ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΝΗ ΚΗΠΙΝΑΣ

“Απέναντι του προς άρκτον ποταμίσκου των Καλαρρυτών, εν τω μέσω κρημνώδους όρους επί εδάφους Τουρκικού, υπάρχει αρχαία Ιερά Μονή της Θεοτόκου, Κηπίνα καλουμένη, εν ή εισέρχεται ο οδηπόρος διά τινος κινητής γεφύρας, επί μεγίστου χάσματος κειμένης, ήτις ξύλινος ούσα, εν καιρώ ανάγκης , δι’ εσωτερικής μηχανής, αίρεται διό και λίαν απόρθητος εστίν…..”
(Πηγή : ΔΟΚΙΜΙΟΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ του Σεραφείμ Ξενόπουλου του Βυζαντίου, Εν Αθήναις, 1884)

Στη φωτογραφία “Βαδίζοντας προς τη Μονή Κηπίνας -1960ς” (Από το Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, φωτογραφικό αρχείο του Απόστολου Βερτόδουλου, Γιάννινα, 1995)

Δημοσιεύθηκε στη Τα Μοναστήρια | Σχολιάστε

Η ΠΑΝΥΓΗΡΙΣ ΤΟΝ 15ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΣΤΟΥΣ ΜΕΛΙΣΣΟΥΡΓΟΥΣ – Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

“Ο πανηγυρισμός του Δεκαπενταύγουστου συνεχίζεται και την επομένην, εορτήν του Αγίου Μανδηλίου, του εικονίζοντος το πρόσωπον του Ιησού. Εάν όμως η μεθεπομένη -17η Αυγούστου- συμπέση εις ημέραν Κυριακήν, ο πανηγυρισμός παρατείνεται εις τριήμερον.
Κατά την 16ην Αυγούστου ο εκκλησιασμός γίνεται πανδήμως, εν τω ιερώ ναώ Αγίου Νικολάου, πολιούχου του χωρίου, μετά πάσης επιδείξεως και αίγλης. Ενδιαμέσω της ακολουθίας του Όρθρου και της λειτουργίας τελείται η Αρτοκλασία εις ανάμνησιν του δια του χορτασμού των πεντακισχιλίων θαύματος του Σωτήρος, εις υγείαν δε και ευημερίαν των κατοίκων του χωρίου. Οι εν κανίστρω – επί τραπέζης τοποθετημένης εν τω μέσω του ναού – πέντε μεγάλοι άρτοι, οίνος και έλαιον, ευλογούνται κατά τους κανόνας της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας, υπό των συλλειτουργούντων ιερέων, οίτινες λειγούσης της ιεράς ταύτης τελετής επανέρχονται διά της Ωραίας Πύλης εις το Ιερόν ψάλλοντες το «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού».
Κατά το μέσον της θείας λειτουργίας και αμέσως μετά την διά της μεγάλης εισόδου εκφοράν των Αγίων Δώρων αναγινώσκονται υπό του ιερέως -από της Ωραίας Πύλης- τα ονόματα των ελεοθετών υπέρ αγαθοεργημάτων του χωρίου………
Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας και την εκ της Εκκλησίας απόλυσιν ο λαός εκχύνεται ανά τα καταστήματα της αγοράς και το χωρίον. Η ευθυμία και διασκέδασις εν παντί, υπερβαίνει την της χθεσινής, υπό τον αυτόν πάντοτε ρυθμόν και τάξιν. Κατά την συνήθη όμως 5ην μεταμεσημβρινήν ώραν, άπαντες οι κάτοικοι ευρίσκονται εις το έτερον χοροστάσι, έχουσιν ήδη καταλάβη το επικλινές αμφιθεατρικόν μέρος, της άνω πλατείας «Κάμπος». Θέαμα γραφικώτατον. Ο παλλαϊκός κυκλικός χορός – ως και χθες- υπό τους ήχους των οργάνων κατ’ αρχάς, κατόπιν δε συνοδεία ασμάτων. Εύρυθμοι και ζωηρότεραι κινήσεις διακρίνουσιν αυτόν σήμερον. Αναπτυσσόμενος εις αναδιπλώσεις ελίσσεται εις το πάτριον «διπλοκάγκελο», η δε αντήχησις του τραγουδιού εις τα πέριξ βουνά και εδάφη προσδίδει χροιάν ρωμαντικήν. Και συνεχίζεται υφ’ όλων, υπό την οδηγίαν του κορυφαίου σύροντος, σεβαστού και ευυπόληπτου προσώπου, με το απαραίτητον επιχώριον τραγούδι « Τώρα κι’ ήλιος έγειρε, κι’ ο σταυραετός κουρνιάζει……..»
Ότε αφ’ ου μετά ελιγμούς (δίπλες και στεφογυρίσματα) επαναφερθή εις τον απλούν κυκλικόν χορόν, διά συριγμών δίδεται το σύνθημα της διαλύσεώς του. Σφυρίγματα- πανδαιμόνιον. Κατόπιν επακολουθούν συγκροτήματα μικροτέρων κυκλικών χορών, ανδρών και γυναικών, υπό την ανάκρουσιν οργάνων ή την συμφωνίαν αρμονικών, τον ρυθμόν κανονιζόντων ασμάτων και υπό τον θαυμασμόν των κύκλω ισταμένων παρατηρητών. Εκ των κατά την ώραν ταύτην χορευομένων είναι και ο διπλούς συμπτυσσόμενος και αναπτυσσόμενος εν είδει «Τράτας» χορός, ο λεγόμενος «Γαιτανάκι» (όχι το αποκριάτικον) μετά πολλής ζωής, ρυθμού και χάριτος τελούμενος.
Το επερχόμενον σκότος διαλύει και τους μερικούς τούτους χορούς υπό τας αμοιβαίας ευχάς «και του χρόνου με υγεία και καλύτερα», αλλ’ η συνέχεια της διασκεδάσεως μεταφέρεται εις τας συνοικίας, από των οποίων – και μέχρι βαθείας νυκτός – αντηχούν, ευφραίνοντα την ακοήν, άσματα νεανίδων.
Ούτω λήγει η ωραία αύτη ποιητική και υπό πάσαν έποψιν αναψυχής ευχάριστος πανήγυρις, αφίνουσα ανεξιτήλουςτας ωραιοτέρας των εντυπώσεων και αναμνήσεων.”
(Πηγή : ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ, Ν. Παπακώστα, Αθήναι, 1967)

Στη φωτογραφία “Χωριανοί και ξένοι στο επικλινές, αμφιθεατρικό μέρος της άνω πλατείας των Μελισσουργών Κάμπος, παρακολουθούν τα δρώμενα – Δεκατία του ‘60”. (Φωτο από αρχείο Ε.Κ.) 

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

Η ΠΑΝΥΓΗΡΙΣ ΤΟΝ 15ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΣΤΟΥΣ ΜΕΛΙΣΣΟΥΡΓΟΥΣ – ΑΝΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

“Η πρωία της 15ης Αυγούστου ευρίσκει όλους τους κατοίκους επί ποδός. Λαμπροφορούντες ούτοι, συν γυναιξί και τέκνοις, προσέρχονται εις τη εκκλησίαν, ότε και, μετά την λήξιν της θείας λειτουργίας, παρακολουθούσιν ή μετέχουσι της εν τη πλατεία διασκεδάσεως. Αλλ’ η -κάτω αυτή – συνοικία ενεργητικώτερον συμπανηγυρίζει. Καθήκον εις πολλούς επιβάλλει και την εις φιλικάς ή συγγενικάς οικογενείας επίσκεψιν, ίνα χαιρετίζοντες αυτάς ευχηθώσι την επί « έτη πολλά» υγείαν και ευτυχίαν. Συνήθως δε οι νέοι καθ΄ομάδας προσερχόμενοι ευρίσκουσι φιλικωτάτην υποδοχήν και φιλόφρονα περιποίησιν : τράπεζα μεστή προκλητικών εδεσμάτων, πρόχειρα γλυκά εις τεμάχια, χυμονικό, πεπόνι, μεζέδες από κοκορέτσι, σπληνάντερο και κρέας ψητό, ποτήρια ρακής και οίνου άπαντα εις την διάθεσίν των. Αποχαιρετίζοντες δε, σκόπιμον κρίνουσι να χορεύωσι προς στιγμήν ελληνικόν χορόν «με τραγούδι» ή τη συμφωνία οργάνων, εάν έχωσιν. Σπεύδουσι να περατώσωσι τας απαραιτήτους επισκέψεις, διότι έτερον καθήκον καλεί αυτούς. Οφείλουσι να περιποιηθώσι τους εκ γειτονικών χωρίων ελθόντας να μετάσχωσι του πανηγυρισμού.
Οι δε ευπορούντες και δυνάμενοι περισσοτέρους να φιλοξενήσωσι πανηγυριστάς, καλούσι και την -μόνην ενίοτε- ομάδα μουσικών οργάνων, υπό την ηθικήν όμως υποχρέωσιν, ίνα, κατά την ώραν ενάρξεως του πανδήμου χορού, ευρίσκωνται ταύτα – διαθέσιμα πλέον εις το κοινόν – εις την πλατείαν όπου και το «χοροστάσι» και τούτο προς αποφυγήν ανωμάλου εξελίξεως της πανηγύρεως.
Όθεν αι πανηγυρίζουσαι οικογένειαι φθάνουσι κατά την συνήθη (5η μ.μ.) ώραν αποτελούσι ούτως ειπείν, τον πυρήνα του χορού, όστις τη βαθμιαία συμμετοχή και άλλων, ανδρών και γυναικών ( αι γυναίκες λαμβάνουσι θέσιν εις το τέλος, άπαντες άνευ επαφής χειρός κρατούνται δια μανδηλίων, κατά δε τους ελιγμούς αποσύρονται), εξελίσσεται εις τον μέγαν κυκλικόν χορόν, τη συνοδεία πάντοτε μουσικών οργάνων.
Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, άπαντες οι κάτοικοι , καταλαβόντες το περιθώριον της πλατείας, μετ’ ενδιαφέροντος παρακολουθούσι τους χορεύοντας. Ο εκάστοτε αριθμός των μετεχόντων εγγίζει τους 150, το θέαμα είναι εξαιρετικόν, χάρμα ιδέσθαι! Υπερεκατόν, εν συνεχεία ευσταλείς φουστανελλοφόροι με τας ωραίας αυτών ελληνικάς ενδυμασίας, με τας χιονολεύκους φουστανέλλας εις εκάστην ρυθμικήν και με χάριν γινομένην κίνησιν του χορού παρουσιάζουσιν ευχάριστον θέαμα, θέαμα λευκάζοντος αφρού, ελαφρώς κυματιζούσης θαλάσσης.
Ο πρώτος σύρας και περατώσας τον χορόν δεν αποχωρεί, αλλά παραχωρών εις τον δεύτερον την θέσιν του, ως είθισται, καταλαμβάνει την προ του τελευταίου θέσιν. Και τούτο διότι ως τελευταίος προτιμάται άκρως ευυπόληπτον πρόσωπον, ίνα, μετά θάρρους και άνευ συστολής προσερχόμεναι, μετέχωσι του χορού και αι γυναίκες. Ολίγον προ του τερματισμού, αποσυρομένων των μουσικών οργάνων, ο χορός εξακολουθεί με δημώδη άσματα, προσδίδοντα και κανονίζοντα την ευρυθμίαν εις τους απ’ άκρου εις άκρον συνοδεύοντας ταύτα χορευτάς, οίτινες – του πρώτου οδηγούντος- κυκλούντες άμα εις ελιγμούς μεταβάλλουσι τον απλούν κυκλικόν χορόν εις το επιχώριο «διπλοκάγκελλο».
Τούτον μετά ημισείαν περίπου ώραν διαλυθέντα, διαδέχονται συγκροτήματα μικρότερων κυκλικών , ανδρών και γυναικών, χορευόντων υπό την ανάκρουσιν μουσικών οργάνων, και νεανίδων χορευουσών συνωδία επιχωρίων, κατά πάντα επιχαρίτων ρυθμικών ασμάτων. Αλλ’ η διάρκεια αυτών παρατείνεται, εφ’ όσον η μέριμνα διά την κατ’ οίκον φιλοξενίαν και περιποίησιν των ξένων επιτρέπει, άμα δε και η διά την επομένην ημέραν του πανηγυρισμού συνέχεια…..”
(Πηγή : ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ, Ν. Παπακώστα, Αθήναι, 1967)

Στη φωτογραφία “Καγκελάρι στους Μελισσουργούς στις αρχές της δεκαετίας του ’50 (;)” (Φωτο από αρχείο Ε.Κ.)

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

Η ΠΑΝΥΓΗΡΙΣ ΤΟΝ 15ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΣΤΟΥΣ ΜΕΛΙΣΣΟΥΡΓΟΥΣ – ΤΗΝ ΠΑΡΑΜΟΝΗ

“Γλυκείς ήχοι δονούσι την ατμόσφαιραν, γνώριμοι εις όλους τους κατοίκους του χωριού. Είναι ώρα 4η της 14ης Αυγούστου. Η καμπάνα της Παναγιάς καλεί τους πιστούς εις τον εσπερινόν, εις προσευχήν. Καλεί τους πάντας να μετάσχωσι και της χαράς να πανηγυρίσωσιν επί τη αυριανή εορτή Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Μικροί, μεγάλοι σπεύδουν. Νεάνιδες όμως από πρωίας είχον επιδοθή εις γενικήν καθαρειότητα του ναού, των εικόνων, μανουαλίων, πολυελαίων κτλ., ιδία δε εις τον στολισμόν της θαυματουργού εικόνος της. Εκεί εις την απέραντον και ρομαντικήν πλατείαν, υπό την δροσεράν σκιάν του άλσους, των αιωνοβίων πρίνων, της υψιλοκόρμου καρυάς και των ευσκιοφύλλων πλατάνων, λίαν ενωρίς οι καφεποτοπώλαι είχον εγκαταστήση τα υπαίθρια, προσωρινά αυτών καταστήματα. Τράπεζαι και ανάλογα καθίσματα ανέμενον τους πανηγυριστάς, οργανοπαίκται δε εγχωρίων μουσικών οργάνων υποτονθορίζοντες γαργαλιστικούς σκοπούς δημωδών ασμάτων και ελληνικών χορών ερευνητικόν έρριπτον βλέμμα προς τους συγκεντρούμενους νέους. Αλλά και οι κρεοπώλαι εκ παραλλήλου είχον εκθέση – από των δένδρων κρεμάμενα – κρέατα διαφόρου ηλικίας και φύλου προβάτων και τράγων, λίαν προκλητικά και δη μετά δεκατετραήμερον αυστηράν -ενίοτε- νηστείαν. Πρόθυμοι και αυτοί ίνα προμηθεύσωσιν εις τους πελάτας τα δια το αρτύσιμον φαγητόν των οικογενειών των απαραίτητα.
Οι κάτοικοι επί τη εις προσευχήν άμα και πανηγυρισμόν προσκλήσεως, ο εις μετά τον άλλον, ως από συνθήματος συγκεντρούνται, εισέρχονται εις την Εκκλησίαν, τινές δε και χάριν αναψυχής κατευθύνονται προς την πλατείαν της Παναγίας. Οι παρακολουθήσαντες τον εσπερινόν και μετασχόντες της προ την Παναγίαν ψαλλείσης παρακλήσεως, μάλλον ηυχαριστημένοι επί τη εκλπηρώσει και του θρησκευτικού αυτών καθήκοντος, εξέρχονται. Συναντώνται μετά φίλων και συγγενών, φιλοφρόνως χαιρετίζουσι “ξένους“, τους εκ γειτονικών χωρίων ελθόντας επισκέπτας, συνδιαλέγονται, περιπατούσι μετ’ αυτών ή κάθηνται ευχαρίστως αποθαυμάζοντες τους νεώτερους, χορεύοντας και σκορπίζοντας χαράν και ευθυμίαν. Το επερχόμενον σκότος υπενθυμίζει εις πάντας την εις την οικίαν των επάνοδον και την μέριμναν ετοιμασίας διά την επομένην……” (Πηγή : ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ, Ν. Παπακώστα, Αθήναι, 1967)

Στη φωτογραφία : 15η Αυγούστου 1954 – Οι νεαροί Ευέλπιδες Δημ. Κ. Ρίζος, Ξεν. Β. Χαρίσης και οι Χρ. Ζουμπούλης, Σταθ. Χαρίσης, Δημ. Παπαγιάννης, και Κ. Χαρίσης. (Φωτο από αρχείο Δ. Κ. Ρίζου, Παρουσίαση Κ. Μπανιάς) 

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

1936, ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΣΤΑ ΘΕΟΔΩΡΙΑΝΑ

Σέρνει το χορό ο γιατρός Χρ. Κομπορόζος κι ακολουθούν ο νομάρχης Άρτης Π. Βασιλάκης, ο δικηγόρος Δ. Καρατζένης, ο γιατρός Ι. Τσιρογιάννης. Μπροστά σέρνει το χορό η Κική Κοτσαρίδα και ακολουθεί η Αγνή Κομπορόζου.(Πηγή : ΤΑ ΘΕΟΔΩΡΙΑΝΑ ΑΡΤΑΣ, Ρ.Γ. Σκουτέλας, Αθήνα, 2006)

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

Θρησκευτική πομπή στο πανηγύρι στα Θεοδώριανα

ΘΕΟΔΩΡΙΑΝΑ, 1960 : “Η θρησκευτική πομπή κατηφορίζει από το ξωκλήσι της Παναγίας προς το χωριό για να ακολουθήσει το Διπλοκάγκελο.”
(Πηγή : ΤΑ ΘΕΟΔΩΡΙΑΝΑ ΑΡΤΑΣ, Ρ.Γ. Σκουτέλας, Αθήνα, 2006) 

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

ΤΟ ΔΙΠΛΟΚΑΓΚΕΛΟ ΣΤΑ ΘΕΟΔΩΡΙΑΝΑ ΤΟΝ 15ΑΥΓΟΥΣΤΟ

“Στα Θεοδώριανα κάνουν διήμερο πανηγύρι τον Δεκαπενταύγουστο. Παλιότερα το πανηγύρι ήταν τριήμερο και την Τρίτη μέρα διασκέδαζαν οι επαγγελματίες που ήταν απασχολημένοι με το πανηγύρι τις δυο πρώτες μέρες. Πολύ πρωί, στις 15 Αυγούστου, ενώ οι καμπάνες ηχούν χαρμόσυνα ξεκινούν από την κεντρική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου για το εκκλησάκι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ψηλά στη Βρύση στις Ιτιές οι παπάδες με τα λαμπροφορεμένα παιδιά, που κρατούν τα εξαπτέρυγα, τον Σταυρό και τις εικόνες, ενώ το Κύριε ελέησον των παιδιών γεμίζει την ατμόσφαιρα, σαν σύνθημα για το ξύπνημα των κατοίκων και πρόσκληση στον εορταστικό πανηγυρισμό. Όταν τελειώσει η ακολουθία της λειτουργίας και του αγιασμού στην Παναγία, ξεκινά κατεβαίνοντας προς το χωριό πλήθος λαού. Τα πολύχρωμα φορέματα των γυναικών και οι φουστανέλες των ανδρών προσδίδουν ένα θαυμάσιο και φαντασμαγορικό θέαμα. Οι ψάλτες και οι ιερείς ψάλλουν κατά τη διαδρομή το Μέγα Παρακλητικό Κανόνα, και όλο εκείνο το πλήθος, σε μια υπέροχη λιτανεία κατευθύνεται στην κεντρική εκκλησία, όπου τελειώνει η ικεσία των πιστών προς τη Θεοτόκο. Και τότε ξεκινά ο χορός. Ωραίος και θεαματικός είναι ο χορός Διπλοκάγκελο. Μετέχουν και οι δυο σειρές του χορού. Στον εσωτερικό κύκλο οι γυναίκες και στον εξωτερικό οι άντρες, όλοι πιασμένοι από τους αγκώνες. Τραγουδούν και το επαναλαμβάνουν τα βιολιά. Ξεκινάν με τα τραγούδια της προετοιμασίας : “Τα πήρανε τα πρόβατα”, “Ψηλά στην Κωστηλάτα”, “Μαρία λεν’ την Παναγιά”, “Συ που σέρνεις το χορό , κάνε διπλοκάγκελο”…… “Τέτοια ώρα ήταν ψες, τέτοια και παραπροψές, στο χορό που χόρευαν, χόρευαν κι απήδαγαν”…… Κι όταν η ορχήστρα πάρει εντολή από τον Πρόεδρο να σταματήσει ο χορός, τότε τραγουδάει το παρακάτω στιχάκι: “ Είπε ο Πρόεδρος παιδιά για να πάψουν τα βιολιά…..”
(Πηγές : 1. Άρθρο του Φ. Κολοβού στο βιβλίο ΤΑ ΘΕΟΔΩΡΙΑΝΑ ΑΡΤΑΣ, Ρ.Γ. Σκουτέλας, Αθήνα, 2006 2. ΤΟ ΑΡΤΙΝΟ ΧΟΡΟΣΤΑΣΙ, Γ. Κομζιάς, Αθήνα,2021)

Στη φωτογραφία “Διπλοκάγκελο στα Θεοδώριανα “ από το αρχείο Π. Σκουτέλα (Πηγή : ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, τχ. 105, 1985)

Δημοσιεύθηκε στη Η μουσική, τα σινεμά και το ερασιτεχνικό θέατρο στην Άρτα | Σχολιάστε

ΕΛΕΝΗ ΒΑΦΙΑ

—————-

“Βυζαντινή Άρτα” (Σύνθεση Ελένης Βαφιά)

Δημοσιεύθηκε στη Αρτινοί ζωγράφοι και η Άρτα | Σχολιάστε

ΜΟΛΟΗΜΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΑΚΗ Θ. ΜΟΛΩΝΗ, ΠΡΑΜΑΝΤΙΩΤΗ ΤΣΕΛΙΓΚΑ, ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

————————-
“Το καλοκαίρι του 1957 είχαμε τα πρόβατα στα Κούτσουρα Ασπροποτάμου, γύρω στα 1300 κεφάλια. Έτυχε οι τρανοί της στάνης να βρίσκονται στο χωριό και μείναμε εμείς τρία παιδιά, 25-28 χρονών, να φυλάξουμε τα κοπάδια. Τα γαλάρια τα φύλαγε ο Βαγγέλας (Βαγγέλης Γ. Μολώνης), τα ζυγούρια ο Μπλατσάρας (Γιώργος Σ. Μολώνης) και τα στέρφα εγώ. Ο καθένας μας όρμωνε το κοπάδι του στο σύρμα του και το βράδυ ανταμώναμε όλοι στη στάνη να πάρουμε μια χαψιά, να σταυρώσουμε καμιά κουβέντα, να στρίψουμε ένα λαθραίο. Όλη μέρα ήμαστε μονάχοι μας και δεν περνούσαν οι ώρες με τίποτα, αφού οι μέρες του καλοκαιριού είναι πέλαγο.
Είχαμε κλείσει πάνω από ένα μήνα στα βουνά, μακριά από τις φαμίλιες μας. “Μπιζιρίσαμαν να τρώμι κάθε μέρα βραστουγαλιά, δεν κατέβινι κατ’, αλλά τί να τρώμαν ; Eίχαμαν κατ’ πατάκις, κατ’ παλιοφάσλα αλλά διάουλους κάθουνταν να μαειρέψ’ κι να διαουλουκνήσ’.”
Ήταν θυμάμαι 2 Αυγούστου, μόλις είχαμε αποκρέψει για τη Σαρακοστή και καρτερούσαμε να έρθει της Παναγίας για να κατεβούμε στο χωριό, ν’ αλλάξουμε, να δούμε καμιά κοπέλα στο πανηγύρι, αφού ήμασταν κι οι τρεις ανύπαντρα παιδιά, πάνω στα καλά μας. Όπως βοσκούσαν τα στέρφα στις ορνιοφωλιές, που ήταν τόπος ανάποδος και τσακιστός με γκρεμούς και ορσίδες και μαρκαλιούνταν κιόλας, δυο κριάρια βάρβαρα που κουτριούνταν, έκοψαν στη μέση μια στερφοπρατίνα κάλεσια μουτζούρα και έπεσε καταή. Κάνω τον κατήφορο και πηγαίνω πάνω της και τί να δω….ήταν έτοιμη για ψόφο. Βγάζω μια παλιοσουγιά που είχα μαζί μου, της έκοψα το λαιμό και την έγδαρα επιτόπου, χωρίς χασομέρια να μην πάει θράσια. Έσκασα στην πλάτη το σφαχτό και διαβαίνω γρήγορα στη στάνη.
Σαν έφτασα στη στρούγκα βλέπω έξω από το καλύβι κρεμασμένο άλλο ένα σφαχτό, τετράπαχο που το κρέας του ήταν φλώρο σα χαρτί. Βγαίνει ο Βαγγέλας από το καλύβι και μου λέει πως καθώς έσμιξαν τα γαλάρια στον Καταραχιά με τα Καλαριώτικα και προσπαθούσε να τα χωρίσει, έσφιξε την κλίτσα του και πέτυχε μια πρατίνα, τσιούλα βάκρα, του Μήτσιου Μολώνη, σε αχαμνό σημείο. Η πρατίνα έπεσε για ψόφο και της τον πήρε τα λαιμό…. Δεν αποσώσαμε την κουβέντα μας και να κρεμάσουμε το δικό μου σφαχτό στον έλατο, να σου ξεκαμπάει ο Γιώργος Μολώνης, ο ζγουριάρης μ’άλλο σφάγιο στην πλάτη, καταματωμένος και ιδρωμένος σαν να ερχόταν από πόλεμο. Μας παραξενοφάνηκε. Τρίτο σφαχτό σε μια μέρα; Τι οργή ήταν ετούτη! Μας έπιασε φόβος, σαν να μη μας ήρθε καλά που σφάξαμε τρία ζωντανά σε καιρό Σαρακοστής. Καθώς μας εξήγησε ο Γιώργος, μια ζυγούρα λάια, παρδαλή γκρεμίστηκε στο Κολοκύθι που βοσκούσαν τα ζυγούρια αφού τη βάρεσε στα λαγαρά ένα λιθάρι που κύλησε άλλο ζυγούρι που βοσκούσε ψηλότερα…….
Τρία σφαχτά σε μια μέρα και Σαρακοστή μας έβαλαν σε σκέψεις. Θόλωσε το μυαλό μας και δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Να στείλουμε κάμποσο κρέας στο χωριό; Ποιος θα το έτρωγε, αφού όλοι απόκρευαν, δεν αρταίνονταν κανένας. Να το φάμε εμείς; Πάλι δεν τ’ αποτολμούσαμε, γιατί ήταν κακό μεγάλο για τα ζωντανά να χαλάσουμε τη Σαρακοστή. Ν’αφήσουμε τόσο κρέας να πάει χαμένο κι αυτό κακό μας έρχονταν. Εγώ κι ο Βαγγέλας μέσα μας είχαμε πάρει την απόφαση “να μην μαλάξουμι χαψιά κριάς κι να του ρίξουμι στα σκλιά, να πάει στου διάουλου, να τιλειώσουμι αυτήν τη δλειά, να μην κολαστούμι.” Τολμήσαμε να πούμε την σκέψη μας, χωρίς βέβαια να πολυπιστεύουμε αυτά που λέγαμε, γιατί σαν ρίχναμε τη ματιά μας στα τρία σφαχτά που κρέμονταν, μας έρχονταν κακό να τ’ αφήσουμε να πάνε θράσια.
Ο Γιώργος μας λέει σε μια στιγμή σκεφτικός : “Έχουμε μεγαλύτερη αμαρτία αν αφήσουμε τέτοιο χαδιάρικο κρέας, από νιές πρατίνες να πάει χαμένο. Έτσι όπως ήρθαν τα πράματα, πρέπει να φάμε, κρατάμε Σαρακοστή του χρόνου, αν ήμαστε καλά. Εξ άλλου εμείς δεν αρτηθήκαμε ούτε χτες ούτε σήμερα, είχαμε σκοπό ν’ αποκρέψουμε. Εγώ παιδιά, ένας είμαι θα φάω. Για καλό μας ήρθαν τόσα σφαχτά σε μια μέρα. Γιατί δεν έρχονταν γρηγορότερα;”
Εμείς οι δυό ανάψαμε τσιγάρο και παλεύαμε μέσα μας να καλοχωνέψουμε την παρανομία που βλέπαμε ότι κάναμε. Ο Γιώργος εν τω μεταξύ έφτιαξε μια σούφλα γύρω στα δυο μέτρα, έκοψε μικρά κομμάτια από τη ζυγούρα, τ’ αλάτισε καλά, τους έριξε και θρούμη, τα πέρασε στη σούφλα και την έβαλε στη φωτιά. Μοσχοβόλησε ο τόπος απ’ το λίπος που έπεφτε στη στάχτη κι αμπούριασε όλο το καλύβι από τον καπνό. Μόλις ροδοκοκκίνησε το κρέας, ο Γιώργος ακούμπησε τη σούφλα σε μια πλάκα, άρχισε να βγάζει το κρέας και να τρώει με λαιμαργία, παροτρύνοντάς μας να πάρουμε κι εμείς ένα μεζέ.
Εγώ κι ο Βαγγέλης κοιτάζαμε πότε τα σφαχτά που κρέμονταν προκλητικά, πότε τη μοσχοβολησμένη σούφλα και μας έφευγαν τα σάλια. Λίγο η πείνα, λίγο η μοσχοβολιά μας έκαναν να ξεχάσουμε την αμαρτία και να πέσουμε σαν τα όρνια στο θρασίμι πάνω στη σούφλα. Δεν έμεινε ούτε κοκαλάκι. Αμέσως δίχως άργητα, βάζουμε δεύτερη σούφλα από τη ζυγούρα την παρδαλή. Τί να μας έκανε εμάς η μια σούφλα του Γιώργου; Παιδιά πάνω στα καλά μας, τρώγαμε ένα βόδι ολάκερο και πάλι δεν ρουπώναμε.
Σαν αποφάγαμε και την άλλη σούφλα, βυζάξαμε κι από μια φτσέλα νερό ο καθένας, ρουφήξαμε κι από δυο απανωτές τσιγαριές, πήραμε τα μαχαίρια και ξεπαστρουμίσαμε τα σφαχτά, βγάλαμε δηλαδή με προσοχή όλο το ψαχνό κρέας κι αφήσαμε μόνο τα κόκκαλα, το αλατίσαμε στη συνέχεια και το κρύψαμε σε δυο μεγάλες σάκινες να μην το βρίσκουν οι μύγες και το βάλαμε σε μέρος απόσκιο, μέσα στην καλύβα. Τι φαί κάναμε δεν μολογιέται!!! Κάθε μεσημέρι και βράδυ “φκιάναμαν κι από κανα δυο σουφλιμάδες”, ώστε μέχρι το Δεκαπενταύγουστο που ήρθαν οι άλλοι στα βουνά να μας ξαλλάξουν δεν αφήσαμε ούτε για σημάδι. Περάσαμε ζωή χαρισάμενη. Κάθε φορά που βγάζαμε τις σούφλες από τη φωτιά ο Γιώργος μας πείραζε :”Έπρεπε να σας αφήσω να κρατήσετε Σαρακοστή, παλιοδιαόλοι, να τελέψω τα σφαχτά μόνος μου.Κακό μεγάλο που θα μου κάνατε, θα μου κάνατε σβέρκο σαν μοσχαριού.” ( Πηγή : ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, τχ. 207, 1993)

Στη φωτογραφία “1993 – Απρίλιος : Άρμεξε γαλάρια, σαλάησε τραγιά γκεσέμια, έφκιασε λειβάδια μια ζωή, ο τσέλιγκας Μητράκης Θ. Μολώνης με τη ρούσα μουστακαριά του. Τώρα βοσκάει τις μπέλλες του στη Μεγάλη Χώρα Αγρινίου.” (Φωτο Ν. Καρατζένη, Ηπειρωτική Εταιρεία, τχ. 203, 1993)

“Τα κριάρια με τα άκοπα και στριφογυρισμένα κέρατα εξαφανίστηκαν σιγά -σιγά. Τα σιούτα κυριαρχούν σήμερα στα κοπάδια. Μόνο λίγοι μερακλήδες και “ασυμβίβαστοι” πραταραίοι κρατάνε την παλιά ράτσα κριαριών που είναι περήφανα και λεύτερα θρέμματα της φύσης. Ένας είναι ο Μήτσιος Νούτσος στην Αστροβίτσα Αιτωλικού – Μάρτης 1993”
(Φωτο & σχόλιο Ν. Καρατζένη, Ηπειρωτική Εταιρεία, τχ. 203, 1993) 

Δημοσιεύθηκε στη Ποιμενική Ζωή | Σχολιάστε

1955 : Mαθήτριες της 8ης τάξης του Γυμνασίου Θηλέων 

————-

1955 : Οι μαθήτριες της 8ης τάξης του Γυμνασίου Θηλέων Άρτης στο Κατηχητικό στον Άι-Γιάννη. Στο κέντρο ο Μητροπολίτης Άρτας Σεραφείμ (κατά κόσμον Βησσαρίων Τίκας) και δίπλα του ο Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Βούλτσης, μετέπειτα Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης. Μπορείτε να διαβάσετε τα ονόματα των μαθητριών στο πρώτο σχόλιο.
(Φωτο από Αρχείο Γ. Μίντζα, Παρουσίαση Κ. Μπανιάς) 

Δημοσιεύθηκε στη Η Εκπαίδευση στην Άρτα | Σχολιάστε