Είδαμε αυτές τις μέρες στην σελίδα του κ. Καπλάνη “Past in color – Χρώμα στο παρελθόν”, μια πολύ δυνατή επιχρωματισμένη φωτογραφία με έναν πατέρα που επισκέφτηκε τον γιό του στο μέτωπο στους Βαλκανικούς Πολέμους…..και θυμηθήκαμε μια βαθύτατα συγκινητική και θλιβερή ιστορία που διαβάσαμε στο βιβλίο του Λεωνίδα Σπαή “Πενήντα Χρόνια Στρατιώτης”, που διαδραματίστηκε την ίδια εποχή στο Μέτωπο της Ηπείρου, όπου ο πατέρας του συγγραφέα ακολουθούσε το στράτευμα, στο οποίο υπηρετούσαν οι δυο του γιοί….
“…….Εις την μάχην αυτήν (στη Μάχη στα Πεστά τον Οκτώβριο του 1912) εφονεύθη ο κατά δύο χρόνια μεγαλύτερος αδελφός μου Βασίλειος Σπαής, που υπηρετούσε εις τον 3ον λόχον του ιδίου Τάγματος με εμέ. Τον νεκρόν του βρήκε επί του πεδίου της μάχης το βραδάκι ο ίδιος ο πατέρας μου, που ακολουθούσε τα μεταγωγικά του Τάγματος, ενδιαφερόμενος για την τύχη των παιδιών του, του φονευθέντος και εμού. Βοηθούμενος παρ’ αγνώστου εις αυτόν χωρικού, τον ενταφίασε μαζί με άλλους δύο πρώτους εξαδέλφους μου, οι οποίοι είχαν φονευθεί εις το ίδιον μέρος, κοντά ο ένας από τον άλλο (ήταν εις την ίδια διμοιρία), φαίνεται δε ότι εφονεύθησαν από ριπήν πολυβόλου, κατά πάσαν πιθανότητα.
Κατά τις 8 το βράδυ της 29ης, ο πατέρας μου επεσκέφθη τον νέον λοχαγόν μου Σάρρον Κ. (ο πρώην λοχαγός μου Κωσταντόπουλος είχε τραυματισθή) και εζήτησαν να με ιδή. Όταν τον αντίκρυσα δίπλα εις τον λοχαγόν, άθελά μου έβαλα τα κλάματα, διότι από την λύπη που ήταν ζωγραφισμένη εις το πρόσωπο του πατέρα μου, κατάλαβα περί τίνος επρόκειτο, ότι δηλαδή ο Βασίλης είχε φονευθή. Ο λοχαγός μου, αφού μου είπε ολίγα λόγια παρηγοριάς, μου επέτρεψε να πάω να μείνω το βράδυ εκείνο με τον πατέρα μου εις το χωριό Πεστά, που απείχε περί τα δύο χιλιόμετρα, και να επιστρέψω το πρωί της επομένης.
Ποτέ δεν θα ξεχάσω την απαίσια νύχτα που πέρασα με τον πατέρα μου σ’ ένα σπίτι των Πεστών. Ο νοικοκύρης μας έφερε ολίγα φασόλια και λίγο ούζο. Παρά την επίμονη παράκλησί του και την προσπάθειά μου, εν τούτοις δεν κατώρθωσα ούτε μια μπουκιά να βάλω στο στόμα μου. Η κατάστασίς μου γινόταν πιο θλιβερή από το καταφανές δράμα που συνεκλόνιζε τον πατέρα μου, ο οποίος πέρασε όλη τη νύχτα χωρίς καθόλου να κοιμηθή, εκάπνιζε συνεχώς και αναστέναζε. Το πρωί επήγαμε μαζί εις τον τάφο του αδελφού μου και αφού εβάλαμε ένα ξύλινο σταυρό με το όνομά του, χωρίσαμε, χωρίς έκτοτε να τον ξαναδώ. Μετά από λίγους μήνες πέθανε από τη βαθειά θλίψι του και την ψυχική συντριβή του…. (Πηγή : ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ στην υπηρεσία του ‘Έθνους και της Δημοκρατίας, Λεωνίδας Σπαής, Αθήναι, 1970)
Στην επιχρωματισμένη φωτογραφία του Χρήστου Καπλάνη “Ο πατέρας επισκέφθηκε το γιο του στο μέτωπο. Κάπου στη Σερβία κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων – 8 Οκτωβρίου 1912 / 18 Ιουλίου 1913”
…και η πρωτότυπη φωτογραφία (Πηγή : History in Pictures)