Οι οπλαρχηγοί των Τζουμέρκων

“Πρώτος εκ παραδόσεως αναφέρεται ως τοιούτος Δημήτριος ο Χοσεψίτης, εκδιωχθείς παρά του Γεωργίου Καλαντζή, περιώνυμου ληστάρχου και συγχρόνου του Ιω. Μπουκουβάλα. Την οπλαρχηγίαν ταύτην, περιέχουσαν και την χώραν του Ραδοβισδίου, διετήρησεν ο Καλαντζής μέχρι του 1770 φονευθείς τότε εις Βελεντσικόν, όπου εν θριάμβω επέστρεψεν, αφού τη επικουρία του ρηθέντος Μπουκουβάλα κατετρόπωσε περί τους 1000 Βραχωρίτας οθωμανούς εισελάσαντες εις την δικαιοδοσίαν του. Εφονεύθη δε υπό τινος οθωμανού ενεδρεύσαντος αυτόν έξω της ρηθείσης κώμης. Τον Καλαντζήν διεδέχθη ο γέρων Καστανάς, όστις απεβίωσεν εις Πρέβεζαν καταλιπών τέσσαρας υιούς τον Γεώργιον, Ιωάννην, Νικόλαον και Αθανάσιον. Τούτων ο πρώτος κατείχε την πατρικήν οπλαρχηγίαν μέχρι του 1796, ότε καταληφθείς υπό οξυτάτης ποδαλγίας αποκατέστη εις Πρέβεζαν και παρεχώρησε την οπλαρχηγικήν θέσιν των Τσουμέρκων εις τον νυμφευθέντα την αυταδελφήν του Ανθήν, Κωσταντίνον Πουλήν Ασπροποταμίτην, την δε του Ραδοβισδίου έδωκε τω εξ αδελφής ανεψιώ του Ιωάν. Μανώλη. Ο Πουλής ούτος κατά προτροπήν του Αλή Πασσά δολοφονήσας μετ’ ολίγον τον ρηθέντα Μανώλην, ηυνοήθη τα μέγιστα υπό του τυράννου, ον και συνέτρεξεν ουσιωδώς εις την εν Σέλτζω καταστροφήν των Σουλιωτών. Επειδή δε απέλυσε τον εκείσε συλληφθέντα Κίτσον Μπότσαρην, πεσών εις την οργήν του Αλή κατέφυγεν εις την Λευκάδα, και εκείθεν εις Θεσσαλίαν διαβάς, εισήλθεν εις την υπηρεσίαν του Βελή Πασσά ( ότε ούτος διέκειτο εχθρικώς προς τον πατέρα του), παρ’ ου ανεδείχθη οπλαρχηγός εις τον Όλυμπον. Επί δε της πολιορκίας του Αλή Πασσά τη συνεργεία του Χουρσίτ Πασσά επανέλαβε την των Τσουμέρκων οπλαρχηγίαν, ην επ’ ολίγον εχάρη, διότι αισχράς υπηρεσίας προσενεγκώντω Χουρσίτη κατά των επαναστατησάντων ομογενών, ηχμαλωτίσθη τελευταίον εις Πλάκαν υπό του Μάρκου Μπότζαρη, και εφονεύθη εν Βονίτζη, όπου περιωρισμένος ων απεπειράθη να δραπετεύση και μεταβή εις Πρέβεζαν προς επανάληψιν των αντεθνικών αγώνων του. Ότε ο Πουλής κατέλιπε την οπλαρχηγίαν του, τα μεν Τσουμέρκα έδωκεν ο Αλής εις τον γέροντα Κουταλίδαν, εκ χωρίου Χόσεψης, το δε Ραδοβίσδιον εις τον Γώγον Μπακώλαν. Του γέροντος Κουταλίδα διάδοχος κατά το 1812 ανεδείχθη ο πρωτότολος υιός του Δημήτριος, και τούτου ο αδελφός του Ιωάννης κατά το 1822”. (Πηγή : ΣΥΛΛΟΓΗ ΔΗΜΟΔΩΝ ΑΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ υπό Π. Αραβαντινού, Εν Αθήναις, 1880)

Στη φωτογραφία “Ο ΤΖΟΥΜΕΡΚΑΣ – Κορυφαί απότομοι ορεινού συγκροτήματος Τζουμέρκων, ύψους 2.392 μ., εξ ων κρυστάλλινα κρημνίζονται ύδατα. – Ευγενεί εισφορά φωτογρ. Σταύρου Χρ. Γκίζα”. (Πηγή : ΤΑ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ, Ν. Παπακώστας, Αθήναι, 1967)

Δημοσιεύθηκε στην Η Άρτα στην Τουρκοκρατία. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *