“Οι πολεµικές ενέργειες των Ελληνικών στρατευµάτων στην Ήπειρο αλλά και η δράση των εθελοντικών σωµάτων των Καλαρρύτων και των προσκόπων Κρητών ήσαν πάντα επιτυχείς, υπό την διοίκηση του συνταγµατάρχη Αριστοτέλη Κόρακα. Κατά µία µελετηµένη ενέργεια του Αρχηγού του στρατού της Ηπείρου στην Άρτα αποφασίστηκε η πλευρική από ανατολικά επίθεση κατά της πόλης των Ιωαννίνων, µε συνδυασµό την από το Μέτσοβο δύναµη και τη βοήθεια του σώµατος των Πέντε Πηγαδιών, και από νότο του κύριου κορµού του στρατεύµατος, κατά των οχυρωµατικών θέσεων Πεστά και Μπιζανίου.
Ο Γενικός Αρχηγός Αριστοτέλης Κόρακας από το αρχηγείο του στην Πράµαντα, διέθεσε διάφορα σώµατα τα οποία έπρεπε να εκδιώξουν τον τουρκικό στρατό από τις πανύψηλες και οχυρώτατες θέσεις τους στην κωµόπολη του Συρράκου και Αγίου Γεωργίου του χωριού Ντοβίδζανη, από τα χωριά Μιχαλίτσι, Παλαιοχώρι. Η γέφυρα Παπαστάθη στον ποταµό Άραχθο και το χωριό Κοντοβράκι ήσαν οχυρώτατες θέσεις. Η εκκίνηση των Ελληνικών σωµάτων, αποτελούµενα από Καλαρρύτες ευζώνους και του Καλογερή άρχισαν πορεία από τη νύχτα πάνω από επικίνδυνες χιονισµένες και απόκρηµνες κορφές της οροσειράς του Συρράκου και κατέλαβαν στρατηγικές θέσεις του Παλαιοχωρίου. Το πρωί άλλη δύναµη ευζώνων µε αρχηγό τον λοχαγό Τρυπογιώργο βάδισε κατά της κωµόπολης του Συρράκου, ενώ άλλο τµήµα στρατού εστάλη να κατέβει στο δρόµο προς τα χωριά Ντοβίδζανη και Παλαιοχώρι.
Άλλο Ελληνικό σώµα µε τον υποµοίραρχο Καρύδη βάδισε προς κατάληψη του χωριού Ντοβίδζανη που απείχε µακριά απ’ το Παλαιοχώρι. Εκεί προβλεπόταν σοβαρή αντίσταση του εχθρού, και στις 6.30 – 7 π.µ. έπεσαν οι πρώτοι πυροβολισµοί, στο Συρράκο, Άγιο Γεώργιο και Ντοβίδζανη. Στον Άγιο Γεώργιο οι Τούρκοι περί τους 30 δεν έριξαν ούτε 30-40 πυροβολισµούς γιατί βλέποντας από µακριά τα Ελληνικά τµήµατα εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και από τον δρόµο του Ντοβίδζανη έφτασαν στο Παλαιοχώρι και από εκεί µαζί µε τους άνδρες του σταθµού Ντοβίδζανη, οι οποίοι ξύπνησαν από τους πρόωρους πυροβολισµούς του τµήµατος Καραθανάση, τράπηκαν σε φυγή στα ψηλότερα µέρη.
Εκεί οχυρώθηκαν πίσω από τους βράχους στη θέση Παλιογκορτσιά και άρχισαν να πυροβολούν κατά των Ελλήνων που περνούσαν τη γέφυρα Χρηστών. Εκείνη τη στιγµή, ο υποµοίραρχος Καρύδης ήταν όρθιος σε απόσταση 400 µέτρων από τον εχθρό προσπαθώντας να κατευθύνει τα τµήµατα σε κατάλληλες θέσεις, αλλά τραυµατίστηκε από κοµµάτι πέτρας που εκτινάχθηκε από βλήµα οβίδας. Το τραύµα του ήταν στο δεξί χέρι, ενώ ταυτόχρονα, σφαίρα του εχθρού του διαπερνά και τους δύο µηρούς πάνω από το γόνατο δίχως να θίξει τα κόκαλα του. Κατά τη µάχη αυτή ήταν ο µόνος τραυµατίας.
-Κατάληψη Αγίου Γεωργίου και του Συρράκου
Οι Τούρκοι καταδιωκόµενοι από τα Ελληνικά στρατεύµατα έφτασαν στο Παλαιοχώριο, ενώ και στην ίδια κατεύθυνση βάδιζαν και Ελληνικά τµήµατα, περί τους 10 άντρες του χωριού Ντοβίδζανη. Τη στιγµή εκείνη κωδωνοκρουσίες χαρµόσυνες και πυροβολισµοί ακούστηκαν από την κορυφή του βουνού. Οι Κρήτες και οι εύζωνοι είχαν καταλάβει τον Άγιο Γεώργιο τον οποίο είχαν εγκαταλείψει οι Τούρκοι. Στη συνέχεια τα εθελοντικά σώµατα και οι εύζωνοι µε διοικητή το λοχαγό Τρυπογιώργο και τον υποµοίραρχο Καρύδη εισέβαλαν στην πολίχνη του Συρράκου και ακολούθησε τετράωρη µάχη. Τούρκοι, 120 τον αριθµό κλεισµένοι στα σπίτια πυροβολούσαν εύστοχα τα Ελληνικά τµήµατα, τα οποία κατόρθωσαν τέλος να επιβάλλουν σιωπή στα τούρκικα όπλα. Πολλοί Τούρκοι, για να σωθούν, πηδούσαν από σπίτι σε σπίτι κάτω απ’ τα πυρά των ευζώνων. Τη στιγµή εκείνη τραυµατίστηκε βαριά µία Συρρακιώτισσα. Ο λοχαγός Τρυπογιώργος διέταξε να ανατιναχθούν 3 σπίτια µε δυναµίτη στα οποία οι Τούρκοι είχαν οχυρωθεί και προέβαλαν µεγάλη αντίσταση. Οι υπόλοιποι Τούρκοι παραδόθηκαν µαζί µε τον αξιωµατικό τους ονόµατι Βισέλ. Κατά τη µάχη εκείνη τραυµατίστηκαν 22 Έλληνες οπλίτες και ο υποµοίραρχος Καρύδης και ο Καβάσης Γ. Λεπενιώτης. Από τους Τούρκους σκοτώθηκαν πολλοί και 37 συνελήφθησαν. Πλην του Συρράκου, κατελήφθησαν και τα χωριά Μιχαλίτσι και ∆οβίζια.
-Κατάληψη του Παλαιοχωρίου
Μεγάλη µάχη έδωσαν τα Ελληνικά σώµατα εναντίον του εχθρού στα υψώµατα του Παλαιοχωρίου που διήρκησε από την ώρα 4 το πρωί µέχρι και τις 5.30 µ.µ. Στα πυκνά πυρά του Ελληνικού τµήµατος οι Τούρκοι απαντούσαν µε ζωηρότατες οµοβροντίες πυρών, αλλά η µάχη διακόπηκε λόγω της νύχτας. Οι Έλληνες παρέµειναν άγρυπνοι στο πεδίο της µάχης και άναψαν µεγάλες φωτιές για να ζεσταθούν, γιατί το υψόµετρο ήταν πάνω από 1000 µ. Κατά τη µάχη τραυµατίστηκαν ελαφρά δύο εθελοντές, ο Κρητικός Μαρακάκης του σώµατος Κανιτσάκη και ο Ι. Καµπούρης. Την επόµενη ηµέρα το πρωί, οι Τούρκοι εγκατέλειψαν τα Χάνια Παλαιοχωρίου και έφυγαν προς τη γέφυρα Παπαστάθη καταδιωκόµενοι απ’ τα Ελληνικά τµήµατα…..” (Πηγή : ΤΟ ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΟΥ 1912-1913, Βύρων Δάβος, Αθήνα)
Στη φωτογραφία “23 Νοεμβρίου 1912 : Το όνειρο γίνεται πραγματικότητα. Μετά από σκληρή μάχη με τους Τούρκους, οι Συρρακιώτες πανηγυρίζουν για την ελευθερία τους. Στη μέση κάθεται τραυματισμένος ο Συρρακιώτης οπλαρχηγός Γεώργιος Λεπενιώτης. Αριστερά του ο λεβεντόκορμος οπλαρχηγός της Κρήτης καπετάν Πολέντας. Δεξιά του ο επίσης κρητικός οπλαρχηγός Σήφης Αναγνωστάκης. (Φωτο από το αρχείο Μαρίνας Λεπενιώτη – Βραχά με το σχόλιο όπως δημοσιεύτηκε στο Λεύκωμα του Ιωσήφ Ζιώγα ΣΥΡΡΑΚΟ, ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ, Ιωάννινα, 2006)