ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ’41 ΣΤΗ ΧΩΣΕΨΗ

———————-
“Το 1941, το καλοκαίρι, αρρωσταίνω από ελονοσία. Φάρμακα δεν υπήρχαν, φαγητό δεν είχαμε. Ήμασταν μεγάλη οικογένεια και δεν μας έφτανε ούτε το στάρι, ούτε το καλαμπόκι που είχαμε μαζέψει. Δανείζονταν η μάνα μου κι ο πατέρας μου από άλλους που είχαν 3-4 οκάδες και το φτιάχναμε κουρκούτι.
Απ’ το σπίτι μας βλέπαμε το στρατό που έφευγε πεζοπορία με κατεύθυνση προς τη Θεσσαλία, μέσω Βουργαρελίου. Μια μέρα μπήκε ένας φαντάρος στο σπίτι και ζήτησε να πιεί νερό. Εμένα με χόρευε ο πυρετός. Μου ρίξανε δυο κουβέρτες μάλλινες – τσόλια – και ο πατέρας μου κάθισε πάνω μου γιατί με πέταγε ο πυρετός ψηλά σαν να είχα ελατήριο! Με βλέπει ο φαντάρος και λέει σιγανά :
-Βρε το παιδί θα πεθάνει! Δεν είναι κανένας γιατρός εδώ κοντά;
-Μπα, που να βρεις γιατρό τώρα , λέει ο πατέρας μου, και τον ρωτάει
-Από που είσαι;
-Απ’ τη Θεσσαλονίκη.
-Τί δουλειά έκανες πριν το στρατό;
-Κουρέας.
-Κι εγώ, λέει ο πατέρας μου, κάνω αυτή τη δουλειά. Ξυλουργός είμαι αλλά κουρεύω κιόλας και ξυρίζω.
Τοτε ο φαντάρος βγάζει τη ζωστήρα τη στρατιωτική που φορούσε και του λέει :
-Πάρτην αυτή να τη φτιάξεις, να τροχίζεις το ξυράφι σου.
-Κάτσε παιδί μου απόψε εδώ να ξεκουραστείς, να φας και κάτι και φεύγεις αύριο του λέει ο πατέρας μου.
-Πού να κάτσω, έχεις το παιδί άρρωστο!
-Έλα κάτσε, χωράς κι εσύ…
Και φωνάζει τη μάνα μου να σφάξει την κότα «να φάει ο φαντάρος και να πιεί και λίγο ζωμό το παιδί που είναι άρρωστο».
Έμεινε ο φαντάρος, έφαγε, κοιμήθηκε και του κράτησε κι ένα κομμάτι κότα η μάνα μου να το πάρει μαζί του. Το πρωί που σηκώθηκε μας ευχαρίστησε και πριν μας αποχαιρετήσει με πλησιάζει κοντά-κοντά και βγάζει μέσα από την χλαίνη ένα περίστροφο ιταλικό, με δυο ταινίες, από δέκα σφαίρες η κάθε μια και μου λέει :
-Αυτό να το πάρεις και να το κρύψεις, μπορεί να σου χρειαστεί στην πoρεία. Εσύ θα γίνεις καλά και θα κάνεις δουλειά καλή.
Το άκουσε ο πατέρας μου και ανησύχησε
-Τί του δίνεις βρε φαντάρε πιστόλι του παιδιού, τί να το κάνει αυτός;
-Σου ζητώ χάρη μπάρμπα, να το φυλάξεις κι όταν γίνει καλά το παιδί να του το δώσεις……………
(Πηγή : ΟΣΑ ΕΠΕΖΗΣΑΝ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ, Χ. Νταβαντζής, Αθήνα, 2016)

Στη φωτογραφία “Στα βουνά πριν τα Γιάννενα επιστροφή των νικημένων Ελλήνων στα σπίτια τους / Pass vor Ioannina geschlagene griechische Armee geht nach Hause”
(Πηγή : Ομάδα Παλιές Φωτογραφίες Ελλάδος)

Δημοσιεύθηκε στην Η Άρτα στην κατοχή και την Αντίσταση. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *