—————————————-
“Σαν περάσαμε τα ποτάμια, τα σκοτάδια άρχισαν να αραιώνουν. Το θαμποχάραμα με το γαλακτερό του φως έκρουε την κορυφή της Στρογγούλας – που φάνταζε στα δυτικά μας σαν ένας όγκος τεράστιος, ξεκομμένος στον ουρανό – φώτιζε το δρόμο μας με τις αντιφεγγιές του. Το πράο φως του πρωινού σκορπούσε τέτοια ιλαρότητα που μας έκανε να λησμονήσουμε την τρομακτική φουρτούνα των ποταμιών. Οι πλατανόφιλες ρεματιές που διαπερνούσαμε, κυλούσαν τα γάργαρα νερά τους σμίγοντας το κελάρυσμά τους με τις λυγμικές λαλιές των αηδονιών, που με τις εωθινές τους μελωδίες έκαναν την πορεία μας να μοιάζει μουσική περιδιάβαση. Από την χλαχοή των κοπαδιών και των νερών τα παιγνιδίσματα, ακόμη κι ο ράθυμος κούκος σαγηνευμένος “άρχισε να το λέει” κατά την ελατιά του Αετού. Το κοπάδι τραβάει την ανηφόρα. Βρισκόμαστε στα ριζά της Ρούιστας, της στιβαρής οροσειράς της Πίνδου με υψόμετρο 2.200 μ. που πρέπει ως το δειλινό να την καβαλικέψουμε περνώντας από τις συμπληγάδες του Σταυρού………..Από τις πλατανόφυτες ρεματιές ως την πηγή της Μπρούσκας, η διαδρομή είναι λιγότερη από ώρα. Η πηγή αναβρύζει σ’ ένα ξέφεγγο που το περιφρουρούν εύρωστα κέδρα και έλατα ισιόκορμα. Το νερό της πηγούλας αυτής δεν είναι ιδιαίτερα κρύο και έχει μια κάπως στυφή γεύση από τις φτέρες πιθανόν που αφθονούν στην περιοχή. Επειδή όμως είναι το μοναδικό νερό από τα ποτάμια ως τη Μτέσα, μετά το γέρμα του Σταυρού, οι νομάδες και οι στρατοκόποι αναγκαστικά το προτιμούν. Οι λακκούλες γύρω από τη Μπρούσκα καθώς και τα Λιβάδια που θα συναντήσουμε πιο πάνω, αποτελούν σταθμούς για τους ποιμένες των Πραμάντων, που τα ξεκαλοκαιριά τους είναι απομακρυσμένα. Νυχτερεύοντας στη Μπρούσκα και κινώντας με την αυγούλα έχουν μπροστά τους όλη τη μέρα να φτάσουν στις στάνες τους. Η σβησμένη φωτιά, τα μισοκαμμένα κέδρα, τα γιατάκια των πραταραίων με τις νιόκοπες φτέρες, τα γρέκια των προβατιών, αποτελούν σημάδι των νομάδων που την περασμένη νύχτα “έκαναν κονάκι” στη Μπρούσκα και προπορεύονται του κοπαδιού μας…..” (Πηγή Άρθρο του Ν. Καρατζένη με τίτλο Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΩΝ ΝΟΜΑΔΩΝ ΣΤΙΣ ΒΟΥΝΟΚΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ, Ηπειρωτική Εταιρεία, τχ. 293, 2005)
Στη φωτογραφία “Σταθμός στο οροπέδιο” (Φωτο του Κ. Μπαλάφα από το Λεύκωμα ΗΠΕΙΡΟΣ, Αθήνα, 2003)