“…… Αν και οι Έλληνες δεν είχαν χάσει πολύ έδαφος κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, και διατήρησαν σχεδόν τις ίδιες θέσεις όπως στην αρχή, ο συνταγματάρχης Μάνος έδωσε εντολή τη νύχτα για γενική υποχώρηση στη γέφυρα της Άρτας. Αυτή πραγματοποιήθηκε με τάξη και χωρίς να αφήσουν πίσω τους όπλα ή πολεμικό υλικό.
Περίπου στις 5 το πρωί, τα περισσότερα στρατεύματα είχαν φτάσει στα σημεία που τους είχαν υποδειχθεί, στις παρυφές της Άρτας, από τα οποία είχαν προελάσει τρεις μέρες πριν, όταν ο Μάνος ανέλαβε την επίθεση. Μεμονωμένα αποσπάσματα εξακολουθούσαν να καταλαμβάνουν τη δεξιά όχθη του ποταμού.
Η ταξιαρχία του Δόξα στάλθηκε βορειότερα στην Πλάκα και επρόκειτο να προχωρήσει από εκεί κατά των τουρκικών δυνάμεων και να απειλήσει τις επικοινωνίες τους : ωστόσο δεν γνώρισε καμία επιτυχία.
Οι απώλειες των Ελλήνων σε αυτές τις μάχες επί τουρκικού εδάφους ανήλθαν σε 700 περίπου νεκρούς και τραυματίες, μεταξύ των οποίων 25 αξιωματικοί σκοτώθηκαν και 100 τραυματίστηκαν. Δεν έχουμε ακόμη ερευνήσει την τύχη του ελεύθερου σώματος του Μπότζαρη, το οποίο, όπως έχει ήδη ειπωθεί, είχε σταλεί για να αποτρέψει τα τουρκικά στρατεύματα που ήταν εγκλωβισμένα στην Πρέβεζα από το να κάνουν έφοδο προς την κατεύθυνση της Φιλιππιάδας.
Αφού αυτοί οι 3000 άνδρες είχαν στρατοπεδεύσει στις 12 του Μαΐου στις εκβολές του ποταμού Λούρου συνοδευόμενοι από τον προστάτη – άγιο τους, κατέλαβαν μια σειρά σημείων που επόπτευαν τους δρόμους που οδηγούσαν βόρεια. Δέχθηκαν επίθεση σε όλα τα σημεία από τους Τούρκους και νικήθηκαν παντού, κάτι που ήταν αναμενόμενο λαμβάνοντας υπόψη τον μικρό αριθμό τους. Η 15η Μαΐου που τερμάτισε τους αγώνες στο Γρίμποβο, ήταν και η ημερομηνία της τελευταίας τους αντιπαράθεσης. Η πλήρης εξάντληση των μαχητών, που άρχισαν να στερούνται πυρομαχικών, έβαλε, το απόγευμα της 15ης Μαΐου ένα τέλος στις καθημερινές εφόδους, κάτι που δεν έφερε κανένα από τα δύο μέρη σε πλεονεκτική θέση. Φαίνεται ότι ο συνταγματάρχης Γκολφινόπουλος δεν είχε στείλει στο Σώμα του Μπότζαρη την υποσχεθείσα υποστήριξη, χωρίς να υπάρξει κάποια δικαιολογία για αυτή την αμέλεια. Όλη η επιχείρηση του Ελεύθερου Σώματος κατέληξε σε καταστροφή.
Τη νύχτα της 16ης Μαΐου καθώς οι εθελοντές, κουρασμένοι και στερημένοι, οπισθοχωρούσαν στα σημεία επιβίβασης στην ακτή, ξαφνικά διαδόθηκε η είδηση ότι κινδύνευαν να περικυκλωθούν. Σε αυτό προστέθηκε και η τρομερή είδηση ότι τα σκάφη δεν ήταν κοντά. Δεν έμενε τίποτε άλλο παρά να διασχίσουν τον βραχίονα της θάλασσας που χωρίζει την ελληνική από την τουρκική επικράτεια. Τώρα όλη η τάξη και η πειθαρχία είχαν τελειώσει. Γεμάτοι τρόμο, βρεγμένοι και πεινασμένοι, πολλοί από τους άντρες πετάχτηκαν στο νερό για να γλιτώσουν τη σύλληψη. Εκείνη τη στιγμή τα τμήματα της φρουράς Πρέβεζας, που είχαν απωθηθεί, αντιλήφθηκαν τι συνέβαινε και έστρεψαν αμέσως δολοφονικά πυρά κατά των δραπετών, πολλοί από τους οποίους έχασαν έτσι τη ζωή τους στο νερό.
Χωρίς όπλα και αποσκευές και σχεδόν υποκύπτοντας στους κόπους των τελευταίων ημερών, τα απομεινάρια του Ελεύθερου Σώματος έφτασαν στα μεταφορικά βαπόρια αποδεκατισμένα και σε άθλια κατάσταση. Μεταφέρθηκαν στην Ήπειρο και εκεί επιβιβάστηκαν.
Η αποστολή του Μπότζαρη έχασε περίπου 320 νεκρούς και τραυματίες και 200 αγνοούμενους. Συνολικά τότε μπορεί να υπολογιστεί ότι οι τρεις τελευταίες ημέρες της εκστρατείας στην Ήπειρο κόστισαν στους Έλληνες απώλειες 500 νεκρών και 1000 τραυματιών και αγνοουμένων.” (Πηγή : THE GREKO – TURKISH WAR from official sources by a German Staff Officer translated by Frederica Bolton, London, 1898)
Στη φωτογραφία του Ν. Πανταζόπουλου “Στο Γεφύρι της Άρτας το 1897”. (Πηγή : Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Ιστορικού Μουσείου)