“….Το ζήτημα όμως του ηλεκτροφωτισμού δεν είναι και σπουδαίο. Είναι μια εταιρία που εκμεταλλεύεται το φωτισμό, αλλά το φως είναι χειρότερο απ’ εκείνο πούναι σε μερικές Αθηναϊκές συνοικίες. Λεν πως αυτό οφείλεται στους λαμπτήρας και πολλά ακούγονται παράπονα. Τα βράδυα αργούν ν’ ανάψουν και σβύνουν επίσης πολύ νωρίς.
Το μεγάλο κακό όμως στην Άρτα είναι άλλο. Είναι οι βρωμερές και πολυθόρυβες κρούνες. Α!, αυτές είναι ανυπόφορες. Την ημέρα δεν σ’ αφίνουν σε ησυχία με τα σκουξίματά τους. Πετούν στα δέντρα κι έρχονται κοντά στα παράθυρα των σπιτιών τα οποία δεν αφήνουν άθιχτα με τις βρωμιές των. Αλλά και την νύχτα δεν ησυχάζουν. Το δε πρωί είναι αδύνατον μετά τις 4 να κοιμηθή κανείς και μάλιστα όταν δεν έχει συνηθίση. Σ’ αυτό το ζήτημα ο κ. Δήμαρχος και λοιποί αρμόδιοι ας προσέξουν γιατί κάνει κακή εντύπωση στους ξένους. Ας κυττάξουν με ένα οιονδήποτε τρόπο να την εξολοθρέψουν και τότε πολλά θα έχει να οφεληθή η Άρτα.
Κάθε Δευτέρα και Πέμπτη ένα περίεργο παζάρι γίνεται. Έρχονται στην πόλη πολλές γυναίκες από τα γύρω χωριά και φέρνουν για πούλημα διάφορα πράγματα. Μαζεύονται στην μικρή αγορά που λέγεται μονοπωλειόν, εκθέτουν τα προϊόντα των που τάχουν μέσα σε σακκούλια και κάθονται σταυροπόδι. Διαλάληση του εμπορεύματος καμμιά. Ούτε πινακίδες για την τιμή, ούτε τίποτα. Αν τις ρωτήσεις, σου απαντούν ξηρά – ξηρά, χωρίς να σου πουν δεύτερη κουβέντα και χωρίς να σε κυττάζουν καθόλου. Αν πουλήσουν έχει καλώς, ειδ’ άλλως κάθονται εκεί και ψιλομουρμουρίζουν αναμεταξύ των……” [Άρθρο του Κ. Β. Σταμάτη την 1 Νοεμβρίου 1934, σε εφημερίδα της εποχής με τίτλο «ΠΩΣ ΕΙΔΑ ΤΗΝ ΑΡΤΑ»]
Στη φωτογραφία “Η δυτική πλευρά της Άρτας από την όχθη του ποταμού Αράχθου. Από το αρχείο της εταιρείας Boot το 1931” (Πηγή : ΙΔΡΥΜΑ ΑΚΤΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΙΣ, ΠΡΕΒΕΖΑ)