Η λέξη «τσαγκάρης» προέρχεται από το βυζαντινό «τσαγγίον», που ήταν ένα είδος υποδήματος. Οι τσαγκάρηδες, άνθρωποι της αγοράς, της πιάτσας, είχαν αναπτύξει δικό τους, ξεχωριστό «σνάφι», με τους δικούς τους εσωτερικούς κανόνες συμπεριφοράς και συνεννόησης…
Μέχρι και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια που οι περισσότεροι δρόμοι ήταν λιθόστρωτοι ή χωμάτινοι και οι άνθρωποι της υπαίθρου ασχολούνταν κυρίως με την κτηνοτροφία, τα παπούτσια έπρεπε να είναι γερά για να αντέχουν, να μην κόβονται και να μη χαλάνε γρήγορα. Η καλύτερη λοιπόν λύση ήταν τα «γουρουνοτσάρουχα», που τα έφτιαχναν με δέρμα γουρουνιού αφού πρώτα το αλάτιζαν. Έπαιρναν τα κομμάτια του δέρματος, τα έκοβαν στο σχήμα του ποδιού, τα έραβαν και στη συνέχεια τα φορούσαν. Αντί για κάλτσες, φορούσαν πλεχτά τσουράπια. Η αντοχή τους όμως δεν ήταν μεγάλη γιατί τρίβονταν και ξεραίνονταν. Για να μαλακώσουν, τους έβαζαν λίπος από χοιρινό.
Σιγά – σιγά οι βιομηχανίες παρήγαγαν επεξεργασμένα δέρματα – έτσι μπήκαν στο περιθώριο οι ταμπάκηδες – και τα τσαρούχια γίνονταν καλύτερα. Για να προφυλάξουν τις κνήμες τους έφτιαχναν τις γκέτες, οι οποίες στην αρχή ήταν πάνινες και αργότερα δερμάτινες. Οι πρώτοι τσαρουχάδες στην Άρτα ήταν ο Γιώργος, Χρήστος και Βασίλης Κουτσούμπας και ο Τάχος Στάμος στην οδό Σκουφά. Υπήρχαν όμως τσαρουχάδες και στα χωριά των Τζουμέρκων, όπως στην Πράμαντα και το Συράκο…(Πηγή : ΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ, Γ. Κουτσούμπας, Αθήνα, 2004)
Περισσότερα για την κατασκευή των τσαρουχιών μπορείτε να διαβάσετε στο λινκ https://doxesdespotatou.com/oi-tsaroychades/
Στη φωτογραφία «Αίτηση του Κων/νου Γκούζια, κατοίκου Άρτης, Τσαρουχοποιού, προς το Υπουργείο Στρατιωτικών για να κατασκευάσει 2000 ζευγάρια τσαρουχιών». Τα τσαρούχια, καθώς κρίνουμε από την ημερομηνία του εγγράφου (Σεπτέμβριος 1921) επρόκειτο να κατασκευαστούν για τις ανάγκες του ελληνικού στρατού εν όψει της Μικρασιατικής εκστρατείας. (Το έγγραφο είναι από το αρχείο του Νίκου Φασουλή, που τον ευχαριστούμε θερμά).