“……..Ένα από τα πλέον σοβαρά προβλήματα που προέκυψαν μετά καθορισμό και των πρώτων συνόρων του ελληνικού κράτους το 1832 αλλά και των δεύτερων το 1881, ήταν το ζήτημα που αντιμετώπισαν οι κτηνοτρόφοι κατά την μετακίνησή τους από και προς τα χειμαδιά.. Είναι γνωστό ότι οι κάτοικοι των ορεινών χωριών της επαρχίας των Τζουμέρκων της Ηπείρου συνήθιζαν να μεταφέρουν το χειμώνα τα κοπάδια τους δυτικά και ανατολικά του ποταμού Άραχθου, στις πεδιάδες της Άρτας, της Πρέβεζας και της Αιτωλοακαρνανίας καθώς και στο Μαργαρίτι και την Παραμυθιά. Στις περιοχές αυτές μάλιστα μίσθωναν, κατά την πάγια τακτική των μετακινούμενων κτηνοτρόφων, βοσκές από τον προηγούμενο χρόνο. Το άρθρο 7 της σύμβασης του 1881, εξασφάλιζε στους ποιμένες, κατοίκους των χωριών που παρέμειναν στην οθωμανική επικράτεια, τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν, όπως και πριν, τα χειμαδιά του θεσσαλικού κάμπου. Η διάταξη αυτή αποσκοπούσε προφανώς στην ελεύθερη και κυρίως στην ατελή από τελωνειακούς δασμούς διακίνηση των ποιμνίων τους. Αντίθετα, δεν υπήρχε καμιά αναφορά για τους ποιμένες των ελληνικών επαρχιών που χρησιμοποιούσαν βοσκές στις γειτονικές οθωμανικές επαρχίες, οι Οθωμανοί δηλαδή αρνούνταν να αποδεχτούν ότι ίσχυε και στη συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή την αρχή της αμοιβαιότητας. Έτσι οι βοσκοί της Ηπείρου κυρίως, αντιμετώπισαν από την εποχή της κατάληψης σοβαρό δίλημμα. Φοβήθηκαν μήπως αν τους επιτρεπόταν η είσοδος στο οθωμανικό έδαφος, θα συναντούσαν έπειτα από τις οθωμανικές αρχές σοβαρά εμπόδια κατά την επάνοδο το ερχόμενο καλοκαίρι, εξαιτίας της γενικής απαγόρευσης που ίσχυε στη μεταφορά ζώων από τα οθωμανικά στα ελληνικά εδάφη. Άλλωστε το ίδιο πρόβλημα αντιμετώπιζαν ήδη και οι κάτοικοι της Άρτας που είχαν στείλει τα ποίμνια τους πριν από την κατάληψη στη δεξιά όχθη του ποταμού. Δεν μπορούσαν, όπως είδαμε και πιο πάνω, να μεταφέρουν τα ζώα τους στην πόλη, με αποτέλεσμα να παρατηρηθεί η γνωστή έλλειψη σε σφάγια, κυρίως τους χειμερινούς μήνες, αφού τον Απρίλιο άρχιζε λογικά η επάνοδος των κοπαδιών στο ελληνικό έδαφος. Ένα χαρακτηριστικό πάντως, που επισημαίνεται στη διπλωματική αλληλογραφία, είναι ότι τα προσκόμματα που παρεμβάλλονταν από τις οθωμανικές αρχές δεν είχαν γενική εφαρμογή. Το γεγονός αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αδιάλλακτη συμπεριφορά οφειλόταν κατά κύριο λόγο σε αυθαιρεσίες των κατά τόπους ιθυνόντων, όπως για παράδειγμα του καϊμακάμη της Φιλιππιάδας……” (Πηγή : Η ΟΡΟΘΕΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΤΟΥ ΑΡΑΧΘΟΥ, Α. Καρρά, Άρτα, 2022)
Στη φωτογραφία έγγραφο των βλαχοποιμένων της Ηπείρου προς τον Καποδίστρια στις 27 Σεπτεμβρίου 1829, με το οποίο ζητούν την εγκατάστασή τους στη θέση Παλαιομάνινα της Αιτωλοακαρνανίας, το οποίο υπογράφεται από τον Αθανάσιο Δημ. Κραψίτη και το οποίο έχει ως εξής:
«Αριθμός τις ποιμένων και γεωργών, οίτινες βιασμένοι από τας βαρβαρικάς τυραννίας των Τούρκων και βλέποντες αντίκρυ των την ελευθερίαν και ευδαιμονίαν του ελληνικού κράτους, ελευθερίαν και αυτοί ποθούμενοι, προστρέχουσι παρακαλούντες να ήθελε δεχθή και να τους δώσει τόπον διορισμένον εις τον οποίον να μετακομίσωσι τα φαμελίας, πρόβατα και λοιπά ζώα των, όσα με πολλούς κόπους και μεγάλους κινδύνους ηδυνήθησαν να διατηρήσωσι δια σπόρον.
Λοιπόν, ως πληρεξούσιον και τοποτηρητήν του εξοχωτάτου κυβερνήτου αναφέροντας εις την εκλαμπρότητά της θερμώς παρακαλούντας ει δυνατόν να ήθελε τους δοθή μιαν γνωστήν των θέσις, η οποία ονομάζεται Μάνινα και Ποδολοβίτζα επί Θέματος Ξηρομέρου, ην και άλλοτε εβάσταξεν ο ίδιος Σκουτέρης και παρακαλείται να ήθελε μας εφοδιάσει με τα προσηκούσας διαταγάς της προς τας εκεί πολιτικάς και πολεμικάς αρχάς, να τους γνωρίσουν Έλληνας και να τους υπερασπίζωνται κατά τα ιερά θεσπίσματα της Κυβερνήσεως. Μάλιστα, αν κρίνη εύλογον να ήθελε διατάξει τους εις την είσοδόν των καπεταναίους να μην τύχη και τους εμποδίσουν εις την Γράντζιαν, διότι τους προξενείτε μεγάλη δυστυχίαν.
Δια τούτο, παρακαλούμεν να γίνουν σφοδραί και τακτικόταται διαταγαί ώστε να λάβη το αίσιον και ευτυχές τέλος η αίτησίς μας. Θέλουν επακαλουθήσει και άλλοι πολλοί. Από εκείνα τα μέρη να φέρουν αρκετόν αριθμόν ζώων μόνον αποβλέπουσιν εις τον ίδιον Σκουτέρην, όστις είναι εις την πρώτην θέσιν, πώς και την γρηγοράτζαν θα απολαύση.
Επί τούτο, έστειλε εμέ τον ελάχιστον δούλον σας καθώς μοι δώσετε διαταγάς αμέσως να υπάγω να κινήσουν τα πρόβατα, διότι είναι ο καιρός των και μένω». (Πηγή : https://stroggyloboyni.blogspot.com/)
Τα κονάκια των Καραδημαίων από τα Πράμαντα στο “τσπι” Αστακού τον Μάιο του 1990. (Φωτογραφία του Νίκου Καρατζένη υπό τον τίτλο «Οι νομάδες κτηνοτρόφοι των Τζουμέρκων», Άρτα, 1991)