Η ιστορία μιας οικογένειας προσφύγων που έφτασε στην Άρτα το 1919 (4)

“…..Υπάρχουν κι άλλες πικρές μνήμες. Η άφιξη στην πατρίδα, τα λοιμοκαθαρτήρια, ο θάνατος του παππού πριν καλά – καλά πατήσει το πόδι του στη νοσταλγημένη πατρίδα, η μεταφορά της οικογένειας με πλοία στην Κόπραινα του Αμβρακικού κι απ’ εκεί στον τελικό προορισμό, την Άρτα. Η οδοιπορία των εξαθλιωμένων οικογενειών και η διά βίου ενοχή της γιαγιάς που περπατούσε μαζί με τους άλλους, ακολουθώντας τα φορτωμένα με τα παιδιά κάρα, σέρνοντας στην πλάτη μια ετοιμοθάνατη πρόσφυγα, που τελικά την εγκατέλειψε στο δρόμο, γιατί είχε λυγίσει και η ίδια από το βάρος και την απόγνωση.

Υπάρχει ακόμη και η καταγραφή της τελικής πράξης : το τέλος του ταξιδιού, η εγκατάσταση στην Άρτα και η συμβίωση στον προσωρινό καταυλισμό προσφύγων, στο κτίσμα που βρισκόταν στον περίβολο του ερειπωμένου παλατιού των Δεσποτών της Ηπείρου. Συμβίωση της οποίας τον κτύπο και τους ρυθμούς νόησε βαθιά και κατέγραψε ο τεπεινός δημόσιος υπάλληλος Κώστας Καρυωτάκης : “Επιτέλους την έριξαν σε μια αποθήκη. Τριάντα οικογένειες προσφύγων που έμεναν εκειμέσα, είχαν χωρίσει τα νοικοκυριά τους πρόχειρα με φανταστικούς τοίχους, Μπόγοι, κασέλες, κουβέρτες απλωμένες, ξύλα βαλμένα στη γραμμή, εσχημάτιζαν τετράγωνα της τελευταίας αμύνης. Σ’ αυτές τις φωλιές ακινητούσαν ή εσάλευαν πένθιμα σκιές ανθρώπων. Τρεις – τρεις, πέντε – πέντε, σκορπισμένοι ανάμεσα σε ρυπαρά ρούχα και υπολείμματα επίπλων, ήταν σα να ψιθύριζαν παραμύθια ή να προσπαθούσαν σιγά ν’ αποτινάξουν το σκοτάδι…….

Η οικογένεια τελικά στήθηκε. Η εγκατάσταση στον προσφυγικό συνοικισμό της Άρτας, οριστική. Ο συνοικισμός χτίστηκε μετά το 1925 στην πλαγιά της Περάνθης, κάτω από τους στρατώνες, που βρίσκονται στην κορυφή του βουνού. Εκεί, στα ζεύγη των ισογείων λιθόκτιστων κατοικιών – ένα υπνοδωμάτιο με προθάλαμο, η νοσταλγημένη πατρίδα στέγασε τις οικογένειες των προσφύγων. Μοναδικοί γείτονες των “αούτηδων” (την αντωνυμία “αυτός” την πρόφεραν με την ξενική για τους νεοέλληνες αρχαία προφορά : αουτός) οι παράγκες των “χριστιανόγυφτων”, που αναπτύσσονταν βόρεια κατά μήκος του συνοικισμού. Ωστόσο το πετρώδες, άνυδρο, άδεντρο και αφιλόξενο τοπίο διέθετε μια ανακουφιστική διέξοδο : την αναπεπταμένη θέα που εκτείνονταν από τους πορτοκαλεώνες της πεδιάδας, τον βουερό Άραχθο με την ψηλόλιγνη γέφυρα έως την Κοιμωμένη του Ζαλόγγου στο βάθος του ορίζοντα, που όριζε τα παράλια του Ιονίου. Θέα μοναδική που όμως αδυνατούσε να διασκεδάσει την οδυνηρή πραγματικότητα της κοινωνικής περιθωριοποίησης των προσφύφων….” (Πηγή : Ν’ ΑΚΟΥΓΑ ΤΗΝ ΛΑΛΙΑΝ ΤΟΥΣ, Ε. Ντάτση, Αθήνα, 2024)

Στη φωτογραφία του 1931, στο φωτογραφείο του Δ. Μητσιάνη, εικονίζονται καθιστοί οι αρχηγοί της οικογένειας Παπαδοπούλου : η αναλφάβητη 43χρονη μητέρα με τον 23χρονο πρωτότοκο Χρήστο και οι τέσσερις αδελφές : Κυριακούλα, Αναστασία, Ευθυμία και η μικρή Μάνια. Η τριτότοκη Μαρίκα, που έφυηε με τα ασυνόδευτα στο Νοβοροσίσκ, βρίσκεται στο Ορφανοτροφείο των Σερρών. (Φωτο από το ίδιο βιβλίο)

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στο πέρασμα του χρόνου | Σχολιάστε

Η ιστορία μιας οικογένειας προσφύγων που έφτασε στην Άρτα το 1919 (3)

“Σχολικό Έτος 1916 – 1917, Ελληνική Σχολή στη Δερπέντσκαγια, πολίχνη στην κοιλάδα Κουμπάν, στο Β. Καύκασο σε ίση περίπου απόσταση από το Κατεριντάρ – σημερινό Κρασνοντάρ – και το λιμάνι Νοβοροσίσκ. Οι ανθοφόροι, με γεωμετρική πειθαρχεία κλάδοι, που πλαισιώνουν την κεντημένη ευαρέσκεια των μαθητών της Ελληνικής Σχολής προς τον ελληνοδιδάσκαλο Ιωάννη Ππαπαδόπουλο, αυτονομούν αισθητικά, την προφορική αναγνώριση……… Το κάδρο με το ανθοφόρο μήνυμα κοσμούσε πάντοτε – και κοσμεί – τον τοίχο του σπιτιού μας, εκπέμποντας διαφορετικά, κατά περίσταση μηνύματα.

Το επόμενο σχολικό έτος 1917 – 1918, δεν ήρθε, ή μάλλον ήρθε, αλλά δεν τέλειωσε ποτέ. Η μητέρα μου, η Κερεκή, πήγε μόνο 40 μέρες σχολείο. Στη Δερπέντσκαγια πρόλαβε και έμαθε τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου. Αργότερα, μετά την εγκατάσταση της προσφυγικής οικογένειας στην Άρτα, έμαθε “από μόνη της” να διαβάζει και να γράφει με φωνητική γραφή. Ήταν τα εφόδια με τα οποία υπερασπίστηκε διά βίου τα “γράμματα που δεν πρόλαβε να μάθει” και τα “κειμήλια του πατέρα της”, όπως έλεγε που ήταν : εκτός από το τιμητικό κάδρο, ο Συνέκδημος του Ορθόδοξου Χριστιανού με αρκετές χειρόγραφες σελίδες από τον αγκιστρωμένο γερά στην χριστιανική ορθοδοξία, παππού μου, κι ένα λεξικό της γαλλικής. Τα άλλα βιβλία , τα έκαψαν για προσάναμμα στην Κατοχή……” (Πηγή : Ν’ ΑΚΟΥΓΑ ΤΗΝ ΛΑΛΙΑΝ ΤΟΥΣ, Ε. Ντάτση, Αθήνα, 2024)

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στο πέρασμα του χρόνου | Σχολιάστε

Χάρτης του Κομποτίου

Χάρτης της ευρύτερης περιοχής Κομποτίου, σχεδιασμένος από τον Γυμνασιάρχη Μπουραντά με τα τοπωνύμια της περιοχής. (Πηγή : ΤΟ ΚΟΜΠΟΤΙ ΑΡΤΗΣ, Λ. Τατσιόπουλος, Άρτα, 1971)

Δημοσιεύθηκε στη Χάρτες, χαρακτικά και γκραβούρες | Σχολιάστε

ΤΟ ΜΗΤΡΩΟΝ ΑΡΡΕΝΩΝ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΚΟΜΠΟΤΙ, ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΠΕΤΑ , ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΡΤΗΣ, ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΑΡΤΗΣ (καταρτισθέν εν έτει 1884). Γεννηθέντες τα έτη 1848 – 1852

Πρόκειται για το Μητρώο Αρρένων του Κομποτίου, καραρτισθέν εν έτει 1883. Το Μητρώο φυλάσσεται στα ΓΑΚ Άρτης. (Πηγή ΓΑΚ Άρτης)

Έτος γέννησης 1848

Έτος γέννησης 1849

Έτος γέννησης 1850

Έτος γέννησης 1851

Έτος γέννησης 1852

Δημοσιεύθηκε στη Η Απελευθέρωση το 1881 | Σχολιάστε

Η ιστορία μιας οικογένειας προσφύγων που έφτασε στην Άρτα το 1919 (2)

“……….. Η Επανάσταση του 1917   ανέτρεψε βίαια τις προοπτικές της μετοικεσίας. Με ιδεολογική αφετηρία : εμείς σα κόκκινα χαρτία κι γράφκουμες, ένα κασελάκι βιβλία, τα στοιχειώδη εφόδια επιβίωσης και με εγκαταλειμμένους στις αποθήκες δύο αδιάθετους τόνους καπνού, η οικογένεια με τα 6 παιδιά, πέντε κορίτσια και ένα αγόρι και την αδελφή της γιαγιάς, τη δεκαπεντάχρονη θεία Ρόζα, έφτασαν στο λιμάνι του Νοβοροσίσκ. Εκεί συνωστισμένοι με άλλους ομοεθνείς, περίμεναν ένα περίπου χρόνο, ελληνικό καράβι να τους παραλάβει με προορισμό τη χωμένη βαθιά στο μυαλό τους, γλυκιά πατρίδα, την Ελλάδα. Όποιος είχε ρευστό  τα κατάφερνε καλύτερα. Οι άλλοι περίμεναν, ζητιανεύοντας λίγο αλεύρι, το οποίο τύλιγαν  και κρατούσαν στην αγκαλιά σαν φασκιωμένο  βρέφος για το φόβο των ανταρτών ή μαζεύοντας σαλιγκάρια στα γύρω δάση.

Τότε, στην εξαθλίωση της αναμονής, ο υπεύθυνος των μεταγωγών πρότεινε στον παππού : δάσκαλε  έχεις μεγάλη οικογένεια, δεν δίνεις το παιδί να το στείλουμε στην πατρίδα με τα ασυνόδευτα; Ο παππούς, με καλοπροαίρετη αγαθοσύνη, συναίνεσε. Ο κλήρος έπεσε στην τριτότοκη  Μαρία. Η πιο μεγάλη, η 9χρονη Κερεκή, η μητέρα μου, είχε ήδη αναλάβει ρόλο μητέρας για τα μικρότερα αδέρφια. Έτσι η εφτάχρονη Μαρία, φορτώθηκε σε ένα από τα καράβια που μετέφεραν ασυνόδευτα  (3.700 μόνο στο λιμάνι του Νοβοροσίσκ) παιδιά στην Ελλάδα. Κανείς στην οικογένεια, από ό,τι θυμάμαι δεν αξιολόγησε το γεγονός. Κανείς δεν αναλογίστηκε πώς ένιωσε ένα κοριτσάκι που απόσπασαν από τη συναισθηματική ασφάλεια της ξεριζωμένης οικογένειας, για να το εντάξουν στο άγνωστο περιβάλλον του καραβιού. Υποθέτω ότι ως αντιστάθμισμα θα λειτούργησε  μέσα της η κοινή μοίρα που μοιραζόταν με τα άλλα ασυνόδευτα παιδιά. Σημειωτέον, ότι και η ίδια, παρά τη σχετική αποστασιοποίηση που την χαρακτήριζε ως άτομο, ποτέ δεν επικαλέστηκε το γεγονός. Όλοι το αποδέχτηκαν ως θετική χειρονομία ανωτέρας βίας…..”. (Πηγή : Ν’ ΑΚΟΥΓΑ ΤΗΝ ΛΑΛΙΑΝ ΤΟΥΣ, Ε. Ντάτση, Αθήνα, 2024)

Μπορείτε να διαβάσετε το α’ μέρος στο λινκ https://doxesdespotatou.com/i-istoria-mias-oikogeneias-prosfygon/

Με τη μεσολάβηση του Ερυθρού Σταυρού, η μικρή Μαρίκα που έφυγε ασυνόδευτη από το Νοβοροσίσκ το 1919, εντοπίστηκε στο Ορφανοτροφείο Θηλέων των Σερρών. Στη φωτογραφία είναι 14  χρονών, με τη μητέρα της Παρασκευή, που ταξιδεύει από την Άρτα “στας Σέρρας”. Η διευθύντρια του Ορφανοτροφείου δεν συναινεί στο αίτημα να την πάρει μαζί της στην Άρτα : “είναι έξυπνη, εδώ θα γίνει δασκάλα, εσύ τί θα την κάνεις με τόσο μεγάλη οικογένεια;” Έτσι διαγράφηκε το ευοίωνο μέλλον της.  Η φωτογραφία του 1926, από το ίδιο βιβλίο, αντανακλά το ήθος ελεγχόμενων αισθημάτων.

Κι εδώ “Η Μαρίκα, καταξιωμένη δασκάλα στην Άρτα, γύρω στα 1935”.

Βρήκαμε την Μαρίκα και σε μια ακόμη φωτογραφία που έχουμε αναρτήσει πιο παλιά και μπορείτε να την δείτε στο λινκ https://doxesdespotatou.com/sta-veloychia-tis-artas/. Είναι η πρώτη κυρία δεξιά.

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στο πέρασμα του χρόνου | Σχολιάστε

Η ιστορία μιας οικογένειας προσφύγων που έφτασε στην Άρτα το 1919 (1)

Γνώρισα πρόσφατα την κ. Ευαγγελή Ντάτση, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και σύζυγο του σπουδαίου ποιητή, δοκιμιογράφου, μεταφραστή και πανεπιστημιακού δάσκαλου Γιάννη Δάλλα. Η κ. Ντάτση γεννήθηκε και πέρασε τα παιδικά και μαθητικά της χρόνια στην πόλη της Άρτας. Πατέρας της ήταν ο Αριστείδης Ντάτσης, λογιστής, γεννηθείς στο Ριζοβούνι Πρεβέζης και μητέρα της η Κερεκή (Κυριακή), μια από τις 5 κόρες της οικογένειας Παπαδοπούλου, που ήλθε στην Άρτα με το κύμα των προσφύγων από τη Ρωσία το 1919.

Η κ. Ντάτση αφιερώνει το Υστερόγραφο του πιο πρόσφατου βιβλίου της με τίτλο  «Ν’ άκουγα την λαλίαν τους», στην οδύσσεια της οικογένειας της μητέρας της, που ξεκίνησε από την Σαμψούντα του Πόντου, κατέφυγε στη Ρωσία και απ’ εκεί έφτασε τελικά στην Άρτα, διανθίζοντας το κείμενό της με μια σειρά από παλιές οικογενειακές φωτογραφίες.    

“«Ας έερτε σο φραχτ να κουίζ με, να ακούω τη λαλία τ’ : Ας έρθη στο φράχτη να με φωνάξει  να ακούσω την λιαλιά του, τη φωνή του». Η φράση ειπώθηκε από τη γιαγιά μου γύρω στα 1903, στην παλαιά Αμισό του Πόντου, όταν η προμάμμη  Αναστασία Τσακιρίδου, ανακοίνωσε στην οικογένεια τον αρραβώνα της κόρης της Παρασκευής με τον Ιωάννη Κεχαγιά, γιό του ιερέα και μορφωμένο, ελληνοδιδάσκαλο, τον οποίο όμως δεν είχε δει ποτέ της. Είναι μια πτερόεσσα φράση που επιβίωσε ως περιπαιχτικός λογόμυθος στην οικογένεια, για να προσγειωθεί, ύστερα από έναν αιώνα και κάτι ως επίτιτλος  στο παρόν βιβλίο με πρωτοβουλία ενός ποιητή, του Γιάννη Δάλλα, με τον οποίο «ζήσαμε δύο ζωές» κατά τον θυμόσοφο λόγο του Γιώργου από την Ορεινή Κορινθία.

Ο γάμος έγινε στη Σαμψούντα και η διευρυμένη οικογένεια μετανάστευσε στη Ρωσία, στην κοιλάδα του ποταμού Κουμπάν, σε βάθος 200 περίπου χιλιομέτρων από το λιμάνι του Νοβοροσίσκ. Για την μετοίκηση, προφανώς λειτούργησε ως κίνητρο  και η μεταναστευτική πολιτική της Ρωσίας εκείνων  των χρόνων, ιδιαίτερα τα προστατευτικά μέτρα που θέσπισε το οικονομικό επιτελείο της χώρας  το 1887 και το 1897 για την ανάπτυξη της καλλιέργειας του καπνού σε συνδυασμό με την πιεστική πολιτική των Οθωμανών στον τομέα της καπνοκαλλιέργειας. Σε αυτά τα μέτρα ανταποκρίθηκαν κατ’ εξακολούθηση ομαδικά, αλλά και ως μεμονωμένες οικογένειες, οι ορθόδοξοι  του Πόντου. Επρόκειτο για μια συνηθισμένη πρακτική της εποχής για συναινετική μετοίκηση.

Εκεί στην κωμόπολη Δερπέντσκαγια, στερέωσε η νεότευκτη φαμίλια. Ο παππούς “εκρώσισε” κατά την επιταγή του νόμου το επώνυμό του, και ως γιός ιερέα, έγινε Ποπώφ, δίδασκε στο Ελληνικό σχολείο και παράλληλα επιδόθηκε στην καλλιέργεια καπνού. Τα μέλη της  οικογένειας  και τα ελέη αυξήθηκαν, οι πολιτικές οσμώσεις πολλές και καλές, οι οικονομικές προοπτικές ευοίωνες…..” (Πηγή : Ν’ ΑΚΟΥΓΑ ΤΗΝ ΛΑΛΙΑΝ ΤΟΥΣ, Ε. Ντάτση, Αθήνα, 2024)

Στη φωτογραφία “Δείγμα γραφής στο εγχειρίδιο του “Συνέκδημου” του ελληνοδιδάσκαλου Ι.Χ. Παπαδόπουλου της εν Δερπέντσκαγια Ελληνικής Σχολής” από το ίδιο βιβλίο.

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στο πέρασμα του χρόνου | Σχολιάστε

Το Κάστρο το 1909!

Αν και την έχουμε αναρτήσει πιο παλιά, η συγκεκριμένη φωτογραφία, από το αρχείο του Κ. Ιωάννη Έξαρχου, είναι πιο καθαρή και ευδιάκριτη. Εκδότης ο Σάλομων Χατζής.

Δημοσιεύθηκε στη Το Κάστρο και το Ξενία | Σχολιάστε

Περιγραφή του Κάστρου της Άρτας στην Ισλαμική Εγκυκλοπαίδεια (İslâm Ansiklopedisi)

“……..Το Κάστρο της Άρτας είχε ερειπωθεί επειδή δεν είχε επισκευαστεί για πολύ καιρό. Οι τρεις πύργοι και η πύλη του είχαν καταρρεύσει. Το κάστρο επισκευάστηκε το 1717  και οι εργασίες επισκευής κράτησαν ένα χρόνο. (BA, MAD, αρ. 3897, σελ. 40, 116).

Στο κάστρο υπήρχε σημαντικός αριθμός φρουρών στον 16ο αιώνα. Μεταξύ  1688-1690 υπήρχαν είκοσι εννέα στρατιώτες Azab (Αζάπης) και έναν Reis (Αρχηγός,διοικητής).  (BA, MAD, αρ. 3663, σ. 11).

Το 1697 , μετά απο πληροφορίες περί μιας επίθεσης στην Άρτα, στον κυβερνήτη της Ναυπάκτου ανατέθηκε να προστατεύσει την πόλη με 1800 ιππείς. Εν τω μεταξύ, στο Κάστρο της Άρτας βρίσκονταν εβδομήντα έξι στρατιώτες, από τους οποίους εξήντα πέντε ήταν πεζοί και έντεκα ιππείς (ΒΑ, Αλί Εμίρι, Μουσταφά ΙΙ, Ι/79). XVIII.

Το 1698, ο  Ομέρ Πασάς που ήταν υπεύθυνος για την φρούρηση της Άρτας διόρισε ξανά τριάντα kapudan για να φρουρούν το κάστρο (BA, İbnülemin-Bahriye, nr. 861). 

Στις αρχές του 18oυ αιώνα, αν και ο αριθμός τους άλλαζε κατα διαστήματα, στο κάστρο βρίσκονταν συνολικά 234 στρατιώτες, εκ των οποίων

40 ήταν azab (αζάπης),

50 ήταν azebân-ı sânî (αζάπης 2ου βαθμού),

50 ήταν azebân-ı salis (αζάπης 3ου βαθμού),

40 ήταν kapudan,

40 ήταν beşlü ,

10 ήταν πυροβολητές,

και 4 στρατιώτες φυλακίου.  (ΒΑ, MAD, αρ. 6542, σ. 66-73)”.

(Πηγή : https://islamansiklopedisi.org.tr/)

Οι Azab (Αζάπης)  ήταν ανύπαντροι στρατιώτες απο το τοπικό πληθυσμό που συνήθως υπηρετούσαν ως φρουρές οχυρών και λάμβαναν τακτικό μισθό. Ανάλογα με τα χρόνια υπηρεσίας τους έπαιρναν βαθμό ως azab-ı sani (αζάπης 2ου βαθμού) και azab-ı salis (αζάπης 3ου βαθμού)

Οι Beşlü ήταν επικουρικοί στρατιώτες από τον τοπικό πληθυσμό. Ονομαζόντουσαν έτσι επειδή  έπαιρναν 5 ακτσέ ημερησίως. (Beş στα τουρκικά σημαίνει 5)

Ο Kapudan ή kaptan δεν είχε την σημερινή έννοια (καπετάνιος, κυβερνήτης πλοίου) αλλά η ονομασία περιελάμβανε όλους τους στρατιώτες-ναυτικούς που αποτελούσαν τη ναυτική δύναμη του κάστρου. Ήταν μια ομάδα στρατιωτών που βρίσκονταν στα παραθαλάσσια κάστρα και στελέχωναν τα πλοία και τα καράβια του κάστρου.

Εύλογη είναι η απορία τί χρειάζονταν μια τέτοια δύναμη σε ένα Κάστρο που δεν ήταν παραθαλάσσιο, ήταν όμως παραποτάμιο. Στην Ισλαμική εγκυκλοπαίδεια υπάρχουν δυο ακόμη πληροφορίες για την Άρτα, που έχουν σχέση με το ναυτικό των Τούρκων :

  1. Σε δύο από τις γειτονιές της Άρτας ζούσαν ομάδες που ονομάζονταν “mellah” (ναύτες) και πιθανότατα παρείχαν υπηρεσίες μεταφοράς ποταμών στον κόλπο μέσω του ποταμού της Άρτας, και
  2. Μερικοί από τους κωπηλάτες που απαιτούνταν για τον οθωμανικό στόλο που απέπλευσε για τη Μεσόγειο το 980 (1573) παρασχέθηκαν από την Άρτα (BA, MD, αρ. 21, hk. 685).

Στη φωτογραφία “Ζωγραφική ενός Azeb – ναυτικού. Πίνακας τοποθετημένος σε φύλλο άλμπουμ. Φορά ένα μουσκέτο, πυριτιδαποκέρατο και θήκη πυρομαχικών στη ζώνη του και σπαθί. Μπλε χιτώνας, κόκκινο παντελόνι, λευκά προστατευτικά για τα πόδια, μαύρα παπούτσια, κόκκινο σκουφάκι με μαύρο γείσο και χρυσό ύφασμα, ριγέ κόκκινο και πράσινο, και λοφίο. Marmara Region: Istanbul, 1618. (Πηγή : https://www.britishmuseum.org/)

Δημοσιεύθηκε στη Η Άρτα στην Τουρκοκρατία | Σχολιάστε

Μια κοπέλα, Αρτηνιά…

Φωτογραφικό πορτραίτο μιας νεαρής κυρίας με ένδειξη “Άρτα, 25 – 8 – 194?” (Πηγή : Ευώνυμος, Οικολογική Βιβλιοθήκη)

Δημοσιεύθηκε στη Αρτινά Πρόσωπα και Παρέες | Σχολιάστε

Η Φιλαρμονική του “ΟΡΦΕΑ” Άρτης

 Η Φιλαρμονική με την επωνυμία “ΟΡΦΕΑΣ” δυμιουργήθηκε το 1953 – 54, μετά από μια μεγάλη αντιπαράθεση των μουσικών με το Συμβούλιο του Σκουφά. Τότε έφυγαν και τα περισσότερα μέλη της φιλαρμονικής. Μαζί τους και ο αρχιμουσικός Δημήτριος Παπαιωάννου, ο οποίος παλαιότερα ήταν και στον Σκουφά. Αγόρασαν δε και μουσικά όργανα, τα οποία πλήρωσαν οι ίδιοι. Ο Σκουφάς όσο είχε την φιλαρμονική έπαιρνε πολλά χρήματα από τα δημόσια θεάματα (10 %) με αποτέλεσμα όταν σταμάτησε η λειτουργία της να χάσει πολλά χρήματα. Γι’ αυτό τον λόγο έφερε τον αρχιμουσικό Κ. Κοσμά, ο οποίος διακρινόταν για τις αυστηρές αρχές και το ήθος του και έφτιαξε μια φιλαρμονική εκ του μηδενός. Η λειτουργία του Ορφέα κράτησε 2 χρόνια και έπειτα διαλύθηκε ύστερα από παρεμβάσεις του Συλλόγου και έτσι κάποια παλιά μέλη επέστρεψαν ξανά στην φιλαρμονική του Σκουφά.

Στη φωτογραφία ” Η ΦΙΛΑΡΜΟΝΙΚΗ ΤΟΥ “ΟΡΦΕΑ” ΑΡΤΗΣ, ΤΟ 1953″ στην κεντρική οδό της πόλης. (Φωτο από αρχείο Ι. Ε.)

Δημοσιεύθηκε στη Η Φιλαρμονική της Πόλης | Σχολιάστε