ΠΩΣ ΓΙΟΡΤΑΖΟΤΑΝ ΤΑ ΚΟΥΛΟΥΜΑ

————–

Τα Κούλουμα γιορτάζονταν με σαρακοστιανά, γλέντια, νταούλια και χορό. Αξίζει να διαβάσουμε ένα χρονογράφημα του Κ. Βάρναλη που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα “Πρωία” στις 8 Μαρτίου 1943 για το πως γιόρταζαν οι λαϊκοί άνθρωποι την αργία της Καθαροδευτέρας με φτηνή πάνδημη διασκέδαση:
“ΚΟΥΛΟΥΜΑ (Πρωία, 8.3.1943) –Μια φορά κι έναν καιρό η καθαυτό Απόκρια ήτανε η Καθαρή Δευτέρα. Γιορτή του υπαίθρου, όπως κι η Πρωτομαγιά. Και προ παντός λαϊκή. Σωστό πανηγύρι έξω στον ήλιο και στον αέρα, όπως ήτανε κι όλες οι γιορτές των αρχαίων. Μάταια η Απόκρια από δυο εβδομάδες προσπαθούσε να θορυβήσει. Μάταια οι μουτσούνες, τα ντόμινα, τα ξελαρυγγίσματα, οι ροκάνες, οι φούχτες τα κομφετί και οι σερπαντίνες προσπαθούσανε να παραστήσουνε τη διασκέδαση. Μάταια οι δημόσιοι χοροί των διαφόρων συλλόγων κι οι επιτροπές του Καρναβάλου με τα βραβεία τους προσπαθούσανε να φέρουν σε κλειστό χώρο ή να βγάλουν έξω στους δρόμους την ευθυμία και το πνεύμα. Έπρεπε να έρθει η Καθαρή Δευτέρα, για να βάλει τα πράματα τη θέση τους. Τότε μονάχα η κοινοτυπική κραυγή: «σε γνωρίσαμε!» μπορούσε να «απευθυνθεί» στην Ευθυμία. Γιατί μονάχα τότε τη γνωρίζαμε κατά πλάτος και κατά βάθος.
Η ευθυμία τότε δεν ήτανε φκιαχτή. Δεν ήτανε υπόθεση ομάδων και δρόμων. ΄Ητανε φυσικό κι αυθόρμητο ξέσπασμα του λαού στο ύπαιθρο: στεριά και περιγιάλια. Χωρίς μάσκες, χωρίς αλλαξίματα φορεσιάς ή φύλου, χωρίς προσπάθεια. Αφού ο λαός επί δεκαπέντε μέρες προσπαθούσε να γελάσει και δεν τα κατάφερνε γιατί έβγαινε από τη φυσικότητά του και παράσταινε κάτι άλλο απ’ ό,τι πραγματικά είναι, άμα ξημέρωσε η Καθαρή Δευτέρα ξανάμπαινε στον όχτο του και ξανάβρισκε τον εαυτό του. Κι έτρεχε κοπαδιαστά στην εξοχή να ξεσκάσει από τη «βεβιασμένη», την «κατά συνθήκην» υποκρισία των ημερών της Αποκριάς. Η μια μέρα άξιζε περισσότερο από τις δεκαπέντε. Και σε μια μέρα γλεντούσε περισσότερο από όσο σε δυο βδομάδες.
Τα Κούλουμα ανάγονται σε πολύ παλιά εποχή. Κι οι λαογράφοι την θεωρούν επιβίωση ειδωλολατρικής γιορτής. Πάντως, μονάχα οι ειδωλολάτρες ξέρανε να γιορτάζουν αληθινά. Κι αν δεν είναι σωστή η γνώμη των λαογράφων, πάντως είναι σωστή η γνώμη των ψυχολόγων, που θέλουνε να εξηγήσουνε τα Κούλουμα ως ανάγκη του ανθρώπου να επανέλθει ύστερα από μακρινή προσπάθεια τεχνητής ευθυμίας στην πραγματική, τη φυσική ευθυμία. Πίπιζες, γκάιδες, νταούλια συνοδεύανε τα υπαίθρια γλέντια του λαού. Σκόρδα, βρεχτοκούκια, χαλβάδες και ταραμάδες, ελιές και τουρσιά και λαγάνες –μύριζε όλο το ύπαιθρο σαρακοστή κι όμως ήτανε Απόκρια. Γιατί ο κόσμος γλεντούσε. Έπινε, τραγουδούσε, χόρευε. Κι ο ήλιος, που αγαπά το λαό, έβαζε τα καλά του και φώτιζε και θέρμαινε τη γης. Αν ήσαν πολλοί όσοι γλεντούσαν, ήσαν περισσότεροι όσοι βγαίνανε έξω για να ιδούνε τους άλλους να γλεντάνε. Και να διασκεδάζουνε βλέποντας. Παρ’ όλα τα αυστηρά ήθη του καιρού εκείνου, οι γυναίκες είχανε το πρόσταγμα. Αυτές στρώνανε το τραπέζι, αυτές κερνούσανε και χορεύανε πρώτες και καλύτερες. Ήτανε πραγματική ισότητα των φύλων, αν όχι αντιστροφή της ανισότητας……”
(Πηγή : Σαραντάκος Μπλογκ)

Στη φωτο Αρτινοί γιορτάζουν τα Κούλουμα στου Μπάρμπα – Νάκου στα Λεβούνια το 1957. Διακρίνονται οι : Γιάννης Τρομπούκης, Χρήστος Μπαλάσκας, Φωτεινή Μπαλάσκα, Αλεξάνδρα Μπαλάσκα, Κώστας Μπάφας, Δημήτρης Καραβασίλης και άλλοι.(Φώτο από συλλογή Ρ.Κ.)

————————

ΚΟΥΛΟΥΜΑ ΣΤΟ ΠΕΤΡΟΒΟΥΝΙ

Οι Αρτινοί γιόρταζαν τα Κούλουμα σε κοντινές περιοχές όπως το Θεοτοκιό, η Κάτω Παναγιά, τα κτήματά τους αλλά και η περιοχή πάνω στο λόφο, κοντά στο Εβραϊκό Νεκροταφείο ή αλλιώς τα “Οβριομνήματα”.
Το Εβραικό Νεκροταφείο της Άρτας βρισκόταν στο λόφο της Περάνθης “…πλησίον του Στρατώνα”, πάνω από την περιοχή του Καναρά. Η έκτασή του είχε δοθεί με Μουκατά (διηνεκή μίσθωση) προς τους Αρτινούς Εβραίους και μετά το 1821 με δωρεά από το Ηγουμενοσυμβούλιο της Ι. Μονής Κάτω Παναγιάς Άρτας, η οποία είχε την κυριότητα ολόκληρης της έκτασης του Πετροβουνίου Άρτας μέχρι τη θέση Κομμάτια και ως εκ τούτου έκανε τέτοιες δωρεές. Γράφει ο Σεραφείμ Ξενόπουλος : “ Eν τω Πετροβουνίω τούτω εξ αρχαίων χρόνων ενταφιάζονται οι αποθνήσκοντες Ισραηλίται, οίτινες μέχρι του έτους 1821 προσέφερον, χάριν εδαφονομίου (Μουκατά) προς τον ηγούμενον ενδυμασίαν, έκτοτε όμως έπαυσε το τοιούτον”.
Το μέρος ήταν βραχώδες, γεμάτο μεγάλες πέτρες και ασφάκες, ωστόσο διέθετε υπέροχη θέα προς τον Άραχθο, το Ξηροβούνι και τα Τζουμέρκα, έτσι οι Αρτινοί το προτιμούσαν.

Στη φωτο μια μεγάλη παρέα Μελισσουργιωτών σε αναμνηστική φωτογραφία της Καθαράς Δευτέρας του 1950 στα Οβριομνήματα.(Φώτο από συλλογή Α.Κ.) 

Δημοσιεύθηκε στην Οι Αποκριές. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *