Πολλές εικασίες έχουν γραφτεί μέχρι σήμερα για την προέλευση του ονόματος της πόλης μας και την μεταγραφή του από Αμβρακία σε Άρτα, ελάχιστες όμως είναι οι πρώτες, πρώτες αναφορές στο όνομα. Σύμφωνα με παλιότερη ανάρτησή μας από το βιβλίο του Γρηγορίου Νάκου “Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΤΗΣ” (1969) η πρώτη γραπτή αναφορά στο όνομα Άρτα έγινε από την Άννα την Κομνηνή στην «Αλεξιάδα», που ολοκληρώθηκε το 1148 μ.Χ, και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο όπου περιγράφει την Νορμανδική προέλαση στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία, με την επόμενη αναφορά (σύμφωνα με τον Π. Αραβαντινό), να γίνεται τον 13ο αι., όπου η Άρτα μνημονεύεται ως έδρα Μητροπόλεως “Άρτης και Ναυπάκτου υπέρτιμος και έξαρχος Αιτωλίας”.
Ωστόσο στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί, υπάρχουν μερικές ακόμη αναφορές στο όνομα Άρτα τις οποίες παραθέτει ο Διον. Α. Ζακυθηνός στο έργο του “Μελέται περί της διοικητικής διαιρέσεως και της επαρχιακής διοικήσεως εν τω Βυζαντινώ κράτει”, (1951), στο Β’ κεφάλαιο με τίτλο “Η PARTITIO ROMANIAE”, και στο υποκεφάλαιο 4. Δυτική χέρσος Ελλάς, Ήπειρος και Αλβανία.
Με τον λατινικό τίτλο Partitio Terrarum imperii Romaniae (= Διανομή Εδαφών της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας), και κατά σύντμηση Partitio Romaniae, αλλά και Regni Graeci αναφέρεται η ιστορική συνθήκη (συμφωνία) που συνομολογήθηκε και υπογράφηκε στην Κωνσταντινούπολη, μεταξύ των ηγετών της Δ΄ Σταυροφορίας, πριν την Άλωση της Πόλης το 1204. Με τη συνθήκη αυτή δημιουργήθηκαν νέα διάδοχα του Βυζαντίου κράτη, (Αυτοκρατορίες, Βασίλεια, Δουκάτα και Δεσποτάτα) που κυριάρχησαν του χώρου από περίπου μισό μέχρι τρεις επόμενους αιώνες. Γράφει ο Δ. Ζακυθηνός :
“4.«Δυτική χέρσος Ελλάς, Ήπειρος και Αλβανία». Εν τη περιοχή ταύτη, η οποία εκτείνεται από των αντικρύ του ορίου Πατρών ακτών μέχρι του Δυρραχίου, μνημονεύεται εν πρώτοις το θέμα Νικοπόλεως μετά των επισκέψεων Άρτης, Αχελώου, Ανατολικού, Λεσιανών και λοιπών αρχοντικών και μοναστηριακών……………………Υπολείπεται επομένως να γίνη διά βραχέων λόγος περί των πολισμάτων, τα οποία ονομαστί αναφέρει το έγγραφον.
Η Άρτα αποκαλείται υπό μεταγενεστέρου συγγραφέως και αυτοκράτορος «κεφάλαιον» των πόλεων της Ακαρνανίας. Αντικατέστησε την παλαιάν Αμβρακίαν, το δε μεσαιωνικόν και νεώτερον όνομά της μαρτυρείται το πρώτον υπό δυτικών συγγραφέων επ’ ευκαιρία των αγώνων του Αλεξίου του Α’ κατά των Νορμανδών το 1081 μ. Χ. και συγκεκριμένα στο βιβλίο του Ferdinand Chalandon, Essai sur le règne d’Alexis Ier Comnène 1081-1118, (New York, 1875 – 1921), σελ. 87, όπου όπως γράφεται χαρακτηριστικά «……Des qu’il eut reuni des forces sufsantes il revint offrir le combata Bohemond, pres d’ Arta – Μόλις συγκέντρωσε επαρκείς δυνάμεις επέστρεψε για να δώσει μάχη με τον Βοημούνδο, κοντά στην Άρτα…».
Μια δεύτερη πηγή που μνημονεύει την πόλη της Άρτας είναι στο βιβλίο του A. Schaube, Handelsgeschicbte der Romanischen Volker des Mittelmeergebiets bis zum Ende der Kreuzzuge (Μονάχο 1906), σελ. 244, όπου μια Βενετική πηγή κάνει αναφορά στην πόλη το 1131, σαν προορισμό κάποιου βενετού εμπόρου : «Στη δυτική Ελλάδα, η Άρτα στον ομώνυμο κόλπο ήταν προορισμός για βενετσιάνικα εμπορικά ταξίδια. Τον Αύγουστο του 1131, ο Vivianus de Molino πήρε ένα θαλάσσιο δάνειο 200 ven. για το ταξίδι εκεί, το οποίο υποσχέθηκε να αποζημιώσει εντός 30 ημερών από την άφιξη του καραβανιού της επόμενης άνοιξης στη Βενετία με 25 τοις εκατό θαλάσσιο επιτόκιο είτε προσωπικά είτε, άν δεν ταξίδευε πίσω μαζί του, μέσω αξιόπιστου αντιπροσώπου του….».
Ότε περί το έτος 1165 ο Βενιαμίν ο εκ Τουδέλης επεσκέφθη τας ελληνικάς χώρας, εύρεν εγκατεστημένους εν Άρτη περί τους εκατόν Ιουδαίους*. Τούτο μαρτυρεί και περί του πληθυσμού και περί της εμπορικής σημασίας της πόλεως.
Εν τη συνόδω της Κωσταντινουπόλεως της 12 Μαίου 1157 μνημονεύεται ο πρώτος γνωστός αρχιερεύς της Άρτης, Βασίλειος. (F. Chalandon, Jean II Comnene et Mannel I Comnene, New York, 1875 – 1821).
Η Άρτα, γενομένη πρωτεύουσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου, απέβη σημαντικόν πολιτικόν και καλλιτεχνικόν κέντρον της δυτικής Ελλάδος. Ο Κυριάκος ο εξ Αγκώνος επεσκέφθη αυτήν κατά τα έτη 1435 – 1436″. (Πηγή : Δ. Α. Ζακυθηνού. Μελέται περί της διοικητικής διαιρέσεως και της επαρχιακής διοικήσεως εν τω Βυζαντινώ κράτει, Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, Έτος ΚΑ’, 1951)
*Δεν είναι σαφές, εάν ο Βενιαμίν επεσκέφθη την Άρταν ή την Λευκάδα καθώς οι γνώμες των ερευνητών (Α. Ανδρεάδης, J. Starr) διίστανται (Μ. Δένδιας)
Στη φωτογραφία πίνακας του Ντελακρουά με τίτλο “Είσοδος των Σταυροφόρων στην Κωνσταντινούπολη” (1840), Μουσείο Λούβρου.