Kατασκήνωση στις Κρανιές….(α’ μέρος)

Ήταν αρχές Ιουλίου και οι προετοιμασίες στο Οικοτροφείο Αρρένων της Μητρόπολης στη Φανερωμένη έδιναν κι έπαιρναν για την οργάνωση της πρώτης καλοκαιρινής κατασκήνωσης στις Κρανιές, λίγο πιο δω από τον Ξηρόκαμπο και λίγο πιο πριν από το Αστροχώρι.

Εγώ κι ο αδελφός μου που ήμασταν γειτονόπουλα, είχαμε εξασφαλίσει το δικαίωμα συμμετοχής με μια μικρή οικονομική επιβάρυνση του πατέρα μας. Αφού αγοράσαμε από ένα κρεβάτι πάνινο…εκστρατείας και τα απαραίτητα είδη πρώτης ανάγκης, σύμφωνα με τη λίστα που μας είχε ετοιμάσει ο αρχηγός της κατασκήνωσης, ο Γιώργος Ευθυμίου ο δάσκαλος, όπως πλαστικό κύπελλο, μαχαίρι, πιρούνι και κουτάλι, οδοντόβουρτσα και οδοντόκρεμα, τα σεντόνια και τις κουβέρτες μας, φακό για τη νύχτα (ηλεκτρικό ρεύμα δεν υπήρχε), σαπούνι και πετσέτες, τα φορτωθήκαμε στην πλάτη και κινήσαμε τη μέρα της αναχώρησης για το ραντεβού με το λεωφορείο του Αντρέα του Μάνταλου.

Στον Άη-Γιάννη, στο μεγάλο προαύλιο είχαν αρχίσει να καταφθάνουν οι συνταξιδιώτες, φίλοι και συμμαθητές με τα μπογαλάκια τους ο καθένας…….

Το φόρτωμα στην οροφή του λεωφορείου ήταν πραγματική γιορτή αφού ο βοηθός του οδηγού πέταγε με τέχνη από το δρόμο στον Αντρέα το Μάνταλο που είχε ανεβεί με την ειδική σκάλα του λεωφορείου στην οροφή του, και έπιανε κάθε σακούλι ή βαλίτσα  και την τακτοποιούσε με ειδικό τρόπο, ώστε να χωρέσουν όλα τα μπαγκάζια  μας και μετά πέρναγε και από πάνω τους ένα μεγάλο πλαστικό κάλυμμα και το έδενε με χοντρά σκοινιά….

Αφού γίνονταν η καταμέτρηση από τον αρχηγό, πρώτος έμπαινε στο λεωφορείο ο πατήρ Ιάκωβος, μετά απ’ αυτόν ο πατήρ Αλέξανδρος και τρίτος ο πατήρ Ιγνάτιος, ο νεότερος στην ηλικία. Μετά ακολουθούσε η μαγείρισσα, η κυρά-Φώτω, με το μόνιμο γέλιο στα χείλη και τα πειράγματα στα παιδιά του Οικοτροφείου, που τα γνώριζε περισσότερο, αφού ήταν και η βασική μαγείρισσα στο ίδρυμα αυτό.

Με γέλια τραγούδια και χαρές, φτάναμε μετά από μια δύσκολη και κουραστική διαδρομή, κατασκονισμένοι και αγνώριστοι, αφού είχαμε….κιτρινίσει από τη χαρακτηριστική σκόνη του δρόμου, στις Κρανιές, που ήταν ο προορισμός μας, η αρχή μιας υπέροχης  εικοσαήμερης   περιπέτειας μέσα στα έλατα και τις φτέρες.

Μετ’α στηνόμασταν στη σειρά κατά ομάδες αφού είχαμε μοιραστεί ανάλογα με την ηλικία και έτσι χωριζόμουν από τον αδελφό μου, που ήταν σε άλλη μεγαλύτερη ομάδα παιδιών… Ανηφορίζαμε προς την προκαθορισμένη θέση της ομάδας μας, όπου θα στήναμε όλοι μαζί με την καθοδήγηση του ομαδάρχη μας  μια τεράστια στρατιωτική σκηνή, χωρητικότητας δέκα ή δώδεκα ατόμων, και θα τοποθετούσαμε τα κρεβάτια μας, ώστε να ακολουθήσουμε με θρησκευτική ευλάβεια και στρατιωτική πειθαρχία το πρόγραμμα της κατασκήνωσης και να ξεκουραστούμε λίγο, μέχρι την ώρα διανομής του πρώτου πρόχειρου γεύματος.

Το απόγευμα όμως είχαμε στο πρόγραμμα την προστασία μας από τις ξαφνικές μπόρες του απομεσήμερου και έπρεπε να πάρουμε τα φτυάρια μας και να ανοίξουμε γύρω από τη σκηνή μας μεγάλα αυλάκια ώστε να φεύγει το νερό και να μη μας πνίξει.

Πράγματι, αμέσως μετά την τακτοποίηση των κρεββατιών μας, άρχισαν οι αστραπές και τα μπουμπουνητά και μας τρόμαξαν κάμποσο, γιατί δεν ήμασταν και μαθημένοι από τέτοιας έντασης φαινόμενα.  Παιδιά της πόλης ήμασταν άλλωστε. Μετά από αρκετή ώρα, ‘όταν κόπασε ή μπόρα και μετά από πολλά «Κύριε Ελέησον» που οι αρχιμανδρίτες ανέπεμπαν με δύναμη, αφού είχαν την ευθύνη της ασφάλειάς μας, ασβεστώναμε τους κοινόχρηστους χώρους, τους διαδρόμους μέσα από τις σκηνές, τον χώρο γύρω από την τραπεζαρία, τον χώρο συγκέντρωσης με τη μεγάλη ελληνική σημαία και τα λουτρά και τις τουαλέτες στο ύψωμα και τον χώρο γύρω από το πρόχειρο εκκλησάκι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, που στήσαμε σε μια μεγάλη αλάνα, μέσα στα πανύψηλα έλατα, αφού δεν είχε καταφέρει η Μητρόπολη να χτίσει κανονική εκκλησία.

‘Έτσι μια μικρή καμπάνα, ένα ψαλτήρι και ένα τραπέζι για Αγία Τράπεζα ήταν τα απολύτως απαραίτητα για τις θρησκευτικές μας ανάγκες. Δεν μπορώ ακόμα να ξεχάσω τα βράδια που μαζευόμασταν αμίλητοι, σκεφτικοί και κατάκοποι από τις δυνατές ποδοσφαιρικές μάχες, χωρίς τελετουργικό  και επισημότητες, για τη βραδινή προσευχή, με τα μάτια μας να κλείνουν και τα πόδια μας να μη μας κρατάνε. Τέτοια εμπειρία δεν είχαμε ξαναζήσει και ο ύπνος που ακολουθούσε ήταν απείρως καλύτερος κι από τα πιο ακριβά ξενοδοχεία του κόσμου…….(Πηγή : ΤΟ ΞΥΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, Ελευθέριος Α. Τσιρώνης, Πάτρα, 2018)

Στη φωτογραφία “Στην κατασκήνωση στις Κρανιές στις αρχές του ’70. Διακρίνονται οι Νίκος Νικολάου, Δημήτρης Λάκκας, Ξυθάλης, Παρράς κ.α.” (Φωτο από αρχείο Αικατερίνης (Κατίνας) Κούτσικου – Νικολάου.

Δημοσιεύθηκε στην Η Εκπαίδευση στην Άρτα. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *