“Ο γαλατάααας….Ο γαλατάαας. Η φωνή του κάποτε λειτουργούσε σαν ξυπνητήρι. Άρχιζε το καθημερινό εγερτήριο και η προετοιμασία για το σχολείο.
Ο γαλατάς ήταν ο ίδιος ιδιοκτήτης κάποιων ζώων και πουλούσε το γάλα μόνος του ή αγόραζε τα γάλα από τον παραγωγό και με τη σειρά του το πουλούσε στις γειτονιές. Ξυπνούσε αξημέρωτα, έβαζε το γάλα σε μεγάλα δοχεία με στόμιο, τα φόρτωνε στο γαϊδουράκι ή σε άλογο (αργότερα σε ποδήλατο) κι έτρεχε στις γειτονιές να το πουλήσει.
Οι γαλατάδες της Άρτας έρχονταν από τα γύρω χωριά, κυρίως ήταν Πτανίτες. Μερικοί απ’ αυτούς ήταν οι : Αθανάσιος Ροβίνας, Χριστόφορος Ροβίνας, Χαράλαμπος Φιλίππου (Καραπάνος), Μάχη Βαγενά, Παναγιώτα Γκολομάζου (περιοχή Οδηγητρίας – Παρηγορήτριας), Γιάννης Γκούβας, Τάσος Τζόκας από Κεραμάτες.
Όταν έφερνε τα γάλα χαράματα, άνοιγε την αυλή του σπιτιού κι έβαζε το γάλα στο κατσαρολάκι που είχε αφήσει από βραδύς η νοικοκυρά του σπιτιού, το σκέπαζε με το καπάκι να μην το πιεί καμιά γάτα κι έφευγε. Οι παλιότεροι θυμούνται τον ήχο απ’ τους κύπρους που κρέμονταν στις κατσίκες του Νίκου και του Βαγγέλη Μπαζιούλα, που άρμεγαν το γάλα μπροστά στις πελάτισσές τους προς 30 λεπτά την οκά. Οι δυο τους είχαν μοιράσει την περιοχή της Άρτας και όταν τέλειωναν με την παράδοση του γάλατος, άφηναν τις κατσίκες τους να βοσκήσουν στην Αηδήτρια.
Πριν ξεκινήσει για τη διανομή ο γαλατάς έκανε τη δική του παμπόνηρη προετοιμασία: μετρούσε πρώτα – πρώτα το γάλα που άρμεγε, έπειτα γέμιζε την καρδάρα και χτυπούσε το γάλα με ένα ειδικό χτυπητήρι, τη βούρτσα, για να αφρίσει, έπαιρνε με μια τρυπητή κουτάλα τον αφρό, τον ζέσταινε σε μια κατσαρόλα κι έβγαζε το βούτυρο. Έτσι λοιπόν το γάλα έφτανε στην οικογένεια άπαχο. Μερικές φορές έριχνε και λίγο νερό για να αυξήσει το περιεχόμενο.
Μεγάλη πελατεία στην Άρτα είχε όμως κι ένα γεροντάκι με άσπρη σαλβαρούλα και μαύρη σκούφια που φορτωμένο με τενεκέδες περνούσε καθημερινά στις γειτονιές και διαλαλούσε : ξνογαλάκ δροσερούτσικο, πάρτε ξνογαλάκ φρέσκο…..” (Πηγή : ΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ, Γ. Κουτσούμπας, Αθήνα, 2004)
Στη φωτογραφία παλιό, εμαγιέ κατσαρολάκι για το γάλα, σαν κι αυτά που έβλεπε κάποιος αφημένα μπροστά στο κατώφλι των αρτηνών σπιτιών. Τα πιο φτηνά ήταν τενεκεδένια…