“Το αρματολίκι των Τζουμέρκων επέτυχεν την από των Τούρκων παραχώρησιν και προσθέτων έτι προνομίων, βάσει των οποίων και το χωρίον Μελισσουργοί, προς τοις άλλοις ήτο απηλλαγμένον επισκέψεως τουρκικών στρατιωτικών αποσπασμάτων, ο δε ελάχιστος φόρος (8%), συγκεντρούμενος υπό των Δημογερόντων παρεδίδετο εις τον μακράν αυτού εδρεύοντα αντιπρόσωπον της Βαλιντέ Σουλτάνας, Βοεβόδαν. Από των πρώτων όμως ετών εγκαταστάσεως του Αλή Τεπελενλή ως Βαλή – Πασά Ιωαννίνων και δη μετά το 1790 επεβλήθησαν υπ’ αυτού – τη ανοχή του Σουλτάνου – νέοι πέραν του 8% πρόσθετοι φόροι, συνάμα δε επετράπη ίνα η είσπραξις απάντων γίνηται διά του υπό του Αλή διοριζομένου Σούμπαση Χριστιανού, ως και καθ’ άπαν το Βελαέτιον. Οι Μελισσουργοί όμως, οχυρούμενοι επί των προνομίων παρέδιδον μεν τους ως πρότερον φόρους, αλλά κατά το δυνατόν δυστροπούντες απέφευγον να καταβάλλωσι τινάς των προσθέτων, και τούτο μέχρι και του 1804, ότε δε επιέζοντο, φόβω του τότε δρώντος εν τη περιφερεία ταύτη οπλαρχηγού, ανυπότακτου Κλέφτου Κατσαντώνη. Αλλ’ έκτοτε, ότε ούτος αναλαβών την διοίκησιν ανεξαρτήτου Αρματολικίου Αγράφων μετέφερεν εκείσε το κέντρον της εναντίον των Τούρκων δράσεώς του, ο Αλής διώρισε Σούμπασην τον Αναγνώστην Χρόνην, γεννηθέντα εις Μελισσουργούς περί το 1760, εγγράματον, ισχυρόν χαρακτήρα και αυταρχικόν μάλλον, κτηνοτρόφον, επ’ ευκαιρία εμπορευόμενον, και διά των οικείων του διατηρούντα μαγαζίον μικροπαντοπωλείου. Εις τούτον λοιπόν ανέθηκε την εξουσίαν με καθήκοντα και δικαιώματα Σπαχή, διατήρησιν δηλαδή της ασφαλείας και τάξεως υπαίθρου, επιμέλειαν εισπράξεως των φόρων και άλλα, οία τα του Αρματωλού. Εν ταυτώ δε τω εξησφάλισε πλουσιοπάροχην αμοιβήν εκ ποσοστού 2% επί των εισπρατομένων φόρων, 10% επί προστίμου δικών, αλλά και του ετήσιου γεωργικού εισοδήματος των χωρίων Μαρατίου και Ζαβάκα (πεδιάδος Άρτης). Και ταύτα με ειδικήν υποχρέωσιν να διατηρή μόνιμον έφιππον δύναμιν 6-8 ανδρών προς κανονικήν εκτέλεσιν της εις αυτόν ανατεθείσης εξουσίας. Ο Χρόνης εν τη φιλοδοξία του, κολακευθείς εκ του ανατεθέντος αυτώ Αρματολικίου και ελκυσθείς εκ της γενναίας αμοιβής, εδέχθη το Αξίωμα «Σπαή» εν τη ιδιαιτέρα του πατρίδι. Έδει όμως, κατ’ αυτόν, να συμβιβάση την από Τούρκων αποστολήν του προς τα Εθνικά φρονήματα των κατοίκων. Δι’ ο αφ’ ενός μεν εμπιστευτικώς συνίστα εις τους Τσελιγκάδες να υποθάλπωσι και μυστικώ τω τρόπω συντηρώσι τους Κλέφτας, αφ’ ετέρου δε υπεδείκνυεν εις αυτούς να αποφεύγωσι τας συγκρούσεις μετά των κατά καιρούς διερχομένων στρατιωτικών αποσπασμάτων. Και ταύτα, ίνα μη επί ζημία του όλου, η διττή αύτη προσπάθεια υποπέση εις την αντίληψιν των Τούρκων και ιδία του Αλή Πασά……” (Πηγή : ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ, Ν.Κ. Παπακώστας, Αθήναι, 1967)
Στη φωτογραφία του Απόστολου Βερτόδουλου “Κοπάδι στους Μελισσουργούς”, δεκαετία του ’50. (Πηγή : Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Από το φωτογραφικό αρχείο του Απόστολου Βερτόδουλου, Γιάννινα, 1995)