ΟΡΕΙΒΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΠΙΝΔΟ – ΚΟΡΥΦΗ ΚΑΚΑΡΔΙΤΣΑ (William Martin Leake, Travels in Northern Greece)

“12 Αυγ. 1805 : Στις 4,30′ τό απόγευμα ξεκίνησα μέ παρέα τούς κυρίους Τζών καί Ντέιβιντ Μύριερ μέ σκοπό ν’ άνεβούμε στήν κορυφή τού όρους Πίνδος πού λέγεται Κακαρδίτσα ή Κακαρδίστα. Βρίσκεται νοτιοανατολικά άπό τούς Καλαρύτες και φαίνεται νά είναι τό πιο ψηλό σημείο όλης τής όροσειράς. Κατεβαίνοντας τήν χαράδρα του χειμάρρου Βιλιτζά, τόν περνάμε στο σημείο όπου ύπάρχουν μερικοί νερόμυλοι, λίγο πιο κάτω άπό τήν Παλαιό Χώρα. Ό ένας άπ’ αυτούς τούς μύλους είναι γιά καλαμπόκι κι ό άλλος γιά τό «γένωμα» τού σκουτιού ή τού ύφάσματος πού κάνουν τά έπανωφόρια πού τά λένε «κάπαις», τό κύριο βιομηχανικό προϊόν των Βλάχων. Ό χείμαρρος, ή γέφυρα, καί τά κτίσματα πού κρέμονται στούς γκρεμούς σχηματίζουν ένα ώραίο κομμάτι ορεινής σκηνογραφίας…………
13 Αύγούστου : Επειδή ή άνάβαση ήταν πολύ δύσκολη, προχωρούσαμε άργά. Ό δρόμος περνά πολλούς χεμάρρους πού χύνονται προς τά δεξιά σ’ ένα φαράγγι πού βρίσκεται άνάμεσα άπ’ αύτό τό βουνό καί άπό τήν σκεπασμένη μέ πεύκα κορυφή πού φαίνεται από τούς Καλαρύτες καί πού ενώνει στό πιο νότιο σημείο της τήν Κακαρδίστα μέ τά Τζουμέρκα. Στις 4,30′ κι επειδή ό δρόμος δεν είναι πιά βατός στά μουλάρια, άνεβαίνουμε μέ τά πόδια, γιά μιά άλλη ώρα, άπό μιά πολύ άνηφορική άνάβαση όπου πέτρες καί χώματα ή χορτάρια πού στάζουν πρωϊνή δροσιά, μεταφέρουν τά πόδια κατά τήν μισή άπόσταση προς τά πίσω σέ κάθε βήμα. Προς τήν κορυφή ύπάρχουν μερικές παχειές μπαλωματιές χιονιού καί μιά γκριζόλευκη πάχνη πάνω στή χλόη. Λίγα λεπτά μετά τήν άνατολή τού ήλιου, φτάνουμε στό πιό ψηλό σημείο.
Προς άνατολάς ή θέα είναι θαμπή επειδή ό ήλιος βρίσκεται προς αυτή τήν κατεύθυνση και ή ατμόσφαιρα δεν είναι έντελώς καθαρή. Παρόμοια καταχνιά απλώνεται και πάνω απ’ τήν θάλασσα προς τήν αντίθετη πλευρά, αλλά αύτή είναι ή κανονική κατάσταση τής ατμόσφαιρας τής Ελλάδος στα μέσα του καλοκαιριού και μια καθαρή μέρα τού χειμώνα είναι περισσότερο ευνοϊκή για νά ίδή κανείς μακρινά άντικείμενα. Παρ’ όλα αύτά, διακρίνουμε τήν Κέρκυρα, τήν Κεφαλονιά καί το όρος Βοϊδιά στον Μωριά. Προς βορράν φαίνεται τό όρος Τομόρι καί οί κορυφές άνάμεσά του καί τής Μπιτόλιας καί ιδιαίτερα μιά κορυφή μεταξύ Καστοριάς καί Φλώρινας, στά δεξιά τής οποίας βρίσκονται οί άνατολικώτερες κορυφές πρός τά Βοδενά καί τήν Βέροια. Ή αψίδα του ορίζοντα μεταξύ τού βορειοανατολικού καί τού νοτίου σημείου ορίζεται άπό τον ’Όλυμπο, τήν Όσσα, τό Πήλιο, τήν Όθρυ καί τά όρη τής Αιτωλίας. Οί κορυφές πού λέγονται Βελούχι καί Βιένα είναι οί πλέον ευδιάκριτες. Τό πιο άπομακρυσμένο σημείο πού μπορώ ν’ άναγνωρίσω είναι ή Βοϊδιά ή Παναχαϊκό στον Μωριά, τού όποίου ή άπ’ εύθείας άπόσταση είναι περί τά 100 γεωγραφικά μίλια. Οί κορυφές κατά μήκος των δυτικών άκτών άπό τό Ξηρόμερο στήν Χειμάρα είναι, φυσικά, περισσότερο ευδιάκριτες. Στά βορειοδυτικά ορίζεται καθαρά ό χώρος τής κοιλάδας τού Άνω Αώου στήν οποία βρίσκονται τό ’Αργυρόκαστρο, τό Τεπελένι, ή Πρεμετή καί ή Κόνιτσα, άν καί κανένα άπ’ αύτά τά μέρη δέν είναι εύδιάκριτο. ’Ακριβώς κάτω άπό μας, πρός άνατολάς, έκτείνονται τά βουνά τού Άσπροποτάμου, μιά συγκεχυμένη μάζα πού μοιάζει μέ τά κύματα ταραγμένης θάλασσας, καί προς τά δεξιά, κατά τον ίδιο τρόπο, εκτείνονται τά βουνά τών Άγράφων. Ή ψηλότερη κορυφή τών βουνών τού Άοπροποτάμου είναι σχεδόν στήν ίδια γραμή μέ τό Πήλιο. Ό ’Όλυμπος φαίνεται πώς είναι τό ψηλότερο ορατό σημείο. Καμιά άπ’ τις κορυφές τής κορυφογραμμής τής Πίνδου δέν φαίνεται πώς μπορεί νά παραβληθή μέ τήν Κακαρδίστα, εκτός άπ’ τήν κορυφή πού βρίσκεται κοντά στή Σαμαρίνα. Τό ύψος της πάνω άπό τήν επιφάνεια τής θαλάσσης είναι πιθανώς γύρω στα 7.000 πόδια………….
Σχεδόν προς κάθε κατεύθυνση τά όρη κρύβουν τις κοιλάδες. Ή Κακαρδίστα βρίσκεται στο κέντρο τού πλέον ορεινού τμήματος τής Ελλάδος. Ή μόνη πεδιάδα πού φαίνεται είναι τών Ιωαννίνων καθώς και ένα μικρό τμήμα τής πεδιάδος τών Τρικάλων. Τά Γιάννινα είναι ή μόνη πόλη πού είναι ορατή. Οί πελώριοι γκρεμοί τών Τζουμέρκων εμφανίζονται πολύ κάτω άπό μας. Κρύβουν τήν Άρτα καί τον κόλπο έκτός άπό ένα μικρό τμήμα τού άνατολικού άκρου κοντά στο Μακρυνόρος πού κάνει τήν εμφάνισή του μεταξύ Τζουμέρκων καί Σακαρέτζι, όπως λέγεται τό όρος Ραντοβίζι. Ή Κακαρδίστα είναι εντελώς γυμνή άπό δένδρα ή θάμνους, αλλά ώς τήν κορυφή της φυτρώνει μιά θαυμάσια κοντή χλόη. Μιά κοφτερή βραχώδης κορυφογραμμή πού τήν ένώνει μέ τήν κορυφή τού Περιστεριού χωρίζει τήν κατεύθυνση τών ύδάτων πού χύνονται άντιστοίχως προς τήν ‘Άρτα καί τόν ’Άσπρο καί διαιρεί τήν περιοχή τού Μαλακασίου άπό τήν περιοχή τών Ίωαννίνων καί άπό τήν περιοχή τού Άσπροποτάμου τών Τρικάλων. Ή τελευταία περιοχή έκτείνεται 50 μίλια προς τό ποτάμι άπό τις πηγές του, συμπεριλαμβάνοντας τις δύο πλευρές τού γειτονικού όρους καί χωρίζει πρώτα τήν περιοχή τών Ίωαννίνων καί ύστερα τής Άρτας άπό τά ’Άγραφα. Τό δικαίωμα βοσκής είναι τόσο έπακριβώς ορισμένο μεταξύ Ίωαννίνων καί Άσπροποτάμου ώστε τά κοπάδια τής μιας περιοχής δέν επιτρέπεται νά μπούν στήν άλλη. Ή ίδια ή Κακαρδίστα πέφτει απότομα σέ μιά βαθειά χαράδρα ή οποία βρίσκεται μεταξύ της καί μιας άλλης χαμηλότερης άλλά άπότομης καί βραχώδους κορυφής πού καταλήγει στόν Άσπρο. Κατεβαίνουμε σ’ ένα μαντρί ή στάνη έχοντας τήν βοήθεια ενός άπό τά παλληκάρια πού μάς συνόδευσαν άπό τούς Καλαρύτες καί πού παρ’ όλο ότι ήταν φορτωμένοι μέ μαχαίρια καί πιστόλες στά σελάχια τους καί είχαν άπό ένα τουφέκι ριγμένο πάνω στούς ώμους τους, ποτέ δέν παραπάτησαν αν καί βαστούσαν τό βάρος ενός άλλου άτόμου. Λίγο γιδόγαλο μέ ψωμί πού φέραμε μαζί μας αποτελεί τό πρόγευμά μας. Τό ετήσιο εισόδημα μιας προβατίνας στά βουνά αύτά ύπολογίζεται ως εξής: δυο πιάστρες γιά τό τυρί καί τό γάλα, τέσσερεις πιάστρες γιά τό αρνί καί μισή πιάστρα γιά τά μαλλιά, από τά οποία καθαρό κέρδος πέντε πιάστρες. Άπό τό μαντρί φτάνουμε στο Ματσούκι σέ δυο ώρες, τό άφήνουμε στις 5 μ.μ. καί σέ 2 ½ ώρες επιστρέφουμε στούς Καλαρύτες. Τόσο απότομη είναι ή βόρεια πλευρά τού λόφου τού Ματσουκιού ώστε μάς παίρνει περισσότερο χρόνο νά κατεβούμε παρά άπ’ όσο χρόνο χρειαστήκαμε χθές νά άνεβούμε……” (Πηγή William Martin Leake, Travels in Northern Greece, I-IV, Λονδίνο 1835, σε μετάφραση του Π. Καραγιώργου όπως δημοσιεύτηκε στην Ηπειρωτική Εστία , τχ. 237-238, 1972)

Στη φωτογραφία του 1937, ο Απόστολος Βερτόδουλος και ο Κλέαρχος Στάρας, πιο σύγχρονοι ορειβάτες, που υπήρξαν από τους πρωτεργάτες του Ορειβατικού Συλλόγου Ιωαννίνων, στην κορυφή των Τζουμέρκων Κακαρδίτσα, σε ύψος 2.469 μ. (Φωτο Α. Βερτόδουλος) 

Δημοσιεύθηκε στη Περιηγητές που πέρασαν από την Άρτα | Σχολιάστε

ΚΑΛΑΡΡΥΤΙΝΟΙ ΑΣΗΜΙΤΖΗΔΕΣ

“Τό κυριώτερο κέντρο άσημουργίας με τά περιφημότερα άργυροχοϊκά κατασκευάσματα τής ’Ηπείρου ήταν οί Καλαρρύτες καί Καλαρρυτινοί οί περισσότεροι έξέχοντες άσημιτζήδες. Πολλοί άπό αύτούς άσκούσαν την τέχνη του πλανόδιου χρυσικού καί φιλαπόδημοι, καθώς είναι όλοι οί Ήπειρώτες, τή διέδωσαν σέ όλα τά Επτάνησα, τή Βαλκανική, τή Μ. ’Ασία, τήν Αίγυπτο, την ’Ιταλία, την Αύστρία μέ τήν συν τω χρόνω εγκατάστασή τους εκεί. Ό Γεώργιος Μπάφας, πού φεύγοντας τή δίωξη του Άλή πασά, πέρασε στή Ζάκυνθο γιά νά άναδειχθή ό περίφημος καλλιτέχνης τής λάρνακας τού ‘Αγίου Διονυσίου καί άλλων έκκλησιαστικών σκευών, ό πατέρας του Διαμαντής Μπάφας, ό χρυσοχόος τού Βελή πασσά Ιωάννης Μπλούτσος, ό Δημήτρης Παπαγεωργίου, πού κάθε σφυριά του πληρώνονταν, καθώς φημολογείται, καί μιά λίρα, είναι μερικά μονάχα ονόματα φημισμένων Καλαρρυτινών άσημιτζήδων. Ό πιο όνομαστός όμως άνάμεσά τους ήταν ό Θανάσης Τσιμούρης, πού καί άρχιχρυσοχόος τού Άλή πασά είχε χρηματίσει. ‘Η τέχνη του, άν καί θά μπορούσε νά λεχθή πώς υστερούσε άπό άπόψεως ρυθμού, όμως ήταν τέλεια στή λεπτότατη έπεξεργασία καί τήν εύχέρεια, όπως έξακριβώνεται άπό σωζόμενα κειμήλια καί κυρίως άπό τό επικάλυμμα τού ιερού Εύαγγελίου τού Μητροπολιτικού Ναού των Γιαννίνων. « Ό Τσιμούρης — έγραψε κάποτε ή μακαρίτισσα ’Αγγελική Χατζημιχάλη — φαίνεται νά μετέβη πρός τελειοτέραν έκμάθησιν τής τέχνης του εις τήν Δύσιν καί κατά τήν επιστροφήν του, έκτελών έργα όχι μόνον τελειοτέρας επεξεργασίας, άλλά συγχρόνως καί κυρίως έργα νέας καί διαφόρου άντιλήψεως, έπέσυρεν, ώς ήτο φυσικόν, τον γενικόν θαυμασμόν. Τοιουτοτρόπως τά έργα τού Τσιμούρη, τά όποια τόσον έπεβλήθησαν καί έθαυμάσθησαν διά τής τελειοτέρας τεχνικής, συνετέλεσαν κατά πολύ εις τήν διάδοσιν τής δυτικής έπιδράσεως». Ό Τσιμούρης έγινε γνωστός κυρίως γιά τά εύαγγελιοκαλύμματά του, πού τά μιμήθηκαν ύστερα καί όλοι οί κατοπινοί άσημουργοί τής Ελλάδος.
Γυρίζομε καί πάλιν στούς Καλαρρυτινούς άσημιτζήδες. Αύτοί δέν έξυπηρέτησαν μόναχα τό θρησκευτικό ιδεώδες τών Ελλήνων μέ τά άργυρά ιερά σκεύη, τά άσημένια έπενδύματα εικόνων, τά καντήλια, τά εύαγγελιοκαλύμματα καί τούς πολυελαίους, πού βγήκαν άπό τά χέρια τους. Καί ούτε άκόμα φιλοτέχνησαν τά λεπτά έκείνα άντικείμενα (ζώνες, καρφίτσες καί άρμάθες), πού τόσο συνδέονται μέ τή χαρά του ελληνικού λαού. Αύτοί μέ τά γιαταγάνια, τα σπαθιά, τά κουστέκια, τις άσημοσουγιές, τά χαρμπιά, τά φυσεκλίκια καί τις παλάσκες, τά ποιητικά δηλαδή τσαπράζια, πού φιλοτεχνούσαν στά έργαστήριά τους, στόλισαν καί τό Μεγάλο μας Είκοσιένα. Στην τελευταία αύτή περίπτωση μάς μεταφέρουν έμμεσα μερικά τέτοια άσημένια κοσμήματα του έπίσης Καλαρρυτινοΰ άσημιτζή Άθ . Δογορή, συμπληρώματα τής παλαιότερης άνδρικής ελληνικής φορεσιάς αύτά……” (Πηγή : ΚΑΛΑΡΡΥΤΙΝΟΙ ΑΣΗΜΙΤΖΗΔΕΣ, Κ. Σ. Κώνστας, Ηπειρωτική Εστία, τχ. 203-204,1969)

Στη φωτογραφία “Χρυσό Ευαγγέλιο ναού Καλαρρυτών, έργο του Θ. Τσιμούρη” (Πηγή : Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Από το φωτογραφικό αρχείο του Απόστολου Βερτόδουλου, Γιάννινα, 1995)

Δημοσιεύθηκε στη Τα Τζουμέρκα και τα χωριά τους | Σχολιάστε

“ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ” ΑΡΤΗΣ

1956 : Χρήστος Ν. Παπαγιάννης (Γεωπόνος), επιθετικός μέσος της ομάδας του ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥ και αργότερα της ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ (1960-63)
(Φωτο από αρχείο Χ. Παπαγιάννη, παρουσίαση Κ. Μπανιάς)

OΛΥΜΠΙΑΚΟΣ ΑΡΤΗΣ (Αυγ. 1950 – Αυγ. 1960)
——————–
Αριστερά : Γεώργιος Ν. Σουραβλιάς, (Γ. Αρχ.), Βασίλειος Χρ. Ματσούκας (Από ΠΑΝΑΜΒΡΑΚΙΚΟ, 1947 – Σκόρερ), Απόστολος Ευσταθ. Σούρλας (Δάσκαλος – Επιθετικός του ΑΕΤΟΥ), Ευστάθιος Χαρίσης (Σταρ του ΑΕΤΟΥ), Νίκος Καλοκαίρης ( Αντιπρόεδρος) (Φωτο & σχόλιο Κ. Μπανιάς) 

Δημοσιεύθηκε στη Η ομάδα του Ολυμπιακού | Σχολιάστε

ΧΩΡΙΟΝ ΚΑΛΑΡΡΥΤΑΙΣ

“……Εξ ανατολών του χωρίου πηγάζει ποταμίσκος τις, εκ θέσεως ονομαζομένης Κάλυταις, καλούμενος Κουρλίμπος. Ωσαύτως εκ της κατ’ άρκτον θέσεως, καλουμένης Νιγκορούσα, έτερος όμοιος ανώνυμος. Αμφότεροι δε συνενούμενοι εισβάλλουσιν εις τον Ίναχον πλησίον του χωρίου Σκλούπου…..” (Πηγή : ΔΟΚΙΜΙΟΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ, Σεραφείμ Ξενόπουλος, Εν Αθήναις, 1884)

Στη φωτογραφία “Πέρασμα του Καλαρρυτινού”. (Πηγή : Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Από το φωτογραφικό αρχείο του Απόστολου Βερτόδουλου, Γιάννινα, 1995)


———
Άποψη του χωριού ανάμεσα από το περιστύλιο του Ναού του Αγίου Νικολάου που χτίστηκε το 1548.
(Φωτο Α. Βερτόδουλου)

Δημοσιεύθηκε στη Τα Τζουμέρκα και τα χωριά τους | Σχολιάστε

ΧΩΡΙΟΝ ΚΑΛΑΡΡΥΤΑΙΣ

“Χωρίον κείμενον επάνω όρους ονομαζόμενου Πολυάνα, όπερ ως δοκεί εστί το αρχαίον Πολύαινον……. Το χωρίον τούτο, εν έτει 1821, κατεστράφη όλως υπό των Τουρκαλβανών, ως εμφαίνεται ήδη εκ πολλών ερειπίων. Μετά την ειρηνοποίησιν δε της Ανατολής συνελθόντων προ ολίγων ετών των εν διαφόροις χώραις διασπαρέντων κατοίκων, ανενεώθη οπωσούν περιέχον ήδη έως 280 οικογενείας εκκλησιαζομένας εις δύω Ι. Ναούς της αγίας Τριάδος και του αγίου Νικολάου, άριστα επισκευασθέντας και ευπρεπισθέντας υπό των επανακαμψάντων εις την Πατρίδα κατοίκων. Ευρίσκονται εν τω χωρίω και τινα παρεκκλήσια επ’ ονόματι, αγ. Χριστοφόρου, αγ. Αναργύρων, αγ. Αθανασίου, της Θεοτόκου, αγ. Παρασκευής και Προφ. Ηλίου. Ιερουργούνται δ’ άπαντα ταύτα τα ιερά Σκηνώματα υπό 4 ιερέων. Οι δε παίδες των κατοίκων διδάσκονται τα ιερά γράμματα και την ελληνικήν γλώσσαν εν δυσί Σχολαίς….”
(Πηγή : ΔΟΚΙΜΙΟΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ, Σεραφείμ Ξενόπουλος, Εν Αθήναις, 1884)

Στη φωτογραφία οι Καλαρρύτες, το φημισμένο χωριό των χρυσοχόων και αργυροχόων, την δεκαετία του 60. (Πηγή : Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Από το φωτογραφικό αρχείο του Απόστολου Βερτόδουλου, Γιάννινα, 1995)

Δημοσιεύθηκε στη Τα Τζουμέρκα και τα χωριά τους | Σχολιάστε

ΤΑ ΤΣΙΦΛΙΚΙΑ ΕΝ ΤΩ ΝΟΜΩ ΑΡΤΗΣ

“Ο επάρατος τιμαριοτισμός της Δύσεως επεξετάθη δυστυχώς, και εν τη Ανατολή και κατεκάλυψεν απάσας σχεδόν τας πέριξ της πόλεως Άρτης κώμας και χωρία, ουκ ολίγα τον αριθμόν, και ιδίως επί της επαράτου σατραπείας του διαβόητου τυράννου της Ηπείρου, Αλή.
Εισέπραττον δε οι τσιφλικούχοι ούτοι παρά των κατοίκων των τσιφλικίων τούτων 30% των υπ’ αυτών παραγομένων κατ’ έτος καρπών παντός είδους, γεώμορον λεγόμενον, πλην του 10%προς το Τουρκικόν Δημόσιον, δεκάτην καλουμένην, τουτέστι επλήρωνον οι τσιφλικιώται 40%, αλλά και ταύτα χωρίς να λαμβάνωσι παρά των τσιφλικούχων ή των ενοικιαστών αυτών ουδεμίαν συνδρομήν ή βοήθειαν εργασίας, εις σπόρους, αροτριώντα, κατοικίας και γεωργικά εργαλεία, διά την δαπάνην των οποίων ή και τα μεταφορικά του καλώς εκκοκισμένου και ηλιασμένου γεωμόρου εις το Κουτσέκι (αποθήκη) του τσιφλικούχου, δυνατόν να υπολογίση τις και ένα έτερον 20% επιπροσθέτως.
Εισέπραττον δε και εκ της κτηνοτροφίας, ήτοι εις τα 50 σφάγια εν σφάγιον «αραδιάτικο» λεγόμενον, εις τα 100 δύο και ούτω καθ’ εξής.
Σημειωτέον ότι ο Φεουδαρχισμός ούτος, παρακολουθών τα ήθη και έθιμα του κυριαρχούντος λαού, ήτοι την ευγένειαν ή αγριότητα αυτού, παρίστατο αλλαχού μεν ηπιώτερος, αλλαχού δε σκληρότερος. Αλλά φαντασθήτε τον φεουδαρχισμόν τούτον παρά Τούρκοις και ιδίως Αλβανοίς, εις των οποίων την ακτίνα συνέπιπτον τα τσιφλίκια του Νομού Άρτης.”
(Πηγή : Η ΕΞΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΟΥΡΓΑΡΕΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ, Γ. Οικονομίδου, Επιμέλεια Κ. Ν. Παπαδημητρίου, Αθήναι, 1976)

Στη φωτογραφία το Εξώφυλλο του Βιβλίου. 

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στην Τουρκοκρατία | Σχολιάστε

Η ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΑΝΕΛΕΗΜΟΝΑ ΧΑΡΟΥ ΣΤΗ ΜΟΝΗ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΕΛΙΣΣΟΥΡΓΩΝ

“Η αντίστοιχη τοιχογραφία του Ανελεήμονα Χάρου στο Καθολικό της Μονής των Μελισσουργών, σύμφωνα με την επιγραφή πάνω από τη θύρα του κυρίως ναού του έγινε το 1761, από τον εξ Άρτης αγιογράφο Αλέξιο: ΙΣΤΟΡΗΘΕΙ ΟΥΤΟΨ Ο ΘΕΙΟΨ Κ(ΑΙ) ΠΑΝΨΕΠΤΟΣ ΝΑΟΨ ΤΗΨ ΥΠΕΡΑΓΙΑΨ ΕΝΔΟΞΟΥ Κ(ΑΙ) ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΑΡΙΑΣ ΕΠΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΗΣ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ «ΙΣΤΟΡΗΘΕΙ ΟΥΤΟC Ο ΘΕΙΟC Κ (ΑΙ) ΠΑΝCΕΠΤΟC ΝΑΟC ΤΗC ΥΠΕΡΑΓΙΑC ΕΝΔΟΞΟΥ Κ(ΑΙ) ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΑΡΙΑC / ΕΠΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΗΣ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΔΙΑ CΥΝΔΡΟΜΗC ΚΟΠΩΝ Κ(ΑΙ) ΕΞΟΔΩΝ ΤΩΝ ΕΥCΕΒΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ / ΙΑΚΩΒΟΥ, ΧΡΥCΑΝΘΟΥ, ΧΡΗΣΤΟΦΟΡΟΥ, Κ(ΑΙ) CΕΡΑΨΗΜ ΤΩΝ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΩΝ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΩΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ Κ(ΑΙ) ΛΟΓΙΟΤΑΤΟΥ ΗΜΩΝ ΔΕCΣΠΟΤΟΥ ΤΗC ΑΓΙΟΤΑΤΗC ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩC ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΚΥΡΙΟΥ ΚΥΡ / ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΔΕ ΤΟΥ ΑΝΩΘΕΝ ΚΥΡ ΙΑΚΩΒΟΥ ΙΕΡΟΝΟΝΑΧΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΨΞΑ ΕΤOC ιδ’ αν μαυήν σοι, και τίνος φήλε πόνος, ταπηνού αλεξίου, εκ πώλεως άρτης».
Ο Ανελεήμων Χάρος της Μονής Μελισσουργών είναι πιο απλός, με λιγότερα πρόσωπα γύρω από τον τάφο, λιγότερους σκελετούς μέσα σ’ αυτόν και χωρίς το απολογητικό του εξάστιχο, σε σχέση με την τοιχογραφία της Μονής Βύλιζας….”
(Πηγή : ΟΙ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΑΝΕΛΕΗΜΟΝΑ ΧΑΡΟΥ ΣΤΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ, Α. Καρρά, academia.edu). Επίσης μπορείτε να διαβάσετε το άρθρο στο λινκ https://doxesdespotatou.com/wp-content/uploads/2022/10/ΟΙ-ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ-ΣΤΑ-ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ.pdf

Στη φωτογραφία “Η Τοιχογραφία του Ανελεήμονα Χάρου στην Ι.Μ. Εισοδίων της Θεοτόκου στους Μελισσουργούς.”
(Πηγή: ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ, Δ. Καμαρούλιας, Αθήνα, 1996)

Δημοσιεύθηκε στη Τα Μοναστήρια | Σχολιάστε

Η ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΑΝΕΛΕΗΜΟΝΑ ΧΑΡΟΥ ΣΤΗ ΜΟΝΗ ΒΥΛΙΖΑΣ ΜΑΤΣΟΥΚΙΟΥ

“Η τοιχογραφία του Ανελεήμονα Χάρου που βρίσκεται στο βόρειο τοίχο του Προδρόμου της Μονής Βύλιζας Ματσουκίου, αποτελεί πιστό σχεδόν αντίγραφο της ξυλογραφίας που απεικονίζει τον Χάρο στις εκδόσεις του ποιήματος του Γιούστου Γλυκού. Ο Γιούστος Γλυκός, γιός του Ιωάννη Γλυκού από την Κορώνη της Μεσσηνίας, πέθανε το 1522, δύο χρόνια μετά την ολοκλήρωση του μοναδικού του ποιήματος με τίτλο «Πένθος θανάτου, ζωής μάταιον και προς Θεόν επιστροφή» (1520). Το «Πένθος Θανάτου», όπως είναι περισσότερο γνωστό το ποίημα του Γιούστου Γλυκού, είναι ένα ηθικοδιδακτικό αριστούργημα, αποτελούμενο από 632 ομοικατάληκτους κατά διστιχία δεκαπεντασύλλαβους στίχους, το οποίο αναφέρεται στο πένθος των επιζώντων για το θάνατο των αγαπημένων τους προσώπων, στη ματαιότητα των εγκοσμίων και της επίγειας ζωής και στη, μετά θάνατον, επιστροφή των ενάρετων ανθρώπων στο Θεό, ανήκει δηλαδή στην ευρεία κατηγορία των memento mori. Αυτό το γεγονός σημαίνει ότι είτε κάποιο αντίτυπο του ποιήματος υπήρχε στην πλούσια βιβλιοθήκη του μοναστηριού ή θα έτυχε να το είχαν υπ’ όψιν τους οι αγιογράφοι του Παρεκκλησίου. Η μοναδικότητα της τοιχογραφίας έγκειται στο γεγονός ότι ο Χάρος, όπως λέγει ο ποιητής «βαστάζη των τριών λογών τα άρματα, εκείνα που μας σφάζει», ήτοι το δρέπανον, το ξίφος και το τόξο μετά βελών. Ο Χάρος στη Ορθόδοξη εικονογραφία, τη λαϊκή τέχνη και τη δημοτική ποίηση, εμφανίζεται συνήθως καβαλάρης και οπλισμένος με ένα μόνο όπλο, όπως τόξο με βέλη, ξίφος, σπαθί, μάχαιρα, λόγχη, ακόντιο ή δρεπάνι. Τα συνηθέστερα δε όπλα του είναι το δοξάρι και το δυτικής προέλευσης δρεπάνι. Η απεικόνιση του Χάρου με δύο όπλα- δοξάρι και ακόντιο- είναι σπάνια, ενώ με τρία -τόξο, σπαθί και δρεπάνι- ακόμη σπανιότερη. (Πηγή : ΟΙ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΑΝΕΛΕΗΜΟΝΑ ΧΑΡΟΥ ΣΤΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ, Α. Καρρά, academia.edu)
Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο στο λινκ https://www.academia.edu/…/%CE%9F%CE%B9_%CE%A4%CE%BF%CE…

Στη φωτογραφία “Η τοιχογραφία του Ανελεήμονα Χάρου στη Μονή Βύλιζας” (Πηγή: ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ, Δ. Καμαρούλιας, Αθήνα, 1996)

Δημοσιεύθηκε στη Τα Μοναστήρια | Σχολιάστε

Η ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΒΥΛΙΖΑΣ ΣΤΟ ΜΑΤΣΟΥΚΙ

“Το μοναστήρι της Βύλιζας βρίσκεται στο ΝΔ μέρος του βουνού Κριθάρια, ανάμεσα από τους Καλαρρύτες και το Ματσούκι. Είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1000 μ. περίπου σε μια ομαλή πλαγιά . απ’ όπου φαίνονται μερικά σπίτια των Καλαρρυτών και νοτιότερα φαντάζει αγνάντια ένα άλλο μοναστήρι , η Κηπίνα, χωμένη μέσα στο βράχο. Το μοναστήρι περιτριγυρίζεται από τα ερείπια του Κάστρου της Βύλιζας, απ’ όπου πήρε και το όνομα. Κατά την τοπική παράδοση το μοναστήρι αρχικά ήταν χτισμένο στους Χριστούς των Πραμάντων. Οι καλόγεροι είδαν το φως από την εικόνα της Ευαγγελίστριας, που σταμάτησε στη σημερινή θέση της Βύλιζας, όπου έχτισαν το νέο μοναστήρι. Η ιερά μονή τιμάται στο γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Μετά το 1926 γιορτάζει στις 15 Αυγούστου, ίσως επειδή αυτή την εποχή συγκεντρώνονται οι κάτοικοι στο χωριό.
Το μοναστήρι χτίστηκε τον 11ο αι., επί ηγουμένου Αγαπίου, γι’αυτό φέρει και την ονομασία Μονή Αγαπίου. Ο επισκέπτης εισέρχεται μόνο από τη δυτική πλευρά, όπου τρεις κάμαρες στηρίζουν ένα δωμάτιο με τέσσερα παράθυρα γεμάτο από πολεμίστρες. Ο κύριος ναός είναι μονόκλιτος βασιλική χωρίς τρούλο, λίγο υπερυψωμένος από τον νάρθηκα, με λιγοστό φως από τρία πολύ μικρά παράθυρα…..”
(Πηγή φωτο & σχολίου : ΤΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΟΧΩΡΙΑ, Σ. Φίλου, Αθήνα, 2000) 

Δημοσιεύθηκε στη Τα Μοναστήρια | Σχολιάστε

ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ ΑΡΤΗΣ,1929

——————–
1929 : Η Ποδοσφαιρική Ομάδα του Οικοτροφείου Άρτης, με τον δάσκαλό τους Κωσταντίνο Τζίμα. Μπορείτε να διαβάσετε τα ονόματα στο πρώτο σχόλιο.
(Φωτο & Παρουσίαση Κ. Μπανιάς)

Και τα ονόματα……

Δημοσιεύθηκε στη Οικοτροφείο Άρτης | Σχολιάστε