Το Παζάρι

Παλιά λεγόταν ζωοπανήγυρη, γιατί γινόταν εμπόριο ζώων. Οι κτηνοτρόφοι από τα χωριά κατέβαιναν στην πόλη και έφερναν τα ζώα τους, τα «ζωντανά τους», να τα πουλήσουν.

Κατασκήνωναν στο χώρο του λόφου της Περάνθης που βρίσκεται κάτω από το στρατόπεδο. Τότε εκεί δεν υπήρχαν σπίτια. Ήταν μια μεγάλη έκταση με λάκκες, κοτρώνες και ασφάκες. Εκεί οι χωρικοί περνούσαν τις πρώτες μέρες μέχρι να πουλήσουν τα ζώα τους.

Οι Κεφαλλονίτες ήταν οι κατ’ εξοχήν έμποροι για την αγορά των ζώων, κυρίως βοοειδών. Τα κρατούσαν μέχρι την άνοιξη για να κάνουν τα χωράφια τους και έπειτα τα έσφαζαν και τα έτρωγαν για να μην τα θρέφουν το καλοκαίρι. Το φθινόπωρο έπειτα ξαναγόραζαν ζώα. Εκεί στο Πετροβούνι, κάποιοι Αρτινοί, έφτιαχναν τις παράγκες τους για να προσφέρουν καφέ, ούζο, κρασί και μεζέδες στους ξένους.

Το βράδυ μάλιστα διασκέδαζαν με τις λαϊκές ορχήστρες που υπήρχαν στα μαγαζάκια τους….

Όποιος πουλούσε τα ζώα του κατέβαινε στην πόλη και αγόραζε ό,τι του ήταν απαραίτητο από τα μαγαζιά της. Έτσι τις μέρες αυτές η πόλη είχε μια ιδιαίτερη εμπορική κίνηση. Αργότερα ονομάστηκε εμποροζωο-πανήγυρη, γιατί με τα ζώα γινόταν και εμπόριο άλλων ειδών. Πουλούσαν φλοκάτες, κάπες και σιγά – σιγά και άλλα εμπορεύσιμα είδη.  

Καθώς περνούσαν τα χρόνια όλο και λιγότερα ζώα κατέβαιναν στην Άρτα για αγοραπωλησία. Η διάνοιξη των δρόμων βοήθησε τους εμπόρους ζώων να ταξιδεύουν μέχρι τα χωριά και να παίρνουν από το στάβλο τους τα ζώα. Έτσι η ζωοπανήγυρη έδωσε τη θέση της στην εμποροπανήγυρη…. (Πηγή : Άρθρο στην ΑΡΤΗΝΗ ΕΥΘΥΝΗ, τχ. 102, Ιούλιος – Αύγουστος 1996)

“Όταν το Παζάρι γινόταν στην πλατεία Κιλκίς” (Η φωτογραφία είναι από το αρχείο του Δ. Παπαρούνη όπως δημοσιεύτηκε στο Λεύκωμα, ΑΡΤΑ 1881-1941 του Ε. Ιντζέμπελη, Αθήνα, 2010)

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στο πέρασμα του χρόνου | Σχολιάστε

Τα πουλιά του Αμβρακικού – Αργυροπελεκάνος

Οι αποικίες ενός από τα σπανιότερα είδη πουλιών του κόσμου, του αργυροπελεκάνου, βρίσκονται εγκατεστημένες στα νησάκια της λιμνοθάλασσας Τσουκαλιό και Λογαρού του Αμβρακικού Κόλπου.

Σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου Υγροτόπων Ροδιάς, ο αργυροπελεκάνος είναι το σπανιότερο από τα επτά είδη πελεκάνων που υπάρχουν στον κόσμο και το δεύτερο σε μέγεθος είδος πουλιού στον πλανήτη (ύψος 1,20μ, άνοιγμα φτερών εώς 3,2μ, βάρος 6-10 κιλά).

Το υδρόβιο αυτό πουλί έχει χρώμα φτερώματος ανοιχτό σταχτί και κύριο χαρακτηριστικό του είναι το μακρύ του ράμφος, που φέρει διαστελλόμενο σάκο στο κάτω μέρος του. Τα πόδια του είναι κοντά και δυνατά, με δάχτυλα συνδεόμενα μεταξύ τους με μεμβράνη.

Ο αργυροπελεκάνος ήταν κάποτε ευρέως εξαπλωμένος στην Ευρώπη (μέχρι στην Ουγγαρία) και την Ασία, αλλά τα τελευταία εκατό χρόνια ο πληθυσμός του μειώθηκε δραματικά και η εξάπλωσή του στην Ευρώπη περιορίστηκε σε ορισμένους υγροτόπους των Βαλκανίων.

Κύριες αιτίες αυτής της μείωσης ήταν οι αποξηράνσεις υγροτόπων για την απόκτηση γεωργικής γης και το κυνήγι. Σήμερα, το 13% των ζευγαριών αργυροπελεκάνου που απομένουν σ ‘ολόκληρο τον κόσμο φιλοξενείται σε δύο περιοχές της Ελλάδας: στη λίμνη μικρή Πρέσπα του νομού Φλώρινας και στις λιμνοθάλασσες του Αμβρακικού Κόλπου. (Πηγή : https://www.flash.gr/)

Στη φωτογραφία γραβούρα που αναπαριστά τον Αργυροπελκάνο από το βιβλίο του C. R.Bree με τίτλο “HISTORY OF THE BIRDS OF EUROPE, NOT OBSERVED IN THE BRITISH ISLES” που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1862.

Η αντίστοιχη σελίδα από το βιβλίο του 1862 “HISTORY OF THE BIRDS OF EUROPE, NOT OBSERVED IN THE BRITISH ISLES” με τα γενικά χαρακτηριστικά της οικογένειας “Πελεκανίδες”

Στη φωτογραφία “Αργυροπελεκάνος στον Αμβρακικό – Pelecanus crispus” του αξέχαστου Παναγιώτη Ζιώβα, © Panagiotis D. Ziovas (Πηγή : “Nature of Epirus – Η φύση της Ηπείρου” (https://www.facebook.com/groups/1762031357413920 )

Δημοσιεύθηκε στη Ο Αμβρακικός και τα λιμάνια του | Σχολιάστε

Η παιδική ενδυμασία στα Τζουμέρκα

Παιδικό ένδυμα θεωρείται αυτό που φέρουν τα παιδιά από τη στιγμή που αρχίζουν να περπατούν και αποχωρίζονται τις «φασκιές» τους. Αξιοπρόσεκτο στο παιδικό ένδυμα είναι ότι είναι το ίδιο για τα αγόρια και τα κορίτσια μέχρι την ηλικία των πέντε περίπου ετών.

Η παιδική ενδυμασία αποτελείται από μια μάλλινη φανέλα, ένα μακρυμάνικο φουστάνι από ύφασμα ή πλεχτό και χρωματιστά τσουρέπια ή σοσόνια. Πάνω από το φουστάνι τις μέρες που η θερμοκρασία είναι χαμηλή φέρουν μια πλεχτή ζακέτα ή άλλη λύση είναι μια πλεχτή μπλούζα ή καζάκα κάτω ή πάνω από το φουστάνι. Όλα τα παιδικά ενδύματα κατασκευάζονται από τη μητέρα κάθε παιδιού.

Αυτός ο τρόπος ένδυσης των παιδιών παρουσιάζεται σε όλη τη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Τη δεκαετία του ’50, μέχρι και το 1960, με εξαίρεση τα παιδιά τα οποία ασχολούνται με την κτηνοτροφία ακολουθώντας τους γονείς τους, τα υπόλοιπα ενδύονται με έτοιμα ενδύματα τα οποία προμηθεύονται από τα καταστήματα της πόλης.

«Ναι φουστανάκια. Μέχρι τι ηλικία ούτι κι ιγώ δεν ξέρου. Φόραγαν μέχρι πέντι ητών. Μη υφάσματα. Ριτσίνα, το ‘ληγαν. Του αγόραζαν ιδώ απού του εμπόριο» (Μαρτυρία Δ. Μασαλάς))

«Το αγόρι φορούσε φανέλα και αυτό υποχρεωτικά και πουλόβερ από πάνω. Μέσα από το φουστάνι, μπορεί να είχε πουλόβερ αυτό με το V χωρίς μανίκια μπορεί να είχε με μανίκια όπως είναι η φανέλα που φοράω και να το φοράει πάνω από το φουστάνι . Μακριά μανίκια είχε το φουστάνι. Αυτά μέχρι το ‘55 για τα παιδιά τα μικρά από εκεί και ύστερα άρχισε η εξέλιξη. Όσα ασχολούνταν με κτηνοτροφία και μετακινούμενη κτηνοτροφία φορούσαν τα ίδια που φορούσε και ο πατέρας. Τα άλλα τα παιδιά ζακετούλες……»(Μαρτυρία Ι. Δημητρούλας)

«Το φουστάνι το δικό σου που χάλαγε το έφτιαχνες φούστα στην κοπέλα, του παιδιού του έβαζαν και αυτού φούστες δε κοιτούσαν να έχει παντελόνι δεν είχαν, φορεματάκια πλεχτά. Με μανίκι γιατί κρύωναν τα παιδιά τον χειμώνα. Βέβαια αλλά από τα παλιά υφάσματα, το φόρεμα της μάνας που χαλούσε το έφτιαχνε φανελάκι, βρακάκι. Μικρά σοσόνια τα λέγαμε κοντά κάτω το καλοκαίρι και το χειμώνα ήταν μέχρι πάνω. Άσπρα, από την μπλούζα έμενε πλεχτό ας ήταν και κίτρινο και μωβ ότι χρώμα να ήταν και στα αγόρια και στα κορίτσια» (Μαρτυρία Μ. Ράπτη)

Μετά την ηλικία των έξι ετών το παιδικό ένδυμα διαχωρίζεται. Υπάρχει το ένδυμα που απευθύνεται στα αγόρια και το ένδυμα που απευθύνεται στα κορίτσια. Τα αγόρια σταματούν να ενδύονται με τα φουστανάκια και τη θέση τους παίρνουν κοντά υφασμάτινα παντελόνια με τιράντες. Η ενδυμασία των αγοριών συμπληρώνεται από φανέλες, βρακιά, μπλούζες, ζακέτες και τσουρέπια. Όλα τα ενδύματα με εξαίρεση το παντελόνι και το βρακί είναι πλεχτά… «Αγόρια κι κουρίτσια φουστάνι. Ε, όσο να πάνει πέντε χρόνια, να πάνει στου σχολειό. Κουντά τς γάζουναν κανένα παντηλουνάκι. Τα ξικήναγαν για το σχολειό. Ό,τ’ να ‘νει παντηλουνάκια τς τα ‘ραβαν κι πάηναν στου σχολειό. Τσουρέπια  πλεχτά. Βέβαια τσουρέπια. Κι κανένα λαστιχένιο παπούτσ’ κι πέρα η δλειά. Μπότεις χειμουνιάτκεις» (Μαρτυρία Ουρανίας Ράπτη)

«Τα αγόρια φορούσαν το παντελόνι. Ρετσίνα παντελόνι. Ύφασμα σκληρό,  ριγωτό μαύρο με ριγούλες άσπρες και εδώ απάνω το έφτιαχναν κορμάκι χωρίς μανίκια. Το ‘ντυνε, ήταν ραμμένο ολόσωμο. Το ‘ντυνες από κάτω πρώτα, έβανες το κεφάλι μέσα, το ήταν λυτό, δεν είχε κουμπιά από πίσω, είχε κουμπιά στο πλευρό. Από μέσα έβαζαν φανέλες, πουκάμισα. Από κάτω τσουρέπια μαύρα. Όποιος είχε έφτιαχνε παπούτσια άλλοι ξυπόλητοι. Ζακέτες» (Μαρτυρία Αλεξάνδρας Μπενέκου)

(Πηγή : Η ΥΦΑΝΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΧΟΥΛΙΑΡΑΔΕΣ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ, Μεταπτυχιακή Εργασία της Μαρίας Χ. Ράπτη, Ιωάννινα, 2007)

Στη φωτογραφία δυο αδελφάκια στις αρχές του 1930. Πρόκειται για τον Παναγιώτη Ν. Μπαλάσκα και την Αντιγόνη Ν. Μπαλάσκα – Καρρά, που ποζάρουν στον πλανόδιο φωτογράφο, στον τοίχο του σπιτιού τους στους Μελισσουργούς. (Φωτο από αρχείο Αναστασίας Καρρά)

Δημοσιεύθηκε στη Λαογραφικά και άλλα | Σχολιάστε

ΤΟ ΜΗΤΡΩΟΝ ΤΩΝ ΑΡΡΕΝΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΡΤΗΣ, ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΡΤΗΣ, ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΑΡΤΗΣ (καταρτισθέν εν έτει 1883), Γεννηθέντες τα έτη 1876 – 1879

Συνεχίζουμε με το Μητρώο Αρρένων του Δήμου Άρτης με τα έτη γέννησης 1876, 1877, 1878, και 1879. (Για τα προηγούμενα έτη μπορείτε να αναζητήσετε τους πίνακες σε προηγούμενες αναρτήσεις).

Έτος Γέννησης 1876

1876 α’
1876 β’

Έτος Γέννησης 1877

1877 α’
1877 β’

Έτος Γέννησης 1878

1878 α’
1878 β’

Έτος Γέννησης 1879

1879 α’
1979 β’

(Πηγή : Βιβλιοθήκη Άγγελου Παπακώστα, https://anemi.lib.uoc.gr/)

Δημοσιεύθηκε στη Η Απελευθέρωση το 1881 | Σχολιάστε

Από τη ζωή του Γιάννη Μόραλη

Ο Γιάννης Μόραλης με τον θείο του, Θρασύβουλο Τσακαλώτο και τη σύζυγό του Τούλα, στη Ρώμη το 1937. (Πηγή : https://www.jmoralis.gr/)

Δημοσιεύθηκε στη Αρτινοί ζωγράφοι και η Άρτα | Σχολιάστε

Στην Πλατεία Σκουφά το 1923

“Άρτα, 1923. Αρτινοί του μεσοπολέμου φωτογραφίζονται μπρος από την Παρηγορήτισσα. Οι κυρίες με τα καπελάκια της μπελ-επόκ και πανωφόρια με φαρδύ μανίκι και οι κύριοι με καπέλο και σταυρωτό παλτό”. (Φωτο από αρχείο Μ. Ν.Αλίβερτη όπως δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Κ. Τσιλιγιάννη Η ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ, Άρτα, 2007)

Δημοσιεύθηκε στη Οι Πλατείες | Σχολιάστε

ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ, 1917

Φωτογραφία του Γ. Λαμπάκη από τη δεύτερη επίσκεψή του στην Άρτα το 1917, ο οποίος διακρίνεται με το γιό του στον περίβολο, στην βορειοδυτική γωνία του Ναού. Αριστερά διακρίνεται μια νέα με ενδυμασία της εποχής και δεξιά στη φωτογραφία ένας εύζωνας του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων της Άρτας που συνομιλεί με ορεσίβιους που φορούν κάπα και δίπλα τα μικρά παιδιά τους.

Το πέτρινο κωδωνοστάσιο το οποίο είχε αναγείρει ο Σεραφείμ Ξενόπουλος προ του έτους 1894 (έτος θανάτου του) δεν υπάρχει πλέον καθώς,  μετά από απόφαση του Α.Ορλάνδου και της Ελληνικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, κατεδαφίστηκε το 1916, γιατί δεν ταίριαζε με τον βυζαντινό ναό….(Φωτο από αρχείο Δημητρίου Αλεξίου όπως δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Κ. Τσιλιγιάννη Η ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ, Άρτα, 2007)

Δημοσιεύθηκε στη Οι Εκκλησίες | Σχολιάστε

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ ΑΡΤΗΣ, 1958

Απόστολος Παραλίκης, Γεράσιμος Γκιζέλης, Λάμπρος Γαλήνας, Παναγιώτης Ραβανός, Χρήστος Βαίτσης, Γ. Πετανίτης (τέρμα), άγνωστος, Αλέξανδρος Πλάκας (Γενικός Αρχηγός).

Κάτω δεξιά : Κ. Αποστόλου, Λάμπρος Κωστής, Ιωάννης Τζαχρήστας, Κ. Παπαγιάννης , Δ. Μίχος. (Φωτο & Παρουσίαση Κ. Μπανιάς)

Δημοσιεύθηκε στη Η ομάδα του Ολυμπιακού | Σχολιάστε

Η εξόντωση των καπεταναίων  στα αρματολίκια Ρούμελης & Άρτης

Το 1830 οι Τούρκοι αποφάσισαν να καταργήσουν τα αρματολίκια και να εξοντώσουν τους καπεταναίους για να μην αποτελούν εμπόδιο στις διαπραγματεύσεις των συνόρων του νέου ελληνικού κράτους. Για την επιτυχία αυτού του σκοπού ο Κιουταχής πασάς (στον οποίον ανατέθηκε η εκτέλεση) συνέλαβε την ιδέα να καλέσει όλους τους αρματολούς στα Τρίκαλα για την ανανέωση των συμφωνιών τους, τάχα, στην πραγματικότητα όμως για να τους σκοτώσει. Ο Κασομούλης έγραψε σχετικώς τα εξής :

(…) Συλλαβών την ιδέαν μίαν και την αυτήν ημέραν να φονεύση εν γένει τους αρματωλούς καπιταναίους της Ρούμελης, εξέδωκεν διαταγήν μυστικήν προς όλους τους ντερβεναγάδες, αλλά μη επιτυχών <εις το σχέδιον> εφόνευσεν, την 12 Δεκ. 1830, τον Στέργιον Στορνάρην και Σωτήρην Λιακατάν με έως 100<αρματωλούς> εις τα Τρίκαλα (…). Οι λοιποί Νάσιος Μάνδαλος, Ψειραίοι, Ζιάκας Χασιών, Σωτήρης Στράτου Αγράφων (…) εσώθησαν (…).

Να τι γράφει η Γενική Εφημερίς στις 3.1.1831 για την καταστροφή των τουρκοκαπετάνων :

Πηγή : http://www.academyofathens.gr/)

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στην Τουρκοκρατία | Σχολιάστε

Ένα απειλητικό γράμμα προς τον φρούραρχο Άρτης Νούρκα Σέρβανη το 1824

Στις αρχές του 1824 ο Μαυροκορδάτος αποφάσισε να οργανώσει εκστρατεία στις ορεινές επαρχίες της Άρτας που ήταν «προσκυνημένες» από το 1822. Στα σχέδια της εκστρατείας δεν περιλαμβανόταν οι δυσαρεστημένοι με τον Μαυροκορδάτο οπλαρχηγοί και συμπαθούντες τους προσκυνημένους αρματολούς Μπακόλα, Κουτελιδαίους κτλ. όπως ο Γ. Καραϊσκάκης. Βρισκόμαστε πλέον στο τρίτο έτος της επανάστασης και οι Έλληνες έχουν πληροφορίες ότι τα τουρκικά στρατεύματα θα κινηθούν κατά των χωριών του Βάλτου εκεί που συναντώνται τέσσερις Νομοί, της Ευρυτανίας, της Καρδίτσας, της Άρτας και της Αιτωλοακαρνανίας.  Οι Έλληνες με αρχηγούς τούς Δημήτριο Μακρή, Γεώργιο Τσόγκα και Αλέξιο Βλαχόπουλο έπιασαν τη θέση Λιγοβίτσι (Φυτείες) και οχύρωσαν τη μονή τής περιοχής, όπου τους συνάντησε λίγο αργότερα και ο Μαυροκορδάτος, ενώ οι Ράγκος, Στουρνάρης και Λιακατάς παρακολουθούσαν από κοντά τις κινήσεις τού εχθρού. Στις 3 Ιουνίου 1824 οι Τσόγκας και Ράγκος επιτέθηκαν στη Σκουληκαριά καί ανάγκασαν τούς Τούρκους στρατιώτες να υποχωρήσουν μαζί με τον Δημήτρη Μπακόλα πού πολεμούσε στο πλευρό τους. Οι Έλληνες τους καταδίωξαν και τούς ανάγκασαν να τρέξουν να οχυρωθούν μέσα στην Άρτα.

Ο Ράγκος (1790-1870), αρματολός και γιος αρματολού, ήταν από τους εξέχοντες οπλαρχηγούς της Ρούμελης. Επειδή διεκδικούσε από τον Καραϊσκάκη το αρματολίκι των Αγράφων, προσχώρησε στον κύκλο του Μαυροκορδάτου και μάλιστα συμμετείχε στην καταδίωξη του Καραϊσκάκη τον καιρό που ο τελευταίος είχε πέσει σε δυσμένεια και εθεωρείτο «τουρκολάτρης». Φρούραρχος της Άρτας τότε ήταν ο Νούρκας Σέρβανης ή Σέρβανης (Nurca Sevrani), πρώην ντερβέναγας και μουτασελίμης Καρλελίου στο Βραχώρι, το 1821.

Το γράμμα που αναφέρουμε στη συνέχεια, είναι απάντηση σε προηγούμενο γράμμα του Νούρκα Σέρβανη, με το οποίο πιθανόν να  ζητούσε από τον Ράγκο να προσκυνήσει. Ο Ράγκος απαντά με ένα απειλητικό-υβριστικό γράμμα προς τον στρατιωτικό διοικητή της Άρτας ενώ έχει ήδη ξεκινήσει η εκστρατεία κατά της Άρτας, η τελικά αποτυχημένη προσπάθεια που ήταν έμπνευση του Μαυροκορδάτου, και που πολλοί μελετητές τη θεωρούν προσχηματική ενέργεια που απέβλεπε στην πραγματικότητα στο να χτυπηθεί ο Καραϊσκάκης. Σε κάθε περίπτωση οι ελληνικές δυνάμεις κυρίως λεηλατούσαν ελληνικά χωριά στα προσκυνημένα αρματολίκια,  Ο Ράγκος, που είχε πυκνή αλληλογραφία με τον Μαυροκορδάτο, σε επιστολή του σταλμένη την ίδια μέρα τον ενημερώνει για την επιστολή του Σέβρανη: «Λάβε και το γράμμα του Κερατονούρκα, οπού μου έστειλε, θεώρησε και την κόπιαν του γράμματος οπού του αποκρίθηκα».

Γράφει λοιπόν ο Ράγκος τα εξής:

«Προς τον αδικητήν Νούρκα Σέβρανην οπού κατατυραννεί εις Άρταν.

Από τον γενναιότατον και ελεύθερον στρατηγόν Γιαννάκην Ράγκον εις λόγου σου Νούρκα Σέβρανη.

Έλαβα το βρώμιον γράμμα σου και είδα τες ξηρές φαντασίες σου και βρωμερά σου λόγια, όμως εσύ φυσικά μουρδάρης με μουρδαρόπιστη αναθρεμμένος, τέτοια μουρδάρικα λόγια εβγάνεις από το στόμα σου, τα οποία πρέπει να τα ακολουθείς και να τα κρατείς διά λογαριασμόν σου και διά εκείνους οπού σε ακολουθούν, και όχι να τα γράφεις εις το ελεύθερον μέρος και εις εκείνους οπού δεν έχεις χάζι.

Εμένα η Υπερτάτη Διοίκησις και ο υψηλότατος κύριος Μαυροκορδάτος με έχουν διορισμένον αρχηγόν εις ετούτην την εκστρατείαν με τους εδώ ευρισκομένους στρατηγούς, υποστρατηγούς, χιλιάρχους και αρχηγούς των αρμάτων, και πολεμώ με τον σουλτάνον τον βασιλέα σας και όχι με εσένα, οπού σε έχομεν μαθημένον να σε εξαγοράζομεν ωσάν το γαϊδούρι, καθώς πρόπερσι και ινσιαλάχ σε ολίγας ημέρας θα μεταπιασθείς ζωντανός ωσάν γαϊδούρι, όμως οι Έλληνες τώρα αν μετά σε βάλουν στο χέρι γρόσια δεν θέλουν, παρά θα σε γδάρουν με το στορνάρι, διότι γρόσια έχει η Υπερτάτη Διοίκησις διά τους Έλληνας, και παίρνουν και δεν έχουν χρείαν από τα βρωμόγροσα και εδικές σας καλπουζανιές.

Δεν στοχάζεσαι χαντακωμένε πού είναι κλεισμένος ο αφέντης σου από τους ανδρείους Έλληνας;

Δεν έμαθες τον Ρούμελη τι χαλασμόν έπαθε και τι καταδρομές από τους ήρωας στρατηγούς της Ανατολικής Ελλάδος και από τους ανδρείους Έλληνας;

Δεν έμαθες τον Καπετάν πασιά, οπού τον εφωτόκαυσαν οι ήρωες Σπετζιώτες και Υδριώτες προχθές εις την Σάμον;

Δεν ήκουσες τον χαλασμόν του Ισμαήλ πασιά Πλιάσα και του Μπανούση χωριανού σου, οπού άφησαν τα βρωμερά των κόκαλα επάνω εις εκείνο το άγιον νησί εις τά Ψαρά ;

Δεν ήκουσες τον παντελή αφανισμόν του Μέτου Μουσταφά, οπού έπαθε προχθές εις το Μαυρίλου;

Ω κακορίζικε και κακομοιριασμένε, δεν φοβείται η ηρωική ψυχή των Ελλήνων από τα γράμματά σας, ούτε από τα ασιατικά κινήματά σας. Ημείς σας εκαύσαμεν όλα τα χωριά σας, τόσον εις τα ψηλώματα, όσον και εις τον κάμπον και εις τα πέριξ της Άρτας καθώς το είδες, οπού ο καπνός σού έβγαλε τα μάτια· μάλιστα εις αυτό το τενταρούκι είμεθα τώρα να έλθωμεν να σε κατακαύσωμεν αυτού μέσα οπού είσαι κλεισμένος, ωσάν το γουρούνι εις το κομάσι. Ο αληθής θεός των Ελλήνων αποφάσισε να εξαλείψει από το πρόσωπον της γης εσάς την βρωμεράν γενεάν και εκείνους οπού σας ακολουθούν από τα τυραννικά και βάρβαρα και βρώμια φερσίματά σας. Όχι άλλο.

Τη 21 Αυγούστου 1824»

(Πηγή :Ιστορικόν αρχείον Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, Τχ.4: Έγγραφα του 1824, Αθήνα, 1971 )

Ξυλογραφία που απεικονίζει τον Γιαννάκη Ράγκο (Πηγή : http://www.eie.gr/)

Και λίγα λόγια για τον Νούρκα Σέρβανη…..”Ο Νούρκας Σερβάνης ήταν τουρκαλβανός και στρατιωτικής διοικητής των Οθωμανών του Βραχωρίου. Ως πρόσωπο συνδέθηκε με την πρώτη απελευθ έρωση της πόλης το 1821 από τους ντόπιους οπλαρχηγούς.Ο Νούρκας Σερβάνης ύστερα από διαπραγματεύσεις κατάφερε να διαφύγει από το πολιορκημένο Βραχώρι στις 11 Ιουνίου 1821. Όμως την ίδια κιόλας μέρα μετά από πορεία 15 ωρών φτάνοντας στην περιοχή “Σκάλα” στο χωριό Τσικλίστα ( Σκοπιά) Ευρυτανίας πέφτει σε ενέδρα των ανδρών του οπλαρχηγού Γιολδάση. Εκεί σκοτώνονται πολλοί άνδρες του που μέχρι πρότινος ήταν η στρατιωτική παρουσία των Οθωμανών στο Βραχώρι  και ο ίδιος αιχμαλωτίζεται. Αργότερα ανταλλάχθηκε με τον γιο του, ο οποίος είχε αιχμαλωτιστεί από τους επαναστάστες στην Πρέβεζα.  Το σημείο όπου έγινε η μάχη έμεινε γνωστό ως “Νούρκα Σκάλα”.

Λέγεται ότι πήγε με το μέρος του Αλή Πασά, ο οποίος αντιμάχονταν τις Οθωμανικές Δυνάμεις στην Ήπειρο και τοποθετήθηκε φρούραρχος της Άρτας. Ο ίδιος σκοτώθηκε 6 χρόνια αργότερα στο Τρικέρι Μαγνησίας στις 15 Νοεμβρίου 1827. Εκεί 2500 Έλληνες εξόντωσαν το σώμα των 1200 Τουρκαλβανών υπό την ηγεσία του ιδίου. Λέγεται ότι το σώμα αυτό εστάλη από τον Ομέρ Βρυώνη χωρίς όμως κανέναν Τούρκο, διότι έτσι ίσως ήθελαν να εκδικηθούν τον Νούρκα Σερβάνη αφήνοντας τον ακάλυπτο την κρίσιμη στιγμή και με λιγότερες δυνάμεις έναντι των Ελλήνων. Ίσως με το “άδειασμα” αυτό από πλευράς τουρκικής στρατιωτικής διοίκησης πλήρωσε το γεγονός ότι άφησε το Βραχώρι  το 1821 και αμέσως μετά πήγε με τον Αλή Πασά, κάτι που οι Τούρκοι δεν το ξέχασαν…Λάφυρα των Ελλήνων πέρα των άλλων ήταν 4 μπαϊράκια και το σπαθί του Νούρκα που προσφέρθηκε σε τοπικό μοναστήρι…..(Πηγή : Η απελευθέρωση του Αγρινίου και η περιπέτεια του Νούρκα Σερβάνη στη Σκάλα Τσικλείστας, Κ. Χειμάρρα,  Ιστορικά της Ρούμελης, 1991.

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στην Τουρκοκρατία | Σχολιάστε