—————————–
“Για τον ταξιδιώτη της εποχής, το πέρασμα από την Ήπειρο στη Θεσσαλία (και το αντίστροφο) υπήρξε πάντα μια μεγάλη περιπέτεια. Εκτός από τα ψηλά απότομα βουνά και την αγριότητα των Αγράφων είχε να αντιμετωπίσει και τον Αχελώο, τον μεγαλύτερο μέσα στο ελληνικό έδαφος ποταμό. Δεκάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να τον διασχίσουν, ενώ ένα σωρό μύθοι, πολλοί απ’ τους οποίους έρχονται από τα αρχαία ακόμα χρόνια, δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να τονίζουν περισσότερο τις επικίνδυνες «ιδιοτροπίες» του.
Ένα από τα λίγα γεφύρια που τούτο το ποτάμι ανέχτηκε να το «ζεύξουν» ήταν και το γεφύρι του Κοράκου, το μεγαλύτερο μονότοξο σε όλη την Ήπειρο. Χρειάστηκε να σηκωθεί η καμάρα του 25 ολόκληρα μέτρα πάνω από τα νερά και να ανοιχτεί στα 45, για να μπορέσει έτσι να ενώσει το Πετρωτό (Λιάσκοβο) της Θεσσαλίας με τις Πηγές (Βρεστενίτσα) της Άρτας, αποκαθιστώντας ταυτόχρονα την επικοινωνία και δεκάδων άλλων χωριών της περιοχής. Μάλιστα οι γύρω κάτοικοι ήταν τόσο δεμένοι μαζί του, ώστε σήμερα, περισσότερο από 50 χρόνια μετά την καταστροφή του, να συνεχίζουν να αναφέρονται σε αυτό, και να διηγούνται τους παράξενους θρύλους του.
Το έχτισε το 1514 με 1515, σ’ ένα φοβερό βραχοστένωμα του ποταμού, ο αρχιεπίσκοπος Λάρισας Βησσαρίωνας. Που λέγεται ότι για να εξοικονομήσει τα απαραίτητα για την κατασκευή του χρήματα, αναγκάστηκε να περιοδεύσει τα Βαλκάνια από άκρη σε άκρη. Από ένα παλιό, σχεδόν κατεστραμμένο χειρόγραφο που βρήκε κάποιος δάσκαλος της περιοχής, μπορέσαμε να μάθουμε και τη συνέχεια της ιστορίας.
Όταν επέστρεψε ο Άγιος Βησσαρίωνας στη γέφυρα του Κοράκου βρήκε τους κτίστες στο σημείο που θα έκλειναν το τόξο της γέφυρας. Κατά σατανική σύμπτωση την ημέρα εκείνη έγινε τρομερός σεισμός και η γέφυρα γκρεμίστηκε συθέμελα. Ο πρωτομάστορας απογοητεύτηκε αλλά του Αγίου Βησσαρίωνα η πίστη δεν κλονίστηκε, «ο διάβολος έκαμε τη δουλειά του δια να μας κουράσει περισσότερο» είπε. Πλήρωσε στη συνέχεια τους μαστόρους και τους συνέστησε να ξεκινήσουν και πάλι το κτίσιμο από τα θεμέλια. Οι κτίστες όμως ήταν διστακτικοί, γιατί αμφέβαλαν αν υπήρχαν χρήματα για να πληρωθεί το έργο από την αρχή. Και τότε ο Άγιος που αντιλήφθηκε που οφείλονταν οι δισταγμοί τους, έβγαλε από την τσέπη του μια χούφτα χρυσά νομίσματα και τα πέταξε στην κοίτη του ποταμού. Αυτό ήταν όλο και το έργο ξανάρχισε, ξανάρχισε όμως και ο πονοκέφαλος του Αγίου, ο οποίος δεν είχε ούτε μια δεκάρα πέρα απ’ όσα σκόρπισε στο ποτάμι. Καινούργιο ταξίδι επιχειρεί ο Άγιος στην Ουκρανία και Τσεχοσλοβακία αυτή τη φορά και ύστερα από μερικούς μήνες περιοδεία ξαναγυρίζει στο γεφύρι.
Ήταν τώρα τελειωμένο το έργο και αμέσως όρισε μέρα για τα εγκαίνια στα οποία μαζεύτηκε πλήθος κόσμου από τα γύρω χωριά. Και ο Άγιος αφού πλήρωσε τους μαστόρους παρουσία του πλήθους στάθηκε στο μέσο του τόξου της γέφυρας, έψαλε τον αγιασμό, κι έριξε τον σταυρό στο ποτάμι. Στο λόγο που εκφώνησε εκείνη την ώρα απευθύνθηκε ιδιαίτερα προς τους κατοίκους των Πηγών (Βρεστενίτσης) Άρτας που ήταν οι πλησιέστεροι στο γεφύρι και τους είπε: «Πάντοτε να προσέχετε το γεφύρι, να επιδιορθώνετε τη φθορά του. Καθόλου δεν θέλω από τα έσοδα της εκκλησίας σας στη Μητρόπολη μου. Πάντοτε θα είμαι κοντά σας και θα σας προστατεύω…”- Από το βιβλίο του κ. Σπύρου Μαντά ΤΑ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΓΕΦΥΡΙΑ, Αθήνα, 1984)
Η φωτογραφία της “Γέφυρας του Κοράκου από άναντι” είναι από την σελίδα του κ. Σ. Μαντά https://www.facebook.com/arhiogefirion
(Από τη “Γεφυρογραφία της Πίνδου”…
https://pindusbridges.blogspot.com/)
Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερες πληροφορίες για την Γέφυρα Κοράκου στο λινκ
http://radovizi-artas.blogspot.com/2011/03/blog-post_29.html