φανέλα και αυτό υποχρεωτικά και πουλόβερ από πάνω. Μέσα από το φουστάνι, μπορεί να είχε πουλόβερ αυτό με το V χωρίς μανίκια μπορεί να είχε με μανίκια όπως είναι η φανέλα που φοράω και να το φοράει πάνω από το φουστάνι . Μακριά μανίκια είχε το φουστάνι. Αυτά μέχρι το ‘55 για τα παιδιά τα μικρά από εκεί και ύστερα άρχισε η εξέλιξη. Όσα ασχολούνταν με κτηνοτροφία και μετακινούμενη κτηνοτροφία φορούσαν τα ίδια που φορούσε και ο πατέρας. Τα άλλα τα παιδιά ζακετούλες……»(Μαρτυρία Ι. Δημητρούλας)
«Το φουστάνι το δικό σου που χάλαγε το έφτιαχνες φούστα στην κοπέλα, του παιδιού του έβαζαν και αυτού φούστες δε κοιτούσαν να έχει παντελόνι δεν είχαν, φορεματάκια πλεχτά. Με μανίκι γιατί κρύωναν τα παιδιά τον χειμώνα. Βέβαια αλλά από τα παλιά υφάσματα, το φόρεμα της μάνας που χαλούσε το έφτιαχνε φανελάκι, βρακάκι. Μικρά σοσόνια τα λέγαμε κοντά κάτω το καλοκαίρι και το χειμώνα ήταν μέχρι πάνω. Άσπρα, από την μπλούζα έμενε πλεχτό ας ήταν και κίτρινο και μωβ ότι χρώμα να ήταν και στα αγόρια και στα κορίτσια» (Μαρτυρία Μ. Ράπτη)
Μετά την ηλικία των έξι ετών το παιδικό ένδυμα διαχωρίζεται. Υπάρχει το ένδυμα που απευθύνεται στα αγόρια και το ένδυμα που απευθύνεται στα κορίτσια. Τα αγόρια σταματούν να ενδύονται με τα φουστανάκια και τη θέση τους παίρνουν κοντά υφασμάτινα παντελόνια με τιράντες. Η ενδυμασία των αγοριών συμπληρώνεται από φανέλες, βρακιά, μπλούζες, ζακέτες και τσουρέπια. Όλα τα ενδύματα με εξαίρεση το παντελόνι και το βρακί είναι πλεχτά… «Αγόρια κι κουρίτσια φουστάνι. Ε, όσο να πάνει πέντε χρόνια, να πάνει στου σχολειό. Κουντά τς γάζουναν κανένα παντηλουνάκι. Τα ξικήναγαν για το σχολειό. Ό,τ’ να ‘νει παντηλουνάκια τς τα ‘ραβαν κι πάηναν στου σχολειό. Τσουρέπια πλεχτά. Βέβαια τσουρέπια. Κι κανένα λαστιχένιο παπούτσ’ κι πέρα η δλειά. Μπότεις χειμουνιάτκεις» (Μαρτυρία Ουρανίας Ράπτη)
«Τα αγόρια φορούσαν το παντελόνι. Ρετσίνα παντελόνι. Ύφασμα σκληρό, ριγωτό μαύρο με ριγούλες άσπρες και εδώ απάνω το έφτιαχναν κορμάκι χωρίς μανίκια. Το ‘ντυνε, ήταν ραμμένο ολόσωμο. Το ‘ντυνες από κάτω πρώτα, έβανες το κεφάλι μέσα, το ήταν λυτό, δεν είχε κουμπιά από πίσω, είχε κουμπιά στο πλευρό. Από μέσα έβαζαν φανέλες, πουκάμισα. Από κάτω τσουρέπια μαύρα. Όποιος είχε έφτιαχνε παπούτσια άλλοι ξυπόλητοι. Ζακέτες» (Μαρτυρία Αλεξάνδρας Μπενέκου)
(Πηγή : Η ΥΦΑΝΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΧΟΥΛΙΑΡΑΔΕΣ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ, Μεταπτυχιακή Εργασία της Μαρίας Χ. Ράπτη, Ιωάννινα, 2007)
Στη φωτογραφία δυο αδελφάκια στις αρχές του 1930. Πρόκειται για τον Παναγιώτη Ν. Μπαλάσκα και την Αντιγόνη Ν. Μπαλάσκα – Καρρά, που ποζάρουν στον πλανόδιο φωτογράφο, στον τοίχο του σπιτιού τους στους Μελισσουργούς. (Φωτο από αρχείο Αναστασίας Καρρά)