Γεωγραφική περιγραφή του συνόρου του 1881 στην περιοχή της Άρτας όπως καταγράφηκε  στη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης

“Άρθρο 1 ¨……………Οι επίτροποι, έχοντας σταλεί στην Άρτα από τις Μεγάλες δυνάμεις, είναι υποχρεωμένοι να  αρχίσουν την διαδικασία της αποτύπωσης  από τις εκβολές του ποταμού Άρτα και έτσι να προχωρήσουν σε αντίστροφη πορεία, κατά μήκος της γραμμής που έχει καταδειχθεί στο 1ο άρθρο της συμφωνίας. Το σημείο εκκίνησης του συνόρου είναι το στόμιο του ποταμού Άρτα στον κόλπο που έχει το ίδιο όνομα. Αρχίζοντας από τις εκβολές η οροθετική γραμμή ακολουθεί τη γραμμή κοίτης του ποταμού, του οποίου η πολύ έντονη ελικοειδής πορεία έχει μια γενική κατεύθυνση από βορρά προς νότο.

Αφήνει στα ανατολικά τα χωριά Κομμένο και Μπάνη, που βρίσκονται στην αριστερή όχθη, τα οποία πέφτουν στην Ελλάδα. Στα δυτικά τα χωριά Νεοχώρι, Μπακυκάλαμον, Τσαπραλή, Κυρνικολού, Κεραμάτες, καθώς και το μοναστήρι με το ίδιο όνομα, παραμένουν στην Τουρκία.

Η οροθετική γραμμή περνάει από τη Γέφυρα της Άρτας, όχι πολύ μακριά από το χωριό με το ίδιο όνομα, ακολουθώντας τα ίχνη ενός  κάθετου επιπέδου, που κόβει τη γέφυρα εγκάρσια στα θεμέλια  ακριβώς της κεντρικής αψίδας. Από τη Γέφυρα, και για μια απόσταση 5 χιλιομέτρων προς τα πάνω στο ρεύμα του ποταμού, ο ποταμός διατρέχει  μια πολύ πλατιά αμμώδη κοίτη και διαχωρίζεται σε πολλά μέρη. Η γραμμή  ακολουθεί το πιο μεγάλο ρεύμα. Έχοντας περάσει από τη Γέφυρα, η οροθετική γραμμή στρέφεται γύρω από την πόλη της Άρτας προς τα δυτικά και βόρεια. Αυτή η πόλη πέφτει στη Ελλάδα. Κατόπιν περνά από τα δυτικά της Μονής του Θεοτοκιού, που βρίσκεται σε ένα ύψωμα και δεσπόζει της αριστερής όχθης του ποταμού και το οποίο πέφτει στην Ελλάδα. Περνάει στα δυτικά των χωριών Καλεντίνη, Κουκούλιστα, της Μονής Μουχουστίου, τα οποία πέφτουν στην Ελλάδα και στα ανατολικά των χωριών Νεζερίστα, Αβαρίτσα, Ζάβατο, Νισίστα, Πολύτσενα, Βροντό τα οποία παραμένουν στην Τουρκία. Φτάνει στη στενή Γέφυρα της Πλάκας στην οποία καθορίζεται από το ίχνος του κάθετου επιπέδου που κόβει την Γέφυρα εγκάρσια και περνάει από το μέσον της μεγάλης αψίδας. Συνεχίζοντας ακολουθεί τη γραμμή της κοίτης του ποταμού, η οποία, αφήνοντας τη Γέφυρα της Πλάκας περνάει μέσα από μια στενωπό που περιβάλλεται από κάθετους βράχους σε κάθε πλευρά, περνάει από το μέσον της μεγάλης αψίδας της Γέφυρας της Πολιτσάς, περνάει στα δυτικά του χωριού με το αυτό όνομα το οποίο πέφτει στην Ελλάδα και τελικά φτάνει στη διασταύρωση του χειμάρρου των Καλαρρυτών, έναν παραπόταμο στα αριστερά του ποταμού Άρτα. Το σημείο όπου ο χείμαρρος πέφτει στον ποταμό ονομάζεται Σμίξη. Το μήκος της οροθετικής γραμμής από το στόμιο του ποταμού Άρτα μέχρι τη διασταύρωση με το χείμαρρο των Καλαρρυτών είναι 93 χιλιόμετρα, λαμβάνοντας υπ’ όψη τις ελικοειδείς   ροές του ποταμού.

Άρθρο 2. Φθάνοντας στη διασταύρωση με τον χείμαρρο των Καλαρρυτών, η συνοριακή γραμμή αφήνει τη γραμμή κοίτης του ποταμού Άρτα και ακολουθεί την κοίτη του χειμάρρου του οποίου η γενική κατεύθυνση είναι βόρειο-ανατολικά. Περνάει από τα νότια του χωριού Μιχαλίτσι, το οποίο παραμένει στην Τουρκία. Περνάει από το μέσον δυο μικρών γεφυρών από τις οποίες ο πιο απομακρυσμένος χείμαρρος ονομάζεται Σινγούνι, πάνω από τις οποίες περνά ο δρόμος από Πράμαντα προς Καλαρρύτες. Από τη Γέφυρα του Σινγούνι στρέφεται προς τα βόρεια, περνά από το κέντρο δυο μικρών γεφυριών κατά μήκος του χειμάρρου, αφήνει στα ανατολικά το χωριό Καλαρρύτες που πέφτει στην Ελλάδα και αφήνει στα δυτικά το χωριό Συρράκο που παραμένει στην Τουρκία. Φτάνει στο σημείο απ’ όπου ξεκινά ο χείμαρρος Καλαρρύτης, ο οποίος ξεκινά την πορεία του λίγο πιο χαμηλά από την κορυφή του Περιστερίου ή Ντζουκαρέλα. Η επιτροπή έχει καταδείξει με ένα σημάδι το σημείο όπου ο χείμαρρος, που είναι ακόμη ένα μικρό ρυάκι συνήθως χωρίς νερό φτάνει στο βοσκοτόπι στους πρόποδες της Ντζουκαρέλα. Από το σημείο όπου αρχίζει το ρυάκι, η οροθετική γραμμή ανεβαίνει κατακόρυφα σε ευθεία γραμμή στην κορυφή του Περιστερίου….” (Πηγή : Sir Edward Hertslet,  (1891) ‘The map of Europe by treaty London-Volume  IV, 1875 to 1891, σε μετάφραση Α. Καρρά)

Στη φωτογραφία το εξώφυλλο του βιβλίου του   Sir Edward Hertslet,  (1891) ‘The map of Europe by treaty London-Volume  IV, 1875 to 1891, που σήμερα βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.

Δημοσιεύθηκε στη Η Απελευθέρωση το 1881 | Σχολιάστε

Ή Άρτα από την καινούργια γέφυρα – Δεκαετία ’60

Φωτοκάρτα με μερική άποψη της πόλης, μπαίνοντας από τα δυτικά και την καινούργια γέφυρα στον Άραχθο, που η κατασκευή της τέλειωσε το 1958.

(Πηγή φωτογραφίας : http://elefsinaculture.gr/)

Δημοσιεύθηκε στη Το Γεφύρι της Άρτας και ο Άραχθος Ποταμός | Σχολιάστε

Ο Άγιος Βασίλειος της Γέφυρας

Ο Άγιος Βασίλειος της Γέφυρας σε φωτογραφία του Konrad Helbig, 5 Νοεμβρίου 1984. Ο Konrad Helbig, (1917 – 1986) ήταν Γερμανός φωτογράφος, ιστορικός τέχνης και αρχαιολόγος. Από το αρχείο της Deutsche Fotothek, Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Βερολίνου.

Δημοσιεύθηκε στη Οι Εκκλησίες | Σχολιάστε

Η Παναγία του Μπρυώνη

Η Μονή Μπρυώνη αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου στο Νεοχωράκι Άρτης, σε φωτογραφία του Δημήτρη Καμαρούλια. (Πηγή : ΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ, Δ. Καμαρούλιας, 1996)

Δημοσιεύθηκε στη Οι Εκκλησίες | Σχολιάστε

1953 – Τα εγκαίνια του Εθνικού Παναμβρακικού Σταδίου Άρτης

Παρέλαση των ομάδων και ό “Όρκος του Αθλητή” από τον γκολκήπερ του Ολυμπιακού & Παναμβρακικού, πολυαθλητή, γεωπόνο Παναγιώτη Χ. Βάγια. Διακρίνονται επίσης οι Α. Ζέρβας, Ι. Κολοβός, Κ. Κουφός και Νικολάου. (Φωτο & Παρουσίαση Κ. Μπανιάς)

Δημοσιεύθηκε στη Αθλητικές Εκδηλώσεις | Σχολιάστε

Η Οικογένεια Βάγια στην Αίγυπτο – αρχές 1900

Αριστερά η Ευαγγελία Βάγια (αργότερα σύζυγος Κ. Μαστραπά), στο κέντρο η μητέρα της και δεξιά ο αδελφός της Πλάτωνας Βάγιας στις αρχές του 1900, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου ζούσαν μέχρι που πέθανε η μητέρα τους και μετά εγκαταστάθηκαν στην Άρτα, τον τόπο καταγωγής τους. (Φωτο από προσωπική συλλογή Λ.Μ)

Δημοσιεύθηκε στη Αρτινές Οικογένειες | Σχολιάστε

Οι ανταποκρίσεις της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ για την κατάσταση που επικρατούσε στην Άρτα πριν ακόμη κηρυχθεί ο πόλεμος του 1897

Πιστεύουμε πως δεν υπάρχει πιο αξιόπιστη πηγή για τα όσα συνέβησαν κατά τον πόλεμο του 1897 (τουλάχιστον απ’ την ελληνική πλευρά εξιστόρησης των γεγονότων) από τις εφημερίδες της εποχής, έτσι θα προσπαθήσουμε να μεταφέρουμε τα ρεπορτάζ της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ,  όπως καταγράφηκαν, κυρίως από τον δημοσιογράφο Μοσχονά, ξεκινώντας από τις αναφορές τον πρώτο καιρό πριν την έναρξη των κυρίως εχθροπραξιών ανάμεσα στον ελληνικό και τουρκικό στρατό.

ΑΡΤΑ, 31 Μαρτίου

ΑΡΤΑ, 1 Απριλίου…

ΑΡΤΑ, 2 – 3 Απριλίου….

Δημοσιεύθηκε στη Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 | Σχολιάστε

O ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ 1897 ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΣΗΜΕΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ – Οι μάχες στην περιοχή της Άρτας μεταξύ 27 – 30 Απριλίου 1897….

“………..Οι αναφορές για εμπλοκές κοντά στα Πέντε Πηγάδια τις ημέρες από τις 27 έως τις 30 Απριλίου που μπορούν να ληφθούν, προς το παρόν εξακολουθούν να είναι κάπως συγκεχυμένες και αντιφατικές. Ο ανταποκριτής της «Daily News», που ήταν θεατής στην ελληνική πλευρά και αυτόπτης μάρτυρας πολλών γεγονότων, περιγράφει τη σκηνή των μαχών με τα εξής λόγια: «Δύο δρόμοι μέσα από τα βουνά που περικυκλώνουν τον κόλπο της Άρτας οδηγούν από τα νότια προς τα Γιάννινα. Ο ένας  διασχίζει την κοιλάδα του Λούρου από την Πρέβεζα μέχρι τη Φιλιππιάδα. Είναι ένας πρακτικός δρόμος, διαθέσιμος για στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ο άλλος δρόμος οδηγεί από την Άρτα μέσω του Χανόπουλου, των Κομμουζιάδων και του Καρβασσαρά στα Πέντε Πηγάδια. Πέρα από τον Χανόπουλο ο δρόμος είναι πολύ δύσκολος, αλλά προσφέρεται για  ισχυρές θέσεις και από τις δύο πλευρές. Οι δύο δρόμοι ενώνονται στο οχυρό Πέντε Πηγάδια, που βρίσκεται στον τερματισμό του περάσματος. Περίπου μισή λεύγα νότια του οχυρού, οι δύο στρατιωτικοί δρόμοι που οδηγούν στα Γιάννινα ενώνονται σε μια βαθιά εγκάρσια κοιλάδα που χωρίζει τις δύο υψηλές προεξοχές, από τις οποίες η κοιλάδα πλαισιώνεται με ψηλές κορυφογραμμές βουνών.

Μετά από πέντε ημέρες αψιμαχιών, οι Έλληνες είχαν προχωρήσει μπροστά  μέχρι τα Πέντε Πηγάδια, τα είχαν καταλάβει και οι δυνάμεις τους στάθηκαν κάπως διασκορπισμένες στο μακρόστενο ορεινό πέρασμα σκοπεύοντας να προχωρήσουν στα Γιάννινα και να ανυψώσουν εκεί την Ελληνική  Σημαία, μόλις η Πρέβεζα  περιέρχονταν στην κατοχή τους.

Σαν συνέπεια του διασκορπισμού των δυνάμεών τους, ένα Τάγμα, το οποίο είχε απωθηθεί ως το χωριό Κοντοζάκι (Kondozaki), αιφνιδιάστηκε από τους Τούρκους στις 24 Απριλίου και καταστράφηκε ολοσχερώς. Το Τάγμα έχασε 300 νεκρούς, και είχε 200 τραυματίες και 60 αιχμαλώτους. Στις 27 Απριλίου οι Έλληνες τοποθετήθηκαν σε μια φυσικά ισχυρή θέση, ανατολικά της στρατιωτικής οδού που διέσχιζε το πέρασμα στη περιοχή του Χανόπουλου, που όμως ήταν προσπελάσιμη  από τα πυρά των Τούρκων από την κατάφυτη κορυφογραμμή του βουνού στο τέλος της σχισμής της κοιλάδας. Το κλειδί της ελληνικής θέσης ήταν ένας επίπεδος λόφος, ο οποίος σχημάτιζε κατά κάποιο τρόπο ένα  φυσικό οχυρό ενάντια σε τουρκική επίθεση που το να το καταλάβουν  ήταν πολύ προς το συμφέρον των  Ελλήνων…..”  (Πηγή : THE GREKO – TURKISH WAR from official sources by a German Staff Officer translated by Frederica Bolton, London, 1898)

Στη φωτογραφία χάρτες με σχεδιαγράμματα της περιοχής για τις θέσεις των στρατευμάτων και του οδικού δικτύου, όπως δημοσιεύτηκαν στο φύλλο της εφημερίδας THE ILLUSTRATED LONDON NEWS στις 24 Απριλίου 1897.

…και η αντίστοιχη σελίδα από την εφημερίδα THE ILLUSTRATED LONDON NEWS στις 24 Απριλίου 1897.

Δημοσιεύθηκε στη Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 | Σχολιάστε

Τα κατεστραμμένα ή τελείως εξαφανισμένα σήμερα Μοναστήρια στις περιοχές Άρτης – Πρεβέζης.

Σύμφωνα με τον Δημήτρη Καμαρούλια τα Μοναστήρια ασφαλώς θα είναι πολύ περισσότερα αλλά δεν έχουν εντοπισθεί. (Πηγή : Άρθρο του Δ. Καμαρούλια, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, τχ. 184,1992)

Δημοσιεύθηκε στη Τα Μοναστήρια | Σχολιάστε

Η Παναγιά του Μπρυώνη στο Νεοχωράκι (2)

“…..Με βάση πλίνθινη επιγραφή που υπάρχει στη νότια πλευρά του ναού, ο καθηγητής Παναγιώτης Βοκοτόπουλος – ο κυριότερος μελετητής του μνημείου μετά τον Ορλάνδο- τοποθετεί την ίδρυση του ναού στο 1238, όταν Πατριάρχης στην Κωνσταντινούπολη ήταν ο Γερμανός Β΄. Εξίσου όμως πιθανή είναι και η εκδοχή του Σεραφείμ, ο οποίος γράφει συγκεκριμένη χρονολογία ίδρυσης του ναού (1111) άποψη την οποία εμμέσως συμμερίζεται και ο Ορλάνδος υποστηρίζοντας ότι το 13ο αιώνα δεν έχουμε την ίδρυση του ναού αλλά τη μετασκευή της παλαιότερης ξυλόστεγης τρίκλιτης βασιλικής σε σταυροειδή με τρούλλο, και ότι σ’ αυτή τη μετασκευή έκανε τον αγιασμό ο Πατριάρχης Γερμανός Β΄.

Για αιώνες το μοναστήρι ανθούσε, αλλά στα χρόνια του Αλή πασά αρπάχτηκαν τα πλούτη και τα κτήματά του απ’ τους Τούρκους και έτσι έπεσε σε παρακμή. Το 1821 πυρπολήθηκε ο ναός και “έμεινεν ερείπιον σωζομένου μόνον του μέρους του ιερού Βήματος και του τρούλλου ετοιμορρόπου” καθώς μας πληροφορεί ο Σεραφείμ. Στα χρόνια 1867-1871 έγινε ριζική ανακαίνιση του ναού με εκτεταμένες επισκευές, συμπληρώσεις και ανακατασκευές, οπότε το μνημείο πήρε τη σημερινή του μορφή. Τότε προστέθηκε ο νάρθηκας και κατασκευάσθηκε ο περιβολότοιχος με το κωδωνοστάσιο καθώς μαρτυρούν δύο εντειχισμένες ενεπίγραφες πλάκες”. (Πηγή : ΤΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ, Κ. Θ. Γιαννέλος, Άρτα)

Στη φωτογραφία του Παναγιώτη Βοκοτόπουλου “Άποψη της Παναγιάς του Μπρυώνη από Β.Α. το 1973”. (Πηγή : ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΜΠΡΥΩΝΗ, Π. Βοκοτόπουλος, Αρχαιολογικό Δελτίο, Τόμος 28, 1975)

Δημοσιεύθηκε στη Οι Εκκλησίες | Σχολιάστε