——————–
Στα σπίτια τα εικονοστάσια ήταν πολύ απλά. Ήταν ένα μικρό ράφι από σανίδι και ένα υποστήριγμα καρφωμένα, σε μια γωνία του δωματίου, ψηλά κοντά στο ταβάνι.
Στο ραφάκι αυτό τοποθετούσαν τις εικόνες, με κυρίαρχη αυτή του προστάτη Άγιου, που συνήθως τον καθόριζε το όνομα του πατέρα της οικογένειας, την καντήλα με το λάδι και το φυτιλάκι και δίπλα σε ένα μικρό βαθύ πιάτο το κόκκινο πασχαλινό αυγό. Φυσικά ποτέ δεν έλειπε η εικόνα του Χριστού και της Παναγίας.
Άναβαν συχνά την καντήλα, παρόλο που το λάδι ήταν ακριβό. Τότε μαγείρευαν με λίπος, επειδή ο ορεινός τόπος δεν παράγει λάδι. Μόνο στις σαλάτες χρησιμοποιούσαν το λάδι και στην καντήλα του εικονοστασίου.
Η μάνα – ή η γιαγιά – πάντα φρόντιζε το καντηλάκι του να καίει ήταν δεν ήταν γιορτή, θεωρούνταν ευλογία για το σπίτι και προστασία από όλα τα κακά.
Πόσες προσευχές δεν είχε ακούσει το παλιό εικονοστάσι, όταν δεν είχαν να φάνε, όταν το μεροκάματο στα χωράφια του πατέρα δεν έφτανε ούτε για ψωμί, όταν τα τρία μοναδικά ζώα της οικογένειας δεν έβγαζαν γάλα, όταν έβρεχε καταρρακτωδώς και οι τρύπες στην σκέπη έσταζαν κι η μάνα έπιανε με λεκάνη τσίγκινες τα νερά και προσευχόταν μην πλημμυρίσει το σπίτι, όταν αρρώσταινε τα παιδιά και τα έκαιγε ο πυρετός κι η Παναγία έπρεπε να κάνει το θαύμα της γιατί πού λόγος για γιατρούς και φάρμακα……και κάθε βράδυ τα παιδιά πριν κοιμηθούν στρέφονταν προς το εικονοστάσι του σπιτιού και έκαναν το σταυρό τους…..
Στη φωτογραφία “Το εικονοστάσι ψηλά στον τοίχο, δίπλα στο τζάκι”
(Φωτογραφία του Β. Γκανιάτσα από το Λεύκωμα ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΗΠΕΙΡΩΤΙΣΣΕΣ, Αθήνα 2007)