Η εγκατάσταση του αρματολού δεν ήταν απλό πράγμα. Η τοπική αρχή εισηγούνταν τον διορισμό αρματολού. Η εισήγηση γίνονταν στην αρμόδια υπηρεσία που είχε έδρα την Κωνσταντινούπολη, κι όταν εγκρίνονταν ο διορισμός γίνονταν τελετή εγκατάστασης μπροστά στο μεκχεμέ (δικαστήριο). Ο προσκυνημένος κλέφτης δήλωνε μπροστά στους κοτζαμπάσηδες, τον κατή και το μουσελίνι, το «ιταάξι» (την υποταγή)κι έπαιρνε το «μουρασελέ» (διορισμό). Ο κατής του έδινε το πανωφόρι της τιμής (καπότο), του εύχονταν όλοι «καλή φύλαξη» και πήγαινε στην έδρα του επίσημα. Λέγονταν καπετάνιος κι είχε τους υπασπιστές του και τα παλληκάρια του κι ένα πρωτοπαλλήκαρο.
Οι ομάδες φύλαξης λέγονταν «μάγγες», ήταν ανάλογες με την έκταση της περιοχής και μισθοδοτούνταν απ’ αυτή. Σύμφωνα με τον Φίνλεϊ οι αρματολοί ήταν συγκροτημένοι στα πρότυπα της πατριάς με κληρονομική διαδοχή των αρματολικιών τους.
Οι τοπικές αρχές μπορούσαν να διορίσουν «οπλαρχηγό», με περιορισμένες αρμοδιότητες κι αυτόν τον διόριζε ο Τούρκος πρόκριτος, δηλαδή ο «αγιάν».Αυτός ήταν ένας φύλακας του δερβενιού.
Οι αρματολοί και τα αρματολίκια αποτελούσαν μια νέα τάξη μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Ήταν απαλλαγμένοι από φορολογία και οπωσδήποτε θα είχαν αναλάβει απέναντι στον κατακτητή ορισμένες υποχρεώσεις όπως η τήρηση της τάξης κυρίως σε δασώδεις και δυσπρόσιτες περιοχές. Ο αρματολός ασφαλίζοντας τις κλεισούρες, βοηθούσε τον κατακτητή να εισπράττει ελεύθερα τη φορολογία από τους κάμπους. Πολύ συχνά όμως ο ραγιάς κυνηγημένος εύρισκε καταφύγιο στον αρματολό με τον οποίο ο κλέφτης σιγά σιγά ανέπτυξε αγαθές σχέσεις. Στο στάδιο αυτό της αλληλοϋποστήριξης, μπορεί να ιδεί κανείς τα αρματολίκια σαν στρατιωτικές σχολές και στρατόπεδα όπου γυμνάζονταν οι Έλληνες και μάθαιναν την τέχνη του πολέμου. Πολλές φορές οι Τούρκοι και οι κοτζαμπάσηδες (οι οποίοι ζητούσαν από παντού μοιράδι), επενέβαιναν και εξευτέλιζαν τον αρματολό. Ο δρόμος τότε ήταν ανοιχτός για το βουνό….
(Πηγή : ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗ ΗΠΕΙΡΟΣ, Ν. Ζιάγκος, Αθήνα 1974)
(Ηπειρώτης Αρματολός, Φωτο από διαδίκτυο)