“………Εδώ, στην ανατολική όχθη του ποταμού, βρίσκεται η πόλη της Άρτας, η αρχαία Αμβρακία. Απέχει επτά μίλια από τις όχθες του κόλπου, στον οποίο τώρα, όπως και παλαιότερα, δίνει και το όνομά του. Ίχνη από πανάρχαια τείχη μπορεί να δει κάποιος σε πολλά μέρη, αλλά πιο ιδιαίτερα, στο σημείο όπου σχηματίζουν τη βάση μέρους του σημερινού κάστρου ή της ακρόπολης, κοντά στις όχθες του ποταμού. Αυτά διαφέρουν από τα διάφορα άλλα αρχαία ερείπια του κόλπου. Oι πέτρες είναι κανονικοί, επιμήκεις, τετραγωνισμένοι ογκόλιθοι, με λεία επιφάνεια, τοποθετημένοι οριζόντια, και τόσο πολύ κοντά, που με δυσκολία θα μπορούσαμε να μπήξουμε ένα σουγιά ανάμεσά τους, αν και φαίνεται ότι ούτε κονίαμα, ούτε τσιμέντο έχει χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή τους. Το στυλ, πιστεύω πως είναι γνωστό ως το Ελληνικό. Στη Μήλο υπάρχουν εκτεταμένα ερείπια αυτής της μορφής. Το μέγεθος των λίθων είναι τεράστιο. Μέτρησα ένα και ήταν δεκαοχτώ επί πέντε πόδια και τα περισσότερα σχεδόν είχαν τις ίδιες διαστάσεις. Αυτοί οι τοίχοι μπορούν να εντοπιστούν σε αρκετή απόσταση, περικυκλώνοντας προφανώς το υπερυψωμένο έδαφος προς τα ανατολικά της πόλης. Δεν υπάρχουν άλλα υπολείμματα της ίδιας χρονολογίας, είτε ναός, είτε θέατρο ή άλλο κτίριο.
Το επόμενο αντικείμενο που αξίζει προσοχής είναι τα ερείπια μιας μονής που χτίστηκε από την Αυτοκράτειρα Θεοδοσία, περίπου το έτος 845 της χριστιανικής περιόδου. Η αρχιτεκτονική είναι «Lower Empire». Υποδιαιρείται σε πολυάριθμα κελιά, διάτρητα με μικρά παράθυρα σε Γοτθικό στυλ. Οι τοίχοι είναι εναλλακτικά στρώματα από πέτρες για περίπου δύο πόδια και μετά ακολουθεί το μικρό επίπεδο κόκκινο ρωμαϊκό τούβλο για περίπου έξι πόδια. Σήμερα προσφέρει δωρεάν διαμονή για τα καραβάνια με άλογα που φέρνουν εμπορεύματα και τους οδηγούς τους. Υπάρχει επίσης ένας μεγάλος ελληνικό καθεδρικός, χτισμένος με την ίδια τεχνοτροπία, αλλά πιο καινούργιας χρονολογίας, σε οκταγωνική μορφή. Κατά τον τελευταίο πόλεμο μετατράπηκε σε φρούριο από τους Αλβανούς, οι οποίοι μπλοκάροντας τα παράθυρα, τον κατέστησαν πολύ ανθεκτικό και ισχυρό.
Όπως και άλλες πόλεις αυτής της αφοσιωμένης χώρας, η Άρτα έχει υποφέρει σε μεγάλο βαθμό από τον πρόσφατο φοβερό αγώνα. Σε πολλά μέρη σωροί ερειπίων εμποδίζουν εντελώς τη διέλευση των δρόμων, και ένα πέπλο ερήμωσης και δυστυχίας κρέμεται σήμερα πάνω από αυτήν την πόλη που κάποτε ανθούσε και ήταν γεμάτη κόσμο. Είναι δύσκολο να κρίνει κανείς τον πληθυσμό της σήμερα, έτσι όπως διαμορφώθηκε από την ταραγμένη κατάσταση της χώρας, καθώς, λόγω της αδιάκοπης ζήτησης για στρατεύματα από τον Πασά, πρέπει να παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις. Να προσθέσουμε σ’ αυτά ότι η πλειοψηφία των κατοίκων είναι και στρατιώτες και πολίτες (οι πρώτοι μάλλον από επιλογή τους) και πάντα ξεσηκώνονται για τα καλά με την ελπίδα να λεηλατήσουν, συμμετέχοντας σε κάθε εξέγερση, ξένη ή ντόπια. Οι αντιμαχόμενες φατρίες στην Αλβανία αποτραβήχτηκαν σχεδόν όλες μετά στα Γιάννενα (τη σκηνή του αγώνα), εκτός από τους φιλήσυχους Έλληνες τεχνίτες, αφήνοντας μόνο περίπου πεντακόσιους στρατιώτες να φρουρούν το κάστρο. Ο πληθυσμός της Άρτας μπορεί να θεωρηθεί λοιπόν σε επτά χιλιάδες το μέγιστο.
Η Άρτα, όπως και η Πρέβεζα, διοικείται από έναν Μπέη υπό το Πασαλίκι των Γιανίνων. Και σαν o μόνος εμπορικός σταθμός μεταξύ αυτού του τόπου και του κόλπου, αποκομίζει κάποιο εμπορικό όφελος. Υπάρχουν βιοτεχνίες για υφάσματα από χοντρό βαμβάκι και μαλλί. Οι φλοκάτες (ή καπότες) θεωρούνται οι καλύτερες, και το δέρμα, αν και κατώτερης ποιότητας, είναι πολύ ανθεκτικό: η δυσοσμία που αναδύεται από τα βυρσοδεψεία κατά μήκος του ποταμού είναι αφόρητη. Τα κεντήματα φτάνουν στην τελειότητα και όλα τα είδη ένδυσης από την Άρτα είναι άξια βραβείου. Το βόρειο τμήμα της πόλης γύρω από το κάστρο κατοικείται αποκλειστικά από Τούρκους, οι οποίοι έχουν ένα εθνικό έθιμο, προερχόμενο από ζήλια για τις γυναίκες τους, να αποκλείουν όλους τους Φράγκους από τη συνοικία που έχουν ξεχωρίσει για τον εαυτό τους. Κάθε εμπόριο έχει ξεχωριστό δρόμο ή παζάρι, αλλά οι κρεοπώλες είναι υποχρεωμένοι να σκοτώνουν και να πουλούν το κρέας τους έξω από την πόλη. Η αγορά τροφοδοτείται άφθονα με φρούτα και λαχανικά….” (Πηγή :Observations on the Gulf of Arta, Made in 1830, Author(s): James Wolfe, Source: The Journal of the Royal Geographical Society of London , 1833, Vol. 3 (1833), pp. 77-94 Published by: Wiley on behalf of The Royal Geographical Society (with the Institute of British Geographers)
Στη φωτογραφία, φωτοκάρτα σταλμένη από την Άρτα στις 5 Γενάρη 1905 με τίτλο “Άποψις Άρτης”.