———————-
“Το λιμάνι της Κόπραινας «Αλυκή», ήταν η ραχοκοκαλιά της εξυπηρετήσεως της επιβατικής και εμπορικής κινήσεως ολοκλήρου του Νομού. Τα δε μέσα της εξυπηρετήσεως μέχρι το 1922-24, αν θυμάμαι καλά, ήταν η μεταφορά των επιβατών των κάπως αρχόντων την εποχή εκείνη με τις καρότσες, των αδυνάτων (φτωχών) με τις σούστες.
Οι καρότσες του Σβόλου με αμαξηλάτες (καροτσέρηδες), του Λιβέρη, Κολιούλη, Σιαπέρα, Μπούτη.
Ο Γιάννης ο Καρατζιάς με τις μπότες πάντα καλογιαλισμένες και πάντα καλοπεριποιημένος και ευγενικός. Για να μεταφερθούν οι επιβάτες στα καράβια, τους διαδέχονταν άλλοι τύποι της Κόπραινας, οι λεμβούχοι. Και ποιος δεν θυμάται τους τύπους εκείνους…..! Το μπάρμπα Μήτσο το Βαφιδάκη που για να φτάσης στο καράβι, σου έλεγε ρίξτα γιατί έρχεται κύμα και έκανε κι έλεγε πολλά αστεία, χωρίς να του θυμώνει κανείς.
Τον Πεπάκια, τον Δερμάνη με το πλατύ λευκό και ριγωτό ζωνάρι, με το μυτερό στιβάλι, το σταυρωτό σακάκι, τον Μακρή, τον Σφαέλο και άλλους. Ποιος δεν θυμάται την ταλαιπωρία, να περιμένεις έως τις 12, 1 ή και 2 ώρα μετά τα μεσάνυχτα, πότε θα έρθη το καράβι, χωρίς φως με κανα δυο φαναράκια. Πως να ξεχάσεις τη Βασίλω Τάτα με το πριάρι της, που μετέφερε νερό και που όταν έπιανε τα κουπιά τα έπιανε η ώρα τους. Ακόμα υπάρχουν τα λιθόκτιστα κτίρια το Τελωνείο με τις αποθήκες του, τα κτίρια των αειμνήστων Τσακωμένου- Χαροκόπου, η λιθόκτιστος με τις καμάρες δεξαμενή, που εχρησίμευε διά την εξυπηρέτησιν της πλύσεως και κάποτε διά πόσιμον.
Η κίνησις του λιμανιού ήταν μεγάλη καθημερινώς με ένα καράβι, εντός Παρασκευής, και με 2-3 ιστιοφόρα.
Η μεταφορά των εμπορευμάτων γινόταν με νταλίκες Τζουμάκους (οδηγούσε η ίδια η Τζουμάκου) και με κάρα των Τσεταίων, με οδηγούς τον Χαράλαμπον, τον Καζαμίαν (Σιάκκον), με σούστες του Σαμαρτζή (Παρτσέ), του Χουλιάρα, του μπάρμπα Κώστα Κατσάνου με τη φουστανέλα του, του Μπριζόλα και άλλους πολλούς που μου διαφεύγουν.
Αυτοί όλοι δε είχαν και τη μεταφορά του αλατιού. Κατά την επιστροφήν μετά την φόρτωσιν έφταναν στου Ζούτου, στον πλάτανον και σταματούσαν στο καφενείο. Ε! έπρεπε να πιούν ένα καφέ και ένα λουκούμι αλλά ακόμα έπρεπε να ξεφορτώσουν και τα κάρα. Και εκεί, ανάλογα με την ψυχή τους και την παραλαβή που έκαναν, ξαλάφρωναν και το αλάτι, αντί λίγης βρώμης ή για ένα διπλό χαρτίτσιο…….. (Πηγή : Άρθρο του Πάνου Μανόπουλου στην ΑΡΤΗΝΗ ΕΥΘΥΝΗ, τχ.19-20, 1985)
Στη φωτογραφία το “Πανδοχείο Τσακωμένου στην Κόπραινα το 1930”. (Η φωτογραφία είναι από το αρχείο του Κ. Τσιλιγιάννη, όπως δημοσιεύτηκε στο Λεύκωμα ΚΟΠΡΑΙΝΑ του Ε. Ιντζέμπελη, Άρτα, 2008)
———————–
“Η παραλαβή των εμπορευμάτων εγένετο από του παραλήπτας «διασαφιστάς»*, που τότε ήταν ο Μαστραπάς, ο Παπακώστας, ο Ράφτης, Παπανικολάου, Ζορμπάς, Τσιμπούκης. Φορτοεκφορτωταί τότε ήταν έκτακτοι Κομποταίοι, Σελαδίτες κι ακόμα 2-3 που είχαν έρθη από τη Σαγιάδα.
Η μεταφορά των εμπορευμάτων από το Τελωνείο μέχρι την προβλήτα εγένετο με το ντεκοβίλ (καροτσάκια) και τανάπαλιν.Εις την προβλήτα δε υπήρχαν οι φορτηγίδες του Παπανικολάου και των Τσεταίων, οι οποίοι έκαναν και τους πράκτορες των καραβιών.
Τας ημέρας της Εμποροπανηγύρεως τα ιστιοφόρα που έφθαναν τον αριθμό 40-50, εκφόρτωναν ζώα παντός είδους, προπαντών βοιδες, άλογα, γιδοπρόβατα, καλαμπόκια, φασόλια, βρώμες, σιτηρά κ.α.
Εφόρτωναν πολλά φασόλια για τα νησιά, μαυρομάτικα (χαρούλια) και πάρα πολλά ψιλά που μοιάζουν σαν σκάγια για την Καλαμίτα. Εφόρτωναν πάρα πολλά απ’ αυτό το είδος αλλά τώρα δυστυχώς δεν υπάρχουν, έχει χαθεί ο σπόρος.
Ακόμα υπήρχαν τα μεγάλα βεντζινοκίνητα εκ Τεργέστης με ξυλεία του Μάτσου – Φραγκογιάννη, Τέλη Γιαννάκη που έκαναν να ξεφορτώσουν 6-7 ημέρες.
Αυτά εγένοντο μέχρι το 1922-24. Μετά έφερε τα πρώτα αυτοκίνητα ο αείμνηστος Γκινάκας με οδηγούς από την Άμφισα, τους « Κουμπλήν & Μπακούρον» και αργότερα τους αειμνήστους Τσέτη, Μελάν, Βαφιά.
Αργότερα, χάρις στους φιλοπρόοδους αδελφούς Τσιμπούκη, οι οποίοι έφεραν και εγκατέστησαν ηλεκτρομηχανήν και ηλεκτροφώτιση, η Κόπραινα άλλαξε μορφή και ρυθμό εργασίας. Δημιουργήθηκε το ωραίον υπόστεγο και έγιναν τα σωματεία φορτοεκφορτωτών ξηράς, θαλάσσης και παραληπτών (διασαφιστών).
Αργότερα το 1940-41 ξεφόρτωναν και πάρα πολύ υλικό του Στρατού, ενώ τα διάφορα άλλα εμπορεύματα ξεφορτώνονταν στη Σαλαώρα με διαταγή της Μεραρχίας….…….. (Πηγή : Άρθρο του Πάνου Μανόπουλου στην ΑΡΤΗΝΗ ΕΥΘΥΝΗ, τχ.19-20, 1985)
*«Διασαφιστής» Εκτελωνιστής Συνεργάτης των Τελωνείων.
Στη φωτογραφία το “Επιβατικό πλοίο ΚΙΜΩΝ” (Η φωτογραφία είναι από το αρχείο Γ. Ποταμιάνου, όπως δημοσιεύτηκε στο Λεύκωμα ΚΟΠΡΑΙΝΑ του Ε. Ιντζέμπελη, Άρτα, 2008)