Μέρες γιορτινές κι οι λαμαρίνες με τα κουλουράκια, τα ταψιά με τους μπακλαβάδες, τα καταίφια και τους κουραμπιέδες πηγαινοέρχονταν στους δρόμους της πόλης σε μια συνεχόμενη παρέλαση γλυκών, κάνοντάς τους να μοσχομυρίζουν βανίλια, βούτυρο, ψημένο αμύγδαλο και καρύδια. Βλέπετε ο φούρνος ήταν σημείο αναφοράς, μια και τα νοικυριά δεν διέθεταν δικό τους. Σε κάθε γειτονιά λοιπόν της Άρτας, υπήρχε ένας τουλάχιστον παραδοσιακός φούρνος, που εξυπηρετούσε όλες τις ανάγκες για ψήσιμο (φαγητό, ψωμί, γλυκά) καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς. Κάποιοι φούρνοι ζύμωναν ψωμί και το πουλούσαν σε όσες νοικοκυρές δεν το έκαναν μόνες τους. Οι άλλες αγόραζαν το αλεύρι από τους Αλευρόμυλους της Άρτας και συναγωνίζονταν κάθε γειτονιά ποια θα κάνει το πιο γευστικό, αφράτο και μαλακό ψωμί.
Ο παραδοσιακός φούρνος της πόλης ήταν χτισμένος με πέτρες – πυρότουβλα και κοκκινόχωμα. Το εσωτερικό τμήμα του ήταν θολωτό και στο πάνω μέρος, στην κορφή, υπήρχε έξοδος στην καμινάδα – η φουρνογκλαβανή – χτισμένη με πέτρες και σκεπασμένη με πλάκες. Εσωτερικά ο θόλος του φούρνου ήταν χτισμένος με πυρότουβλα ή κεραμίδια, κατάλληλα τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο. Το δάπεδο του φούρνου ήταν υψωμένο περίπου ενάμισι μέτρο από το έδαφος. Η πόρτα του είχε τοξοειδές σχήμα και σαν βάση είχε μια μεγάλη πλάκα από πορώλιθο. Το κάλυμμα της πόρτας ήταν συνήθως από λαμαρίνα (τσίγκο), με άνοιγμα εξήντα πόντους περίπου, αρκετό για να χωράει δέκα ταψιά με φαγητό ή ψωμί. Ήταν στρωμένο με πυρόπλακες αλειμμένες με κόκκινη λάσπη (κοκκινόχωμα). Στο κέντρο του δαπέδου υπήρχε ένα άνοιγμα διαμέτρου περίπου σαράντα εκατοστών, απ’ όπου περνούσε η θερμότητα από την καύση των ξύλων. Ανάλογα με τη θερμοκρασία του φούρνου, ο φούρναρηε έκλεινε ή άνοιγε την τρύπα του δαπέδου. Ο χώρος κάτω από το δάπεδο λεγόταν «γιουλχάνι», το κεντρικό τμήμα του ήταν η εστία όπου άναβε η φωτιά, ενώ αριστερά και δεξιά υπήρχαν δίοδοι (παραθυράκια) μεταφοράς της θερμοκρασίας σε όλο το δάπεδο του φούρνου…. (Συνεχίζεται) [Πηγή : ΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ, Γ. Κουτσούμπας, Αθήνα, 2004]
Στη φωτογραφία ο Νικόλαος Γρίβας μπροστά στο φούρνο ιδιοκτησίας Κων/νου Πίσπιρη το 1967. Ο φούρνος του Πίσπιρη βρίσκονταν στη διασαύρωση των οδών Μάνθα και Βασ. Κωνσταντίνου, πίσω από τον Άγιο Δημήτριο. (Φωτο από το ίδιο βιβλίο)
*Την οδό Μάνθα μπορείτε να την δείτε στο λινκ https://doxesdespotatou.com/odos-mantha-stin-arta/
και στο λινκ https://doxesdespotatou.com/kai-i-odos-mantha-simera/