“Κατά τας διηγήσεις των παλαιοτέρων το γενεαλογικόν δένδρον της οικογένειας Κοσσυβάκη έχει ως εξής: Ο Δημήτριος Ζαλοχρήστος, καταγόμενος από την περιοχήν Βάλτου, εγκατεστάθη εις το χωρίον Μπότση (σημ. Μεγαλόχαρη) του Άνω Ραδοβυζίου προτού το 1800. Απέκτησε δύο υιούς : Τον Γεώργιον και τον Παναγιώτην, οι οποίοι από μικράς ηλικίας έμειναν ορφανοί εκ πατρός και μητρός.
Το χωρίον Μπότση έκειτο άλλοτε εις την θέσιν Αγίαν Παρασκευήν, νυν Παλαιοχώρι. Κατά την ολοσχερή καταστροφήν αυτού, υπό των Τούρκων, τα δύο μικρά ορφανά είχον κρυβή εντός βάτου ως κοσσύφια και οι ειδόντες απέδωσαν εις αυτά το παρωνύμιον Κοσσυφάκη, το οποίον ακολούθως εξελίχθει φωνητικώς εις Κοσσυβάκης.
Οι παίδες ενηλικιωθέντες ανέπτυξαν πατριωτικήν δράσιν κατά των Τούρκων. Το 1803 εβοήθησαν τους υπό τους Μποτσαραίους Σουλιώτας οι οποίοι διωκόμενοι υπό των Τούρκων και Αλβανών κατέφυγον εις την Μονήν του Σέλτσου, ένθα έγινε επίθεσης υπό των εχθρών, η δε Μονή παρεδόθη διά προδοσίας…….. Έκτοτε η οικογένεια Κοσσυβάκη συνεδέθη στενώς με τους Μποτσαραίους. Τους διασωθέντας Σουλιώτας οι Κοσσυβάκηδες οδήγησαν εν μέρει εις το Σύντεκνον του Βάλτου, ένθα έτυχον περιθάλψεως από τον Καπετάν Σωτήρην. Ούτος βραδύτερον ενυμφεύθη αδελφήν των Μποτσαραίων, ο δε υιός του Γεωργίου Κοσσυβάκη, Ιωάννης, ενυμφεύθη θυγατέρα της ως άνω αδελφής των Μποτσαραίων.
Οι δύο ούτοι αδελφοί Γεώργιος και Παναγιώτης Κοσσυβάκης λόγω της πατριωτικής των δράσεως και της βοηθείας προς τους καταδιωκομένους Σουλιώτας, κατεδιώχθησαν υπό των Τούρκων και των εντοπίων φίλων των Τούρκων. Αι οικίαι των επυρπολήθησαν και η περιουσία των διηρπάγη. Ένεκα τούτου εγκατέλειψαν την γενέτειραν αυτών και κατέφυγον εις Λεβαδειάν προς το αρματολίκι του πατρός του Οδυσσέως Ανδρούτσου, ένθα έμειναν αρκετόν χρόνον. Εκεί εις το χωρίον Γκούρα ο Γεώργιος Κοσσυβάκης ενυμφεύθη θυγατέρα της οικογένειας των Ρουσιάδων, συγγενών του Ανδρούτσου. Επανελθόντες βραδύτερον ίνα εγκατασταθούν εις τα κτήματά των εύρον εκεί εγκατεστημένους κολλήγους, του υπό των Τούρκων διορισθέντος Στρατιωτικού Διοικητού Ραδοβυζίων, Ντούλα Γώγου εκ Σκουληκαριάς. Ετιμώρησαν τούτους και τους εξεδίωξαν. Εφόνευσαν δε και τον καλόγηρον της Μονής Μπότση όστις αναλαβών ίνα περιθάλψη την μικράν αδελφήν των, απεπλάνησε ταύτην. Εκ τούτου υπάρχει τοποθεσία μέχρι σήμερον ονόματι «Ο φόνος του Καλόγηρου». Διά τούτο μετέβησαν πάλιν εις το αρματολίκι του Ανδρούτσου. Ενισχυθέντες υπό αυτού με δύναμιν 100 ανδρών επέστρεψαν εις Μπότσην και εγκατεστάθησαν μονίμως. Ελθόντες δε εις σύγκρουσιν προς τον Διοικητήν των Τούρκων Ντούλα Γώγον, κατατρόπωσαν αυτόν και τον ηνάγκασαν να απαλλάξη το χωρίον των πάσης φορολογίας υπέρ αυτού και των Τούρκων και να ζητήση από τους Τούρκους να παύση η περαιτέρω καταδίωξις των Κοσσυβακαίων.
Εις τας συμπλοκάς ταύτας εφονεύθη ο Παναγιώτης Κοσσυβάκης, όστις δεν είχεν αποκτήσει τέκνα.
Ο Γεώργιος Κοσσυβάκης απέκτησεν υιούς τους: Χρήστον, Κων)τίνον, Ανδρέαν και Ιωάννην. Οι τέσσαρες ούτοι αδελφοί εδημιούργησαν μεγάλην περιουσίαν εκ ποιμνίων και ηγόρασαν το Τσιφλίκι από τον Χασάν Μάλλιο.
Ο Χρηστός Κοσσυβάκης, απέκτησεν υιούς τους : Νικόλαον, Γεώργιον, Λάμπρον, Ιωάννην, Δημήτριον και Ευάγγελον.
Ο Κων)νος Κοσσυβάκης απέκτησεν υιούς τους: Νικόλαον, Δημήτριον και Γεώργιον.
Ο Ανδρέας Κοσσυβάκης απέκτησεν υιούς τους: Γεώργιον, Νικόλαον και Σπυρίδωνα.
Ο Ιωάννης Κοσσυβάκης, ως είπομεν ανωτέρω ενυμφεύθη θυγατέρα της αδελφής των Μποτσαραίων. Ήτο ο ικανότερος εκ των αδελφών και φέρεται ως αρχηγός των επαναστάσεων του Ραδοβυζίου του 1854 και 1866. Απέκτησεν υιούς τους : Δημήτριον, Γρηγόριον καί Σωτήριον. Εκ τούτων ο Δημήτριος απέθανεν εις ηλικίαν 20 ετών. Ο Σωτήριος αναπτύσσει εξαιρετικήν δράσιν και ηγείται ολοκλήρου της οικογένειας. Κατά την επανάστασιν του 1878 διεδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλον. Κατά την ως άνω περίοδον οι Τούρκοι συνέλαβον τον θείον του Ανδρέαν Κοσσυβάκην και τον εθανάτωσαν διά θραύσεως των οστών εις Ιωάννινα…….”(συνεχίζεται) [Πηγή : Άρθρο του Κ. Διαμάντη στην ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ, τχ. 123, 1962]
Στη φωτογραφία η επιστολή που έστειλε ο Μαυροκορδάτος προς τον Γεώργιον Κοσσυβάκην από τον Ιούνιο του 1824, η οποία σώζεται σε φάκελο της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Η επιστολή έχει ως εξής :
«Προς τον γενναίον Κοσιβάκην
Από τον καπετάν Κώσταν Οικονόμου πληροφορούμαι τον πατριωτισμόν σου και την προθυμίαν σου διά την σωτηρίαν της πατρίδος. Επειδή ο ρηθείς διωρίσθη αρχηγός των αρμάτων του Ραδοβυζίου, θέλεις αγωνισθεί μαζί του με τον συνήθη σου ζήλον προσφέρων τας στρατιωτικάς σου υπηρεσίας και να είσαι βέβαιος ότι η διοίκησις η οποία προσέχει και τας εκδουλεύσεις του καθ’ ενός, θέλει σε ανταμείψει κατ’ αξίαν των έργων σου και η πατρίς θέλει σε κηρύξει εν καιρώ τέκνον της γνήσιον.
Μεσολόγγιον 24 Ιουνίου 1824, Αλ. Μαυροκορδάτος». (Πηγή : Από το εξαιρετικό βιβλίο του Χρυσόστομου Μποκογιάννη με τίτλο ΟΙ ΚΟΣΣΥΒΑΚΗΔΕΣ, Άρτα, 2013, που μας το παραχώρησε δωρεάν και τον ευχαριστούμε θερμά)