ΚΑΛΥΜΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΣ : φέσι κόκκινο, βαμβακερόν Αυστριακής βιομηχανίας, υψηλόν, πλατύ, ελαφρώς κεκαμμένον (τσακισμένον) μετά μικρού μεταξωτού θυσσάνου (φούντας) εφορείτο υπό ηλικιωμένων ευπόρων. Οι άλλοι εφόρουν μικρότερον, ή εκ λευκού κεντημένου πανίου (στρωτόν). Από δε του 1870 και κατόπιν οι νεώτεροι εχρησιμοποίουν κυλινδρικόν κόκκινον μετά ισοϋψούς μαύρου μεταξωτού θυσσάνου (μετζητιέ – έλαβε το όνομα από τον Σουλτάνο Αβδούλ Μετζήτ που εφόρεσε αυτού του τύπου φέσι, το 1851).
ΕΝΔΥΜΑΤΑ : εν θέρει μάλλον ελαφρά, άπαντα λευκά. Βαμβακερά εξ εγχωρίου χειρίσιου (χειροποίητου) λευκού πανίου ή κάμποτ. Υποκάμισον ανοικτού λαιμού (γιακάς κολλάρου), μακρόν, μάλλον πλατυμάνικον. Σκελέα (το συντρόφι) και η καθηγιασμένη φουστανέλλα, καθημερινής χρήσεως μέχρι γόνατος, ολιγόπτυχος, εορταστική δε πολύπτυχος.
ΜΑΛΛΙΝΑ : (προβάτου), άπαντα λευκά, πλην των κνημοδετών (καλτσοδετών) κατασάρκι (φανέλλα) και περιπόδια (τσουρέπια) πλεκτά, τα δε άλλα υφαντά και απλής κοινής ραφής. Περικνημίδες (κάλτσες) μέχρι μηρού, τσιπούνι μακρόν μετά πτυχών, γελέκι κλειστόν. Σεγγούνα ανοικτή, απλής ραφής, με σχιστάς χειρίδας (μανίκια), σχήματος ευζωνικής φέρμελης . Φλοκάτα (μακρός επενδυτής). Ζώνη πλατεία πλεκτή, υφνατή και ενίοτε δερμάτινη. Εν χειμώνι δε – αντί φουστανέλλας – η βαθέως κυανομαύρου χρώματος αναξυρίς (τσακτσίρα, σαλβάρι, βράκα)μέχρι του γόνατος. Οι δε εν υπαίθρω διαβιούντες επενδυτήν (καπότο) και χλαίναν (κάπαν) ευρύχωρον, πλατείαν, εκ καποσκούτου (το υφάδι του σύνθεσις προβατόμαλλου και τραγόμαλλου) αμφότερα, εις προφύλαξιν από πάσης καιρικής επιδράσεως, συνήθως ως η των ευζώνων μετά κρασπέδων κεντητών, χρησιμοποιούμενη εν ανάγκη ως στρώμα, άμα δε και ως κλινοσκέπασμα.
ΔΕΡΜΑΤΙΝΑ : τσαρούχια «τελατίνι- πετσί» κατειργασμένα , μετά θυσσάνων οι νεώτεροι, οι δε παλαιότεροι γεωργούντες και άτεχνα σανδάλια μετ’ ιμάντων (λωρένια). Οι πρεσβύτεροι όμως εφόρουν στρωτά παπούτσια (κορδέλια). Άπαντα ταύτα, απαράλλακτα σχεδόν ανά τους τελευταίους δύο αιώνας, εξαιρέσει γηραιών τινών κτηνοτρόφων ως άλλων τινών περιβληθέντων επί τινα έτη απομίμησιν ευζωνικού πτυχωτού μανδύου. Από της απελευθερώσεως όμως και ιδία από του 1890 ο ιματισμός βαθμηδόν ηκολούθησε καθ΄όλα την σημερινήν φράγκικην ενδυμασίαν. (Πηγή ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ, Ν. Παπακώστα, Αθήνα 1967)
Στη φωτο δεξιά ο τσέλιγκας Κωσταντίνος Πλεύρης από τα Θεοδώριανα, στις αρχές του 1940, με την βλάχικη φορεσιά όπως διαμορφώθηκε εκείνη την εποχή (Φωτο από συλλογή Ελένης Πλεύρη)