———————- “Λειάσα (ή) κρεμαστό γεφύρι ύπεράνω ποταμού στερεωμένον εις τας δύο όχθας εις βράχους ή βαθύρριζα δένδρα κλπ. Κατασκευάζεται δε ή λειάσα ώς έξής: Καθ’ όλον το πλάτος τού ποταμού τοποθετούνται εναερίως εις ύψος ποικίλον από 4 ή 5 μ. μέχρι 10 μ. υπεράνω τής στάθμης τού ύδατος ακέραιοι (ατεμάχιστοι) κορμοί δένδρων προσδεδεμένοι εις τας όχθας με συρματόσχοινα. Εγκαρσίου προς τούς επιμήκεις κορμούς στερεώνονται μικράς διαμέτρου κορμίδια ή κλάδοι και η όλη κατασκευή περιτυλίσσεται με ευλύγιστους κλώνους. Το πλάτος της κατασκευαζομένης κατ’ αυτόν τον τρόπον γέφυρας είναι ολιγώτερον τού μέτρου. Επί των εκατέρωθεν πλευρών τής λειάσας στερεώνονται όρθιοι κλάδοι, συνδεόμενοι μεταξύ των κατά το ανώτερον άκρον δι’ άλλων κλάδων, δημιουργούμενου έτσι είδους παραπέτου. Το σύστημα δύναται να ανθέξη εις βάρος 100 κιλών περίπου, ώστε μόνον ένας διαβάτης δύναται εκάστοτε να περάση, ενώ ολόκληρος η λειάσα κατά την διάβασιν ταλαντεύεται κατά την έννοιαν της κατακορύφου.” (Πηγή : ΔΑΣΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ, Π. Γρίσπου, Ηπειρωτική Εστία, τχ. 219-220, 1970)
Στη φωτογραφία του Σπ. Μελετζή, “Ξυλογέφυρο στα Ρετσιανά Άρτας, 1937” (Πηγή : ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, τχ. 121, 1986)
————————– “Τα κρεμασμένα χάλκινα κουδούνια (τα «κυπριά» = τα χάλκινα) στην αρχή της αγοράς, σε χαλκοματάδικο κοντά στην πλατεία «Κιλκίς», δηλώνουν αμέσως το πολυθόρυβον τής οδού Σκουφά, σέ όλο της το μήκος, όπου κυριαρχούσε ό θόρυβος από τα συνεχή σφυροκοπήματα της πληθώρας των χαλκοματάδων και καλατζήδων όπως τους λέγανε τότε. Ακολουθούσαν οι φωνές των πωλητών. («Κοκορέτς’ και ωραίο σπληνάντερο» φώναζε, γύρω στις δέκα το πρωί ο πλανόδιος και αεικίνητος πωλητής σ’ αυτή την ανυποψίαστη εποχή, ο οποίος διέσχιζε πάνω-κάτω την κεντρική αρτηρία της πόλης κρατώντας μάχαιραν με την δεξιάν χείρα και υπερυψώνοντας με την αριστεράν τη σούβλα και το οφιοειδές σ’ αυτή παρασκεύασμα δίκην τροπαίου το οποίο πωλούσε -μπονόρα σχεδόν- με το κομματάκι, σέ μικρό λαδόχαρτο). Συχνά διασταυρώνονταν η φωνή του μ’ εκείνη του ιχθυοπώλη Ζώη που διαλαλούσε: «Ψάρια Λογαρίσια-βιβαρίσια» καποσάνθες κ.ά. όντας συνεχώς όρθιος δίπλα στον πάγκο του μαγαζιού του με τον «βαρύγδουπο» τίτλο της ταμπέλας: «Το πεπρωμένον φυγείν άδύνατον». ’Ακολουθούσε ή συνυπήρχε η φωνή του τελάλη, δημοτικού υπαλλήλου τότε, φωνή Στέντορος: «Άααα-κούσατε Κύριοι!…». Επίσης, κορναρίσματα «άγοραίων» αυτοκινήτων «μπουικ» πού διέθεταν «κλάξον», το οποίο δεν διέφερε στην εμφάνιση και τόσο πολύ απ’ τις κορνέτες της φιλαρμονικής του «Σκουφά» με προεξάρχον σ’ αυτή το ισχυρό «μπάσο» του Αλκίδα σε μέρες εορταστικών παρελάσεων, όπου μόνο η σφυρίχτρα του Δερδεράκη και τα βροντώδη «εν-δυο» του Χαλκιά το συναγωνίζονταν. Τέλος, τα υπό μορφήν πρόσκλησης πελατών, ρυθμικά χτυπήματα που προκαλούσαν ταχυδακτυλουργικά κινούμενες οι βούρτσες των υπαίθριων και σε σειρά παρατεταγμένων στιλβωτών, σε αντίθεση με την σιωπηρή σοβαρότητα του κεντρικού μεγάλου Στιλβωτηρίου της, τότε, όπως λέγανε, … «Άρχουσας Τάξης» προς την οποία φαίνεται να απευθυνόταν και μια μεγαλογράμματη επιγραφή του μαγαζιού: «Μηδενί συμφορά όνειδίσης. Ή γάρ τύχη κοινή και το μέλλον αόρατον». Κι’ όλοι αυτοί οι θόρυβοι στον κεντρικό δρόμο της πόλης, ανάμεσα από ένα πλήθος κόσμου κάθε λογής· άστούς με σκληρά γλουτοειδή καπέλα, «πολύτιμα μπαστούνια μ ’ ασήμι», γκέτες, λουστρίνια παπούτσια ή λευκά με στουπέτσ’ παπιόν και μεταξωτά κασκόλ, ορεσίβιους με στραβά το φέσι και γκλίτσες, αξιωματικούς με σπιρουνάτες μπότες και μαστίγιο στο χέρι, με το οποίο και τις χτυπούσαν κατά τακτά διαστήματα, διακονιάρηδες, τσακνούδισσες μέ προσανάμματα και δαδί και καμπίσιους με ζωντανές κότες ή με φοράδες που στα καπούλια τους ακουμπούσαν φρέσκες ζαραγάνες, καμπίσιους αγροφύλακες και παπάδες. Κάρα, πολλά κάρα, και κόσμος πολύς σε διαρκή κίνηση ή χάσκοντες όπως Άγγλοι περιηγητές ( με κάσκα και φωτογραφικές μηχανές χιαστί κρεμασμένες. Δύο-τρία γιώτα-χι με ζελατίνες αντί για γυάλινα τζάμια και φορτηγά με τσουβάλια ή κολόνες πάγου αλλά και… προικιά. Έπρεπε να «περάσουν» κι’ αυτά λίγο πριν απ’ το γάμο, από τούτον τον κεντρικό, ένα και μοναδικό, δρόμο για να τα δουν όλοι και, από τα γεμάτα λουλούδια και κόσμο στα μπαλκόνια, να τους ρίξουν ρύζι, ροδοπέταλα ή λεμονανθούς. Να δουν μπαούλα, γιούκια, φλοκάτες, μαντανίες, καραμελωτές, στρωσίδια, λαβομάνα, μαγκάλια και «δοχεία νυκτός», νταμζάνες, κούκμες, τετζερέδια, κουνουπιέρες, τρόμπες για φλιτ, κλουβιά φαγητού, ραπτομηχανές Σίγκερ και τόσα ακόμη… Η «παρέλαση» αυτή γινόταν συνηθέστατα το απόγευμα σ’ ένα δρόμο τελείως διαφοροποιημένο απ’ εκείνον των πρωινών ωρών ένα δρόμο πέρα για πέρα άστικοποιημένο πιά. Σ ’ αυτόν ξεκάμπιζαν και οι κυρίες με τα καπελίνα, ενώ προηγούνταν οι οικιακές βοηθοί φορώντας ψηλό λευκό σκούφο και ωθώντας καμαρωτά το αμαξάκι με το «νεογέννητο» που είχε ήδη σαραντίσει. Είχε προηγηθεί η καταβρεχτήρα του Στρατή, που έκανε το δρόμο φρέσκο και λαμπερό, όπως και τα πεζοδρόμια, όπου οι Εστιάτορες (του «Αεροπλάνου» και άλλοι) τοποθετούσαν τα τραπεζάκια με τα ολόλευκα (κριτσαν’ στά) τραπεζομάντηλα και τους «καλόγερους για να κρεμούν τα παγιασόν (πλατύγυρα ψαθάκια) τύπου Μωρίς Σεβαλιέ….. (Πηγή Άρθρο του Γ. Μ. Καρατσώλη στο περιοδικο ΣΚΟΥΦΑΣ, τχ. 97, 2004)
Στη φωτογραφία του 1934 “Το μανάβικο του Αχιλλέα Κολοβή, στη Σκουφά απέναντι από τον Κακαβά”. (Η φωτο δημοσιεύτηκε από τον Φώτη Κατσαράμπη στην ομάδα Παλιές Φωτογραφίες Άρτας)
1939 : Νεαρές δεσποινίδες στο Κάστρο της Άρτας. Αριστερά πάνω η Ελπίδα Καλαμπόκη και η Λίτσα Κασιούκα, στη μέση η Ζωή Ρηγανέλλα και κάτω η Μαρία Παπακώστα και η Άννα Τολιά. (Φωτο & Παρουσίαση Κ. Μπανιάς)
————————– “Του τμήματος τούτου τον πληθυσμόν άποτελούσι 640 οικογένειαι ή 3200 ψυχαί, πολεμικώτατοι άείποτε, τον πρώτον επαναστάντα, εδώ δεν είναι δυνατόν να γίνει εξαίρεσις αριθμού οπλιτών καθαρά, διότι καί αι γυναίκες αύται εν άνάγκη συμπολεμώσι. Δυνάμεθα όμως να υπολογίσωμεν εις 1600 άνδρας έξησκημένους καί έχοντας παλαιά όπλα. Το Ραδοβίζι έκκλησιαστικώς, εκτός των χωρίων Χόσιανα, Δημαριό και Σπανοπέτραις υπάγεται εις την δικαιοδοσίαν του Αγίου Λαρίσης, διοικητικώς δε ως προείπομεν μετά του Τζουμέρκου εις τον ποτέ εν Καλεντίνη εδρεύοντα Καϊμακάμην. Οι κάτοικοι ορεινοί και ολίγας πεδιάδας έχοντες, ασχολούνται κυρίως εις την κτηνοτροφίαν (μόνον το Βελεντζικόν έχει 10000 αίγας και πρόβατα) ιδίως των αιγών. Δεν υπάρχει τί το σημαντικόν εις το τμήμα τούτο εκτός των παρορίων σταθμών και η 1)2 ώραν απέχουσα προς ΒΑ του χωρίου Βρεστενίτζα Γέφυρα του Κοράκου επί του Αχελώου ή από το άνω Ραδοβίζι, ήτοι την επαρχίαν Λαρίσης, χωρίζουσα την επαρχίαν Άρτης, μέχρι τελευταίως 15 χωρία τα του Πετρίλου ήσαν συνηνωμένα πολιτικώς εις την Διοίκησιν Ραδοβιζίου άλλ’ ήδη άπεσπάσθησαν. Το παραγωγικόν μέρος του τμήματος είναι: Σίτος κιλά Κων)λεως 1000, Κριθή 1000, Αραβόσιτος 10000, Βρίζα 500, Κάστανα· οκάδες 3000, Κάρυα 5000, Τυρός 4000, Βούτυρον 8000, Μαλλιά 4000, Αιγοπρόβατα 28 000, Ίπποι— όνοι— ήμίονοι 8000. Στον πίνακα που ακολουθεί καταγράφονται επίσης, εκτός από τις οικογένειες, οι εκκλησίες, τα σχολεία καθώς και ο ιδιοκτήτης του κάθε χωριού. (Πηγή : Περιοδικό ΣΚΟΥΦΑΣ, τχ. 21-22, 1962)
“Καλεντίνη, οικούμενον υπό 25 περίπου οικογενειών χριστιανικών. Έχει πρωτεύοντα Ιερόν Ναόν επ’ ονόματι της Μεταστάσεως της θεοτόκου ιερουργούμενον υφ’ ενός Ιερέως. Προς δυσμάς δε του χωρίου, ημισείαν σχεδόν ώραν μακρά αυτού, υπάρχουσι πλείστα αρχαία ερείπια οικειών και τις εκκλησία επ’ ονόματι του αγίου Γεωργίου όπου ην ποτέ, κατά την μαρτυρίαν των εγχωρίων, ανώνυμόν τι χωρίον καλούμενον Παλαιοχώριον. Εν τω χωρίω τούτω υπάρχουσι και έτεραι εκκλησίαι, οίον της αγίας Παρασκευής και του αγίου Νικολάου. Εκ του χωρίου διέρχεται ο εκ Βουργαρελίου πηγάζων ποταμός Σαραντάπορος καλούμενος, διά τους πράγματι όντας τεσσαράκοντα αυτού Πόρους, όστις ενούμενος μετά του κάτωθεν του χωρίου διερχομένου, του πηγάζοντος εκ τε Βελεντσικού και Σκουληκαριάς και ονομαζομένου, συνωνύμως τω χωρίω Ποταμού Καλεντίνη, εκβάλλει εις τον Ποταμόν Ιναχον.” (Πηγή : ΔΟΚΙΜΙΟΝ ΑΡΤΗΣ Σεραφείμ Βυζάντιου, Αθήνα, 1884)
Στη φωτογραφία του Σπ. Μελετζή “Ο Άραχθος στην Άνω Καλεντίνη, 1937” (Πηγή ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, τχ. 123, 1986)
——————– “Η ίδρυσις του ΕΔΕΣ είχε το πρώτον οργανωθή το 1937. Περιελάμβανε αρκετά μέλη, υπό διοικητικήν επιτροπήν αποτελουμένην από τον νομάρχη ΗΛ. Σταματόπουλο, που ευρίσκεται εν ζωή, τον τότε αντισυνταγματάρχη Ν. Ζέρβα και εμένα. Εις την επιτροπή μετείχαν επί πλέον η δ/νις Λουκία Ι. Κουντουριώτη και η κυρία Αλεξάνδρα Αθανασιάδη, εις τα σπίτια των οποίων, κατά το πλείστον, ελάμβαναν χώρα οι μυστικές συσκέψεις των διαφόρων μελών της. Αντικειμενικός σκοπός του ΕΔΕΣ εις τον οποίο μετείχαν και αρκετοί αξιωματικοί εν ενεργεία, ήταν η ανατροπή της δικτατορίας Γεωργίου Β’- Μεταξά. Ο ΕΔΕΣ ιδρύθη κατόπιν εντολής του εν Παρισίοις διαμένοντος Ν. Πλαστήρα, διαβιβασθείσης υπό του καθηγητού Κ. Πυρομάγλου, ο οποίος επί τούτου πηγαινοήρχετο συχνά εις το Παρίσι, μεταφέροντας οδηγίες του Πλαστήρα, που ήταν ο ουσιαστικός αρχηγός της οργανώσεως. Κατά τον αυτόν χρόνο, κατόπιν αποφάσεως της επιτροπής ασφαλείας, όργανον του Μανιαδάκη, ο οποίος φαίνεται πως κάτι είχε μυρισθεί, μ’ εξετόπισεν εις το χωρίον Μπάρμπισα της νήσου Πάρου. Η οργάνωσις του ΕΔΕΣ είχε λάβει μεγάλη ανάπτυξι, αλλά μετά την υπό της Ιταλίας κατάληψι της Αλβανίας και κατόπιν εντολής του Πλαστήρα διέκοψε την προς ανατροπήν της δικτατορίας δράσιν της, διά να την επαναρχίση κατά το τέλος του 1941 με σκοπόν πλέον την απελευθέρωσιν της χώρας από τους κατακτητές, Ιταλούς, Γερμανούς και Βουλγάρους. Το καλοκαίρι του 1942 μέρος του ΕΔΕΣ υπό την ηγεσία του Ζέρβα και Πυρομάγλου, εγκατέλειψε κρυφίως τας Αθήνας και εγκατεστάθη εις την περιοχήν Ηπείρου και Αιτωλοακαρνανίας, όπου άρχισε συνεχή αγώνα κατά των στρατευμάτων των κατακτητών. Εγώ ατυχώς δεν είχα προφθάσει να λάβω μέρος, διότι είχα ήδη φυλακισθή υπό των Ιταλών, όπως και ο αδελφός του Ζέρβα Τάσιος και διάφορα άλλα μέλη της οργανώσεως…..” (Πηγή : ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Λ. Σπαής, Αθήνα,1970.)
———————— “Μετά από ένα μικρό μεταβατικό χρονικό διάστημα γερμανικής διοίκησης, οι Ιταλοί έρχονται στην πόλη της Άρτας. Οι Αρτινοί δεν είχαν για τους Ιταλούς τον ίδιο φόβο όπως με τους Γερμανούς, έτσι δεν ήταν λίγοι οι κάτοικοι που παρακολούθησαν την ομολογουμένως εντυπωσιακή παρέλαση της Ιταλικής φάλαγγας. Επί κεφαλής προχωρούσαν τρίκυκλες μοτοσυκλέτες με επιβάτες βερσαλιέρους, τους γνωστούς μας κοκορόφτερους, και ακολουθούσαν οι Μελανοχίτωνες, ο προσωπικός στρατός του Μουσολίνι….Επί δύο ώρες η παρέλαση συνεχίστηκε αμείωτη : Μηχανοκίνητα, τεθωρακισμένα, μικρά και μεγάλα φορτηγά, ποδηλάτες, πεζικάριοι, μουσικοί, αρτιλιέρηδες αλπίνοι. Την ένδοξη πορεία έκλεισε μια μονάδα έφιππων καραμπινιέρων, οι οποίοι προκάλεσαν εντύπωση με τα ναπολεόντεια καπέλα τους. Την επόμενη μέρα άρχισαν οι επιτάξεις. Όλα τα δημόσια κτίρια καταλήφθηκαν για να στεγάσουν τις στρατιωτικές υπηρεσίες, ενώ ταυτόχρονα επιτάχτηκαν και ιδιωτικά κτίρια. Η στρατιωτική διοίκηση εγκαταστάθηκε στα κτίρια του Α. Γαρουφαλιά και του Α. Ζάρρα, η στρατιωτική αστυνομία στο κτίριο Καραπάνου, το τελωνείο στο κτίριο του Α. Κεχαγιά, ενώ στην Δημοτική Αγορά και τα καταστήματα κάτω από το σπίτι του Σ. Μιχάλη εγκαταστάθηκε ο εφοδιασμός και το στρατιωτικό ταχυδρομείο. Ο υπόλοιπος στρατός είχε εγκατασταθεί στους δύο στρατώνες, στα Σχολεία ή είχε στρατοπεδεύσει κάτω από τις ελιές στην περιοχή της Κάτω Παναγιάς, στα κτήματα της περιοχής του Τοπ-Αλτί μέχρι τις Κεραμάτες, στο πεδίο των ασκήσεων μέχρι την Γέφυρα Ζούτου, στο Ιμαρέτ, στην Γραμμενίτσα και στην Βλαχέρνα. Για το έλεγχο των κινήσεων των κατοίκων τοποθετήθηκαν τρεις σταθμοί ελέγχου ( πόστα ντι μπλόκο), ένας στη Γέφυρα της Άρτας, ο άλλος στα διόδια και ο τρίτος, για λίγο μονάχα χρόνο, στο δρόμο προς το Κομμένο. Η είσοδος και η έξοδος επιτρεπόταν μονάχα με την επίδειξη ταυτότητας, που την εξέδιδε η Ελληνική Χωροφυλακή και την θεωρούσε το Ιταλικό Φρουραρχείο, από τις 6 το πρωί μέχρι τις 8 το βράδυ, ενώ η κυκλοφορία μέσα στην πόλη επιτρεπόταν από τις 6 μέχρι τις 9…..” (Πηγή : Απόσπασμα από το βιβλίο του κ. Κ. Βάγια, Η ΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ Της ΚΑΤΟΧΗΣ, Έκδοση ΣΚΟΥΦΑΣ, Άρτα, 2004)
Στη φωτογραφία : Άποψη της οδού Σκουφά το 1941. Διακρίνεται η είσοδος της στρατιωτικής διοίκησης των Ιταλών στο κτίριο του παλιού ξενοδοχείου ΠΑΝΘΕΟΝ επί της Σκουφά. (Πηγή : Ιταλικό στρατιωτικό αρχείο LUCCE)
1939, Άρτα : Από αριστερά : Παναγιώτης Λάκκας ή Λακόπουλος, Βασίλης Κ. Μπανιάς, Θεόδωρος Τζαλοκώστας (Στρατηγός Παλιούρας, σκοτώθηκε στους Μελάτες στις 27 Απριλίου του 1947 με άλλους 11) και Γεώργιος Σκαμπαρδώνης. (Φωτο & Παρουσίαση Κ. Μπανιάς)
——————– Στην περιοχή τής Άρτας δεν παρατηρείται η εμπορική κίνηση πού παρουσίαζαν άλλα προξενεία, όπως της Σμύρνης ή της Θεσσαλονίκης. ’Ασφαλώς, ούτε η έκταση και η ικανότητα τής ντόπιας αγοράς για απορρόφηση γαλλικών βιομηχανικών προϊόντων ή άλλων ειδών, αλλά ούτε και οι εξαγωγικές δυνατότητες τής περιοχής ήταν τόσο μεγάλες, ώστε να δικαιολογούν μια παρόμοια σύγκριση. Ανάλογος λοιπόν ήταν και ο αριθμός, η διάρκεια ζωής και η οικονομική σημασία των γαλλικών εμπορικών οίκων τής περιοχής του προξενείου Άρτας, καθώς και η παρουσία Γάλλων εμπόρων εγκαταστημένων στην περιοχή. Μία ενδιαφέρουσα περίπτωση ήταν το 1760, όταν εκδηλώθηκε το ενδιαφέρον κάποιου Γάλλου επιχειρηματία να εγκατασταθεί στην περιοχή· Πρόκειται για τον Louis Badin από την πόλη Antibes. Αυτός, πριν από το 1760, είχε στον Τάραντα βιομηχανία χυμού γλυκόριζας. Όμως η αύξηση τής τιμής της πρώτης ύλης, καθώς και τα υψηλά τέλη εξαγωγής τα οποία έπρεπε να καταβάλλει εκεί, υποχρέωσαν τον Badin να εγκαταστήσει την επιχείρησή του σέ άλλο μέρος. Σαν πιο κατάλληλη θεωρήθηκε ή περιοχή του προξενείου τής Άρτας, όπου το φυτό, που έδινε τη ρίζα του για την παρασκευή του χυμού, υπήρχε άφθονο (εξ ου και το όνομα του σημερινού Γλυκόριζου). Έπρεπε όμως προηγουμένως ό Γάλλος επιχειρηματίας να πάρει τη συγκατάθεση του πρόξενου Boulle, ο οποίος είχε το αποκλειστικό δικαίωμα να εμπορεύεται στην περιοχή. Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς έγιναν οι σχετικές συνεννοήσεις του Badin με τον πρόξενο της Άρτας, ούτε με ποια ανταλλάγματα, αν υπήρξαν, εξασφαλίστηκε η συγκατάθεση του τελευταίου. Πάντως ο Boulle ανέφερε στο υπουργείο ότι δεν είχε αντίρρηση για την εγκατάσταση του Badin στην περιοχή τής Άρτας, αφού βέβαια μία παρόμοια επιχείρηση δεν έβλαπτε καθόλου τα δικά του συμφέροντα, με τον όρο ότι ο Badin δεν θα επεξέτεινε τη δράση του στο εμπόριο οποιουδήποτε άλλου προϊόντος….…….Ο Badin λοιπόν προμηθευόταν τη γλυκόριζα σε χαμηλή τιμή από αγρότες που την καλλιεργούσαν άφθονα στην τουρκοκρατούμενη πεδιάδα της Άρτας. Επειδή μάλιστα το χώμα της περιοχής ήταν ανάμεικτο με άμμο και γι’ αυτό λιγότερο εύφορο, η γλυκόριζα που καλλιεργούνταν στα εδάφη αυτά ήταν πολύ καλής ποιότητας.
Τα φορτία μεταφερόταν με καραβάνια όνων και μουλαριών ως την Σαλαώρα και από κει με πλοία περνούσε το φορτίο στην Βόνιτσα. Εκεί στο εργοστάσιο, αφού περνούσε από ειδική επεξεργασία, στο τέλος παραγόταν ένας συμπυκνωμένος χυμός, τον οποίο διοχέτευαν για πώληση στο εμπόριο Γερμανία και τη Ρωσία. Στα κράτη αυτά, εκτός από γλυκαντικό, χρησιμοποιόταν για την παραγωγή μπίρας για το στρατό και ενός ποτού πιο δυνατού από το ρακί. Στη Ρωσία το έδιναν κατά τη διάρκεια του χειμώνα στα παιδιά που, καθώς ήταν γλυκό, τους άρεσε για να προστατευθούν από την πνευμονία, που θα μπορούσε να τα προσβάλλει εξαιτίας του ψυχρού κλίματος.
Στο εργοστάσιο παραγωγής του χυμού γλυκόριζας απασχολούνταν εβδομήντα εργάτες. Από αυτούς οι σαράντα χρησιμοποιούνταν στη συγκέντρωση των γλυκοριζών από τις αγροτικές περιοχές της Άρτας και στη μεταφορά των ριζών από την ύπαιθρο της Άρτας ως την Σαλαώρα και από εκεί στη Βόνιτσα με ένα μικρό πλοίο χωρητικότητας 40 περίπου μοδίων. Ένα μέρος από τους υπόλοιπους εργάτες απασχολούνταν με την κοπή, από τα κοντινά οθωμανικά κτήματα, ξύλων, που χρησιμοποιούνταν για τη θέρμανση του λέβητα του εργοστασίου, ενώ οι υπόλοιποι απασχολούνταν στην παραγωγή του συμπυκνωμένου χυμού και στην κατασκευή των κιβωτίων, στα οποία συσκευαζόταν το παραγόμενο προϊόν.
Οι εργαζόμενοι στην επιχείρηση αμείβονταν με μισθό και τους παρεχόταν και η καθημερινή τροφή. Για να εξασφαλιστεί η άδεια προμήθειας της γλυκόριζας από τις αγροτικές περιοχές της Άρτας, καταβάλλονταν εκατό τσεκίνια ανά εξάμηνο στον βοεβόδα της Άρτας και εικοσιτέσσερα τσεκίνια στο δημόσιο τελωνείο. Επίσης ο ιδιοκτήτης του εργοστασίου πλήρωνε 24 τσεκίνια για ενοικίαση του νερόμυλου, στον οποίο γινόταν το άλεσμα των ριζών, και εικοσιτέσσερα δουκάτα για ενοικίαση των οικημάτων όπου είχαν εγκατασταθεί τα μηχανήματα του εργοστασίου. Όσον αφορά τέλος την παραγωγή, αναφέρεται ότι από την επεξεργασία εκατό ριζών γλυκόριζας παράγονταν περίπου 20 λίβρες χυμού, ενώ η εξαμηνιαία παραγωγή έφτανε στα διακόσια πενήντα περίπου κιβώτια , βάρους εκατό bottoli το καθένα….. (Πηγές : 1.ΤΟ ΓΑΛΛΙΚΟ ΠΡΟΞΕΝΕΙΟ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ, Γ. Σιορόκας, Αθήνα, 1981 2.Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΒΕΝΕΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΤΑ, Ε. Βέτσιος, Αθήνα, 2007)
————————– Στίς αρχές τού 17ου αίώνα ή ’Ήπειρος είχε εμπορικές σχέσεις μέ τό εξωτερικό μέσω Βενετίας ή καί απευθείας. Στήν ’Άρτα φθάνανε μέ καραβάνια προϊόντα τής Ανατολικής Θεσσαλίας, Αιτωλοακαρνανίας, καί από τή Σαλαώρα ή Πρέβεζα, μπαρκάρονταν για τό εξωτερικό. Γι’ αύτό από τά μέσα τού 17ου αιώνα, ή καί πρωτύτερα, είχαν εγκατασταθεί στήν ’Άρτα εμπορικοί πράκτορες (πρόξενοι) τής Γαλλίας, πού παρακολουθούσαν τήν εμπορική κίνηση καί εξυπηρετούσαν τό γαλλικό εμπόριο. Σύμφωνα με τον Γ. Σιορόκα, κατά πάσα πιθανότητα η λειτουργία του ξεκίνησε το 1702 και έφτασε μέχρι το 1789. Η πρώτη έδρα του γαλλικού προξενείου ήταν η Σαγιάδα. Η επιλογή της Άρτας φαίνεται πως ανήκει αποκλειστικά στον πρόξενο Garnier. Άπό μιά έκθεσή του, μέ χρονολογία 3 Ν)βρη 1702, μαθαίνουμε πώς γιά τούς γάλλους εμπόρους ή ’Άρτα παρουσίαζε εξαιρετικό ενδιαφέρον.”…… ’Έχω παρατηρήσει ότι το λιμάνι της ’Άρτας είναι χρήσιμο όχι μόνο για νά στέλνει κανείς τή βασιλική άλληλογραφία άπό το Παρίσι ή τή Μασσαλία στήν Κων)λη…. αλλά καί γιατί μπορούμε ν’ ανοίξουμε ένα εμπόριο πολύ εύνοϊκό γιά τούς Γάλλους άπό τούς ‘Αγίους Σαράντα ώς τό Αιτωλικό σέ κάθε είδους εμπόρευμα καί προ παντός σιτάρια, πού μπορεΐ νά σηκώσει κανείς άφθονα καί σέ τιμή λογική, κατά μήκος τής παραλίας, καθώς καί κρέατα βοδινά ή χοιρινά τά όποια θά ήταν δυνατό νά παστωθοΰν γιά τό ναυτικό…. σέ περίπτωση πού θά παρουσιάζονταν έλλειψη στή Γαλλία. Οι Βενετσάνοι διεξάγουν εδώ μεγάλο έμπόριο, γιά νά εμποδίσουν δέ τό έμπόριο των Γάλλων υποχρεώνουν όλους όσους φορτώνουν στις σκάλες— πού είναι όλοι τους υπήκοοι τού Σουλτάνου—νά πληρώνουν 6% στήν Κέρκυρα…» Σε άλλη του επιστολή στις 14.6.1703 δικαιολογεί την εκλογή μέ τό επιχείρημα ότι ή πόλη αύτή, ή “Αρτα, προσφέρεται καλύτερα για τίς υπηρεσίες πρός τόν βασιλιά καί προς τό εμπόριο. Συγκεκριμενοποιεί κάπως τό δεύτερο σκέλος τού επιχειρήματός του καί αναφέρει ότι ή “Αρτα είναι ή αποθήκη πολλών άλλων μεγάλων πόλεων, άπό τίς οποίες δέν βρίσκεται μακριά καί οί οποίες διαθέτουν αξιόλογες αγορές όλον τόν χρόνο. Εκείνο όμως πού δέν αναφέρει ό Garnier καί πού, βάρυνε στήν εκλογή τής έδρας τού προξενείου είναι η μικρά απόσταση τής “Αρτας άπό τή θάλασσα. Καί άπό τή θάλασσα διεκινείτο το σύνολο σχεδόν τού όγκου τών έξαγωγών καί των εισαγωγών. Κι ακόμη, ή “Αρτα ήταν τό κέντρο μιάς εύφορης περιοχής, κατεξοχήν αγροτικής, πού θα τροφοδοτούσε τό γαλλικό εμπόριο μέ πρώτες ύλες γιά εξαγωγή. Άπό άλλη επιστολή τού γάλλου πρόξενου Pellissier, (γραμμένη στις 25 Ίούνη 1704) μαθαίνουμε ότι οι Γάλλοι ενδιαφέρονταν πολύ γιά τά ελληνικά καπνά πού μπορούσαν να αγοράσουν καί νά μεταφέρουν άπό τήν ’Άρτα στο εξωτερικό καί παράλληλα νά φέρουν δικά τους πανικά, μεταξωτά, επιχρυσωμένα καί άσημοκεντισμένα αντικείμενα. Επίσης κάνει λόγο καί γιά τά μαλλιά τής “Άρτας, πού ήταν κατάλληλα γιά στρώματα καί τέντες στις γαλέρες……(Πηγή : ΤΟ ΓΑΛΛΙΚΟ ΠΡΟΞΕΝΕΙΟ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ, Γ. Σιορόκας, Αθήνα, 1981)
Χρησιμοποιούμε cookies για την σωστή λειτουργία του ιστότοπου, καθώς και για βελτίωση των υπηρεσιών μας προς εσάς. Με τη χρήση αυτή της ιστοσελίδας, αποδέχεστε την Πολιτική Απορρήτου μας.
This website uses cookies to improve your experience while you navigate through the website. Out of these, the cookies that are categorized as necessary are stored on your browser as they are essential for the working of basic functionalities of the website. We also use third-party cookies that help us analyze and understand how you use this website. These cookies will be stored in your browser only with your consent. You also have the option to opt-out of these cookies. But opting out of some of these cookies may affect your browsing experience.
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. These cookies ensure basic functionalities and security features of the website, anonymously.
Cookie
Duration
Description
cookielawinfo-checkbox-analytics
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Analytics".
cookielawinfo-checkbox-functional
11 months
The cookie is set by GDPR cookie consent to record the user consent for the cookies in the category "Functional".
cookielawinfo-checkbox-necessary
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookies is used to store the user consent for the cookies in the category "Necessary".
cookielawinfo-checkbox-others
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Other.
cookielawinfo-checkbox-performance
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Performance".
viewed_cookie_policy
11 months
The cookie is set by the GDPR Cookie Consent plugin and is used to store whether or not user has consented to the use of cookies. It does not store any personal data.
Functional cookies help to perform certain functionalities like sharing the content of the website on social media platforms, collect feedbacks, and other third-party features.
Performance cookies are used to understand and analyze the key performance indexes of the website which helps in delivering a better user experience for the visitors.
Analytical cookies are used to understand how visitors interact with the website. These cookies help provide information on metrics the number of visitors, bounce rate, traffic source, etc.
Advertisement cookies are used to provide visitors with relevant ads and marketing campaigns. These cookies track visitors across websites and collect information to provide customized ads.